Μια αποκαλυπτική παρουσίαση των γενικών αποτελεσμάτων της απογραφής του 2021 δείχνει ότι κατά τη δεκαετία 2011–2021, ο συνολικός πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά 3,5%, ενώ στο 1/3 των δήμων η μείωση είναι μεγαλύτερη από αυτόν τον μέσο όρο και στους δήμους που μπορεί να χαρακτηριστούν αγροτικοί, οι μειώσεις του πληθυσμού φθάνουν το 20 ή και το 30%. Φαίνεται έτσι ότι έχει διαμορφωθεί ένα «Περιφερειακό Δημογραφικό Πρόβλημα», όπως χαρακτηρίζεται από τους συγγραφείς Λόη Λαμπρινίδη και Δημοσθένη Γεωργόπουλο1, στο σημείωμά τους στον ιστότοπο του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ.
Η εξέλιξη αυτή που έχει επιδεινώσει τις επιπτώσεις της μακροχρόνιας κρίσης που προκάλεσε στην οικονομία και την κοινωνία τα τελευταία 40 χρόνια, η επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης, είναι ένα επιπλέον σοβαρό βήμα που συμπληρώνει τη διαχρονική μείωση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας και την αύξηση της υπερχρέωσης δημοσίου και ιδιωτών, και είναι προφανώς το αποτέλεσμα της φτωχοποίησης ενός αυξανόμενου μέρους του πληθυσμού, αλλά και της αδυναμίας αξιοποίησης του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού.
Η πρόταση των συγγραφέων, για τους οποίους απαιτείται μια Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική, για να αντιμετωπιστεί και το δημογραφικό, πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που έχουν προκύψει μετά τις συσσωρευμένες αποτυχίες του εγχώριου «καθεστώτος συσσώρευσης», για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο της Σχολής της Ρύθμισης. Η διαχρονική τροφοδότηση του κεφαλαίου με πόρους και αναπτυξιακά κίνητρα είχε αρνητικά αποτελέσματα ακόμα και σε ό,τι αφορά την παραγωγική δυνατότητα, ή το ύψος των πραγματοποιούμενων επενδύσεων. Ο καπιταλιστικός τομέας της οικονομίας κατέληξε σε μια φθίνουσα αναπαραγωγή, η οποία βασίζεται σε μεταφορά εισοδήματος από την εργασία στο κεφάλαιο και από το δημόσιο στις τράπεζες.
Ό,τι μπορεί να χαρακτηριστεί καπιταλιστική οικονομία, παλεύει να διατηρήσει τον παραδοσιακό χαρακτήρα της αναπτυξιακής πολιτικής, για να συνεχίσει να επωφελείται από μια πλασματική κερδοφορία, με μια βραχυπρόθεσμη οπτική, που αφήνει άλυτα όλα τα σοβαρά προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας. Το υποκείμενο που θα ορίζει πλέον όλες τις πλευρές της αναπτυξιακής πολιτικής δεν μπορεί παρά να είναι μια κοινωνική συμμαχία των λαϊκών τάξεων, ικανή να σχεδιάσει, με την αναζωογόνηση της δημοκρατίας, τις δημόσιες και κοινωνικές πολιτικές που θα ωφελήσουν το σύνολο της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων και των βιώσιμων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι και η προσέγγιση σχετικά με τις πολιτικές για την άμβλυνση και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, για την ενεργειακή μετάβαση και την προστασία από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Η απαραίτητη ανατροπή της πίστης στη σοφία της ατομικής πρωτοβουλίας και στην ορθολογική κατάληξη της λειτουργίας της αγοράς, σημαίνει ότι ο σχεδιασμός για την ικανοποίηση των αναγκών, απαιτεί την αξιοποίηση και τη διεύρυνση ενός εκτεταμένου γνωσιακού κεφαλαίου και τη στελέχωση των κατάλληλων θεσμών με ανθρώπους ικανούς να συμμετάσχουν, τόσο στην επεξεργασία σχεδίων, όσο και στην υλοποίησή τους. Όλες οι σημαντικές αλλαγές που έγιναν ιστορικά στις κοινωνίες των ανθρώπων, αξιοποίησαν μια διαθέσιμη ή νέα γνώση και τις κοινωνικές ομάδες που την κατείχαν. Τέτοιες ομάδες δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς στα κόμματα και οργανώσεις της Αριστεράς, αλλά μπορεί να συγκροτηθούν από τους μορφωμένους και ειδικευμένους νέους, που κατανοούν την ανάγκη αυτών των αλλαγών, με τη συνεργασία των πανεπιστημιακών και ερευνητών της χώρας.
Για να αντιμετωπιστεί η δημογραφική και παραγωγική κατάρρευση, βασικό σημείο αφετηρίας είναι το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό, στο οποίο πρέπει να περιληφθούν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, που είναι σε μεγάλο βαθμό και θα είναι στο μέλλον πρόσφυγες λόγω της κλιματικής αλλαγής. Είναι πλέον ευρύτατα αποδεκτό ότι η διερεύνηση των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη στοχεύει στην προστασία των πληθυσμών και επομένως στην προστασία των προσφύγων που είναι θύματα αυτής της εξέλιξης. Και αν κυριαρχήσει αυτή η προσέγγιση, θα αφορά και άλλες κατηγορίες προσφύγων, σε μια ανθρώπινη κοινωνία που πρέπει να παλέψει για νέες ισορροπίες που ευνοούν τους πληθυσμούς.
Η ριζική αναθεώρηση του αναπτυξιακού προτύπου δεν πρέπει να αφορά μόνο την αλλαγή της στρατηγικής κοινωνικών συμμαχιών, προς όφελος των λαϊκών τάξεων και την εγκαθίδρυση θεσμών δημοκρατικού σχεδιασμού, που είναι σήμερα εφικτός λόγω των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών. Ριζικές αναθεωρήσεις πρέπει να αφορούν τόσο τις ρυθμίσεις των διεθνών συναλλαγών, με την προσαρμογή στην προφανή κατάργηση της κυριαρχίας της παγκοσμιοποίησης σε όλο τον πλανήτη, όσο και τις μεθόδους του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, που πρέπει να αντικατασταθούν από τον επανέλεγχο της δημιουργίας και διάθεσης χρήματος από τις δημόσιες αρχές προς όφελος των μεθόδων του δημοκρατικού σχεδιασμού.
Σημείωση:
1. Κείμενο εργασίας των Λόη Λαμπριανίδη, οικονομικού γεωγράφου, καθηγητή ΠΑΜΑΚ, π. γενικού γραμματέα Ιδιωτικών Επενδύσεων υπουργείο Οικονομίας & Ανάπτυξης, μέλους Γνωμοδοτικού Συμβουλίου ΕΝΑ - Δημοσθένη Γεωργόπουλου, οικονομολόγου – κοινωνιολόγου, αποφοίτου Σχολής Δημόσιας Διοίκησης.