Τι είναι η ποίηση; Ο καλύτερος ορισμός της θα ήταν ένας κατάλογος με όλους τους ορισμούς που δόθηκαν μέσα στους αιώνες. Μαζί με μια σφραγίδα που θα περιγράφει πάνω από τον καθένα: «Απορρίπτεται». Γιατί η ποίηση είναι μια κατάσταση της γλώσσας. Ζωντανή όπως και αυτή και πάντοτε ρευστή, αλλάζει μορφή, μέγεθος και ύφος και διαρκώς ξεφεύγει από τον προσδιορισμό.
Είναι η ίδια η σχέση της ποίησης με τη γλώσσα αυτή που την κάνει να διαφεύγει. Γιατί αν ισχύει το σχόλιο του Βαλερύ πως «η ποίηση είναι μια γλώσσα μέσα στη γλώσσα», αντιλαμβανόμαστε πως η κοινή γλώσσα δεν μπορεί να την περιγράψει πλήρως. Για να προχωρήσουμε, πρέπει να αποδεχτούμε πως ανεξάρτητα από τη μουσικότητα, την αρχιτεκτονική, τις ιδέες και το περιεχόμενο, πάντοτε στην ποίηση κάτι θα μας διαφεύγει, κάτι θα αρνείται την αποκωδικοποίηση, κάτι θα στέκει πέρα από τη ρητή κατανόηση.
Τι κοινό μπορεί να έχει ένα ομηρικό έπος με ένα γιαπωνέζικο χαϊκού, μια πινδαρική ωδή με ένα σουρεαλιστικό ποίημα αυτόματης γραφής, ένα ιταλικό σονέτο με ένα Slam αμερικανικό ποίημα; Είναι όλα κομμάτια της περιπέτειας της γλώσσας, άρα της αντίληψης του ανθρώπου. Γλωσσικές αποτυπώσεις του ίδιου ουσιαστικά πυρήνα και της ίδιας αγωνίας: του φόβου του θανάτου, της περιπέτειας, της αδικίας, του ανεκπλήρωτου έρωτα κτλ.
Σε αντίθεση με την επιφάνεια, την όψη και τη μορφή, το περιεχόμενο της ποίησης δεν έχει αλλάξει. Τα πυρηνικά στοιχεία είναι πάντοτε εκεί, ώστε να ντυθούν με διαφορετικές φόρμες. Τη γλώσσα και τη μορφή που αντιστοιχεί σε κάθε εποχή, τις φόρμες και τις δομές που προκύπτουν από τη μεγάλη δεξαμενή του παρελθόντος, τις προκλήσεις που θέτει στη γλώσσα κάθε εξωτερικός και κοινωνικός παράγοντας.
Από πού προκύπτει η ποίηση; Οι αρχαίοι πίστευαν –ή πιο σωστά έλεγαν– πως τη στέλνει η μούσα. Κανείς, όμως, στον σύγχρονο κόσμο δεν ξέρει που κατοικοεδρεύει. Στον εικοστό αιώνα αποφάσισαν πως μπορούν να αντικαταστήσουν τη μεταφυσική αυτή παρουσία με το υποσυνείδητο. Αλλά στην πραγματικότητα και αυτό το μέρος μένει λίγο ή πολύ άγνωστο.
Μέσα στους αιώνες συχνά δόθηκε η ίδια απάντηση: «ο ποιητής είναι μια ιδιοφυία που εμπνέεται ποιήματα». Η αντίληψη αυτή είναι απλώς ένα στερεότυπο εξίσου προβληματικό με το να φοράς μπέρτα. Η ποίηση προκύπτει από την αντίληψη και την επεξεργασία της γλώσσας. Τόσο η αντίληψη, όσο και η επεξεργασία, είναι στοιχεία που καλλιεργούνται. Στοιχεία πάνω στα οποία κάποιος μπορεί να δουλέψει, στοιχεία που κάποιος μπορεί να αναπτύξει και να αμβλύνει. Όχι υποχρεωτικά μέσα από αυστηρούς κανόνες, τη φιλολογία και το συντακτικό των λέξεων, αλλά μέσα από την προσωπική τριβή, την καθημερινή σχέση και τη διαρκή επαναδιατύπωση.
Οι κανόνες, οι τεχνικές και τα ιστορικά παραδείγματα ουσιαστικά μας απελευθερώνουν από την έμπνευση (αν και σε μεγάλο βαθμό μπορούμε να πούμε πως ακόμα και η έμπνευση είναι κάτι που καλλιεργείται). Μας επιτρέπουν να επιστρέφουμε σε κείμενα με σκοπό διαρκώς να τα βελτιώνουμε, να εμβαθύνουμε και να μεταμορφώνουμε. Μέσα από τους τυπικούς ή άτυπους ποιητικούς κανόνες προχωρούμε με γνώση στη σύνθεση και κυρίως στη διόρθωση. Τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη, ακόμα και αν ένα κομμάτι των γραπτών μας πάντοτε θα μας διαφεύγει.
Γιατί η ποίηση είναι καταρχήν σπουδή, επεξεργασία, δουλειά. Μια διαδικασία που μετρά εργατοώρες, ανοιχτή στο σφάλμα και την εκ νέου διατύπωση, εξαρτημένη από τη δοκιμή και το πείραμα, σε ταυτόχρονη συνομιλία τόσο με το παρελθόν της, όσο και με τις άπειρες προοπτικές της.
Μια υλική διαδικασία στο ορυχείο των λέξεων.