Για αρκετούς αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι η ακραιφνώς νεοφελελεύθερη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εξήγγειλε γραπτό διαγωνισμό για διορισμούς δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι θα υπηρετούν τη διοίκηση με όλες τις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα αλλά και τα διοικητικά πλεονεκτήματα που αποφέρει η αρχή της μονιμότητας ως θεσμική εγγύηση υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Από μια κυβέρνηση που πιστεύει στην ελάχιστη παρέμβαση του κράτους απέναντι στην κυριαρχία της αγοράς, που θεωρεί ότι το Δημόσιο πρέπει να είναι το μικρότερο δυνατό, που καθημερινά απαξιώνει τους δημοσίους υπαλλήλους και λειτουργούς, που προτιμά να διορίζει μετακλητούς σε θέσεις ευθύνης της υπαλληλικής ιεραρχίας, μια τέτοια εξαγγελία θα μπορούσε καλοδεχούμενα να εκληφθεί ως απόκλιση από τις ιδεολογικές της εμμονές και τις ακολουθούμενες πρακτικές της, αλλά και ως προσαρμογή στις εξελίξεις και τις διεργασίες που συντελούνται διεθνώς στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του ρόλου του Δημοσίου.
Είναι όμως όντως έτσι τα πράγματα ή θα πρέπει να φοβόμαστε στους Δαναούς και διαγωνισμούς φέροντας;
Χωρίς να υπάρχουν οι θέσεις
Δυστυχώς, μια απλή μελέτη της διαδικασίας όπως έχει νομοθετηθεί και εξαγγελθεί αποδεικνύει ότι δεν πρόκειται περί αυτού. Ας δούμε αναλυτικά το γιατί:
Πρώτον, η κυβέρνηση δημιούργησε ή άφησε να δημιουργηθούν εντυπώσεις μαζικών διορισμών στο Δημόσιο, οι οποίοι σύμφωνα με δημοσιεύματα που δεν διαψεύστηκαν θα πλησίαζαν ή και θα έφταναν ακόμη και τους 20.000 και όλα αυτά μέσω ενός γραπτού Διαγωνισμού που θα διοργανώσει το ΑΣΕΠ.
Τελικά, όπως πληροφορούμαστε από ένα δελτίο Τύπου του υπουργείου Εσωτερικών (29/11/2022), ο αριθμός των θέσεων θα ανέλθει (ή, καλύτερα, θα κατέλθει…) για το 2022 (που εκπνέει σε ένα μήνα) και για το 2023 σε 5.124.
Δεύτερον και ακόμη χειρότερα, ο διαγωνισμός δεν θα είναι διαγωνισμός πλήρωσης θέσεων, αλλά διαγωνισμός κατάταξης. Οι θέσεις δηλαδή δεν θα καλυφθούν από τους επιτυχόντες κατά σειρά κατάταξης αλλά θα ακολουθήσει δεύτερο στάδιο, κατά το οποίο θα εκδοθούν νέες προκηρύξεις και στις οποίες θα πραγματοποιηθεί νέα ανακοίνωση θέσεων. Το δελτίο Τύπου μάλιστα του υπουργείου Εσωτερικών αναφέρει έναν «ενδεικτικό πίνακα θέσεων που εντάσσονται στους προγραμματισμούς προσλήψεων ετών 2022 και 2023». Δηλαδή το αρμόδιο υπουργείο εκκινεί μια χρονοβόρα και κοστοβόρα διαδικασία ενός πανελλήνιου γραπτού διαγωνισμού χωρίς να υπάρχουν αναλυτικά οι θέσεις που υποτίθεται ότι πρόκειται να καλυφθούν, αλλά δημοσιεύει έναν «ενδεικτικό» πίνακα και μας πληροφορεί ότι αναλυτικά οι θέσεις θα ανακοινωθούν αργότερα.
Ανάστροφη διαδικασία
Η πρακτική αυτή πάσχει σοβαρά σε δύο σημεία:
Αφενός, είναι σαφές ότι σοβαρός προγραμματισμός δεν υφίσταται, ούτε και ορθή διοικητική πρακτική. Οι θέσεις θα έπρεπε με ακρίβεια να είναι γνωστές από πριν τόσο για τον προγραμματισμό των δημοσίων υπηρεσιών, όσο και για την πραγμάτωση της αρχής της διαφάνειας απέναντι στους υποψηφίους που οφείλουν να γνωρίζουν με ακρίβεια τις θέσεις για τις οποίες διαγωνίζονται. Ο σεβασμός απέναντι στον πολίτη και η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προς τη διοίκηση επιτάσσουν το να γνωρίζει ο ενδιαφερόμενος ακριβώς τις θέσεις για τις οποίες εισέρχεται σε μια τόσο επίπονη διαδικασία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλοί υποψήφιοι εγκαταλείπουν την εργασία τους και επενδύουν πολύτιμους προσωπικούς και οικογενειακούς πόρους (χρόνο και χρήμα) προκειμένου να προετοιμαστούν κατάλληλα.
Οι «ενδεικτικές» θέσεις δημιουργούν ένα νεφέλωμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας που δεν προσιδιάζουν σε μια τέτοια διαδικασία και πρωτίστως δεν αρμόζουν στη στάση ενός κράτους δικαίου απέναντι στους πολίτες του, οι οποίοι ενδιαφέρονται να ασκήσουν το θεμελιώδες κοινωνικό και πολιτικό δικαίωμα στην εργασία και μάλιστα βάσει της αρχής της αξιοκρατίας.
Τρίτον, και αμέσως συναφές με το προηγούμενο, κανείς δεν παρέχει τη διαβεβαίωση ότι ακόμη και αυτές οι 5.124 θέσεις θα καλυφθούν. Είναι απολύτως άγνωστος ο τελικός τους αριθμός, καθώς καμία δέσμευση δεν υπάρχει προ τούτο. Και αυτό φυσικά εξηγεί και την ανάστροφη από την ορθολογική διαδρομή της διαδικασίας, δηλαδή τη διαπίστωση συγκεκριμένων κενών και τη διαδικασία πλήρωσής τους. Αν είχε συμβεί αυτό, οι κενές θέσεις θα καλύπτονταν υποχρεωτικά από τους επιτυχόντες στο διαγωνισμό. Στη συγκεκριμένη όπως περίπτωση πρώτα δημιουργείται ένας πίνακας επιτυχόντων και μετά ανακοινώνονται οι θέσεις. Θα φάνταζε πλήρως παράλογο αν δεν ήταν πλήρως σχεδιασμένο, ώστε η κυβέρνηση να ανοίγει θέσεις κατά το δοκούν χωρίς να την υποχρεώνει κανείς να καλύψει το σύνολο των κενών.
Τέταρτον, ο ίδιος ο διαγωνισμός έτσι όπως πρόκειται να πραγματοποιηθεί δημιουργεί σαφώς συνθήκες ανισότητας αφού όλοι οι υποψήφιοι ανεξαρτήτως κλάδου και ειδικότητας θα πρέπει να διαγωνιστούν σε συγκεκριμένα, κοινά και ενιαία επιστημονικά πεδία. Επιπλέον, η επιλογή αυτή πάσχει σοβαρά από διοικητική άποψη αφού έρχεται φυσικά σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές της καταλληλόλητας, της ειδικότητας και της αποτελεσματικότητας και δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το δόγμα «ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση» που εξαγγέλλει το υπουργείο Εσωτερικών.
Σε ομηρία
Όλο αυτό το εγχείρημα η κυβέρνηση το αναθέτει στο ΑΣΕΠ το οποίο είναι αυτονόητο ότι δεν φέρει καμία ευθύνη για τις κυβερνητικές πολιτικές και επιλογές. Είναι βέβαιο ότι όπως κάθε φορά το ΑΣΕΠ θα ανταποκριθεί πλήρως στην αποστολή του, δικαιώνοντας το υψηλό κύρος που απολαμβάνει στην ελληνική κοινωνία. Θα πρέπει όμως να γίνει σαφές ότι για τη νομοθέτηση αυτής της διαδικασίας και τα αποτελέσματά της υπεύθυνη είναι αποκλειστικά η κυβέρνηση και κανένας άλλος.
Το ποια ακριβώς θα είναι η κατάληξη αυτής της διαδικασίας είναι απολύτως άγνωστο, ενώ θα έπρεπε εξ αρχής να είναι απολύτως γνωστό: Συγκεκριμένος αριθμός διορισμών σε συγκεκριμένες θέσεις. Με την πολιτική αυτή η κυβέρνηση επιλέγει εν όψει εκλογών να θέσει σε ομηρία χιλιάδες συμπολίτες μας βάζοντάς τους σε μία εξαιρετικά επίπονη διαδικασία.
Όμως την ανάγκη για εργασία και την εύλογη προσδοκία προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο δεν μπορεί κανείς να τη χρησιμοποιεί για τους μικροπολιτικούς σκοπούς του. Και οι πολίτες έχουν την κρίση και την ικανότητα να αντιληφθούν τις πραγματικές διαστάσεις της διαδικασίας γνωρίζοντας τι να περιμένουν από μια κυβέρνηση που εξαγγέλλει, προσκαλεί, προκηρύσσει, αλλά τελικά δεν δεσμεύεται για τίποτα.