Όταν «μυρίζει εκλογές» ο πρωθυπουργός, εκείνος, δηλαδή, που επιλέγει την ακριβή ημερομηνία, θέλει δύο πράγματα να μας πει παριστάνοντας την Πυθία: πρώτον, ότι έχει προσδιορίσει τους παράγοντες από τους οποίους θα εξαρτηθεί η ημερομηνία, και, δεύτερον, ότι δεν ξέρει ακόμα πώς ακριβώς θα συμπεριφερθούν οι παράγοντες αυτοί.
Οι αδύνατες πλευρές της κυβέρνησης
Πάντως, την περίφημη επενδυτική βαθμίδα, μάλλον δεν πρόκειται να την έχει στην προεκλογική φαρέτρα, καθώς οι «αγορές» φαίνεται ότι δεν θα αποφασίσουν πριν τις εκλογές. Όσο για τα διαθέσιμα περιθώρια προεκλογικής αξιοποίησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, έχουν σε μεγάλο βαθμό προσδιοριστεί από τις ήδη ανειλημμένες υποχρεώσεις απέναντι στους εντιμότατους φίλους. Για την αντιμετώπιση της καταστροφικής για το εισόδημα των λαϊκών τάξεων ακρίβειας, έχει αρκετά περιθώρια επικοινωνιακής αντιμετώπισης: έχουμε «λάβει» επικοινωνιακά από το καλοκαίρι μέχρι σήμερα καμιά σαρανταριά φορές το επίδομα των 250 ευρώ, την αύξηση των συντάξεων και έχουμε καταπιεί αμέτρητες δόσεις εξήγησης των θετικών επιδράσεων του καλαθιού του νοικοκυριού επί του διαθέσιμου εισοδήματός μας.
Παρ’ όλα αυτά, δεν φαίνεται να μετατρέπεται η μεγάλη πλειοψηφική απαισιοδοξία περί τα οικονομικά, που καταγράφεται δημοσκοπικά, σε σχετική αισιοδοξία. Από την άλλη, η χειρότερη επίδοση της κυβέρνησης, που καταγράφεται και σε σύγκριση με την εκτίμηση για την πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σημειώνεται στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής και της προστασίας των χαμηλότερων εισοδηματικών ομάδων.
Πλήγματα στην αξιοπιστία
Ένα διττό συμπέρασμα που μπορεί να συναχθεί, είναι ότι, αφ’ ενός, το οικονομικό–κοινωνικό πεδίο δεν είναι το ευνοϊκότερο για την κυβέρνηση Μητσοτάκη έδαφος, αφ’ ετέρου, το σκάνδαλο των υποκλοπών, με τις αβεβαιότητες που το συνοδεύουν, μάλλον δεν θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα ασκήσει σημαντική επίδραση, καθώς ήδη υπονομεύει τη γενικότερη αξιοπιστία της κυβέρνησης, τουλάχιστον με τον τρόπο που το αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα το μέγαρο Μαξίμου. Και στο πεδίο της αξιοπιστίας είναι υποχρεωμένη να δώσει πια βάρος η ΝΔ, καθώς θεωρεί ότι εκεί βρίσκεται το αδύνατο σημείο του κύριου αντιπάλου της, όσο αυτός υποτιμά την ανάγκη αυτοκριτικής.
Ποιες είναι οι αβεβαιότητες περί το σκάνδαλο των υποκλοπών; Οι εξής δύο: πρώτον, η μέχρι στιγμής νωθρότητα με την οποία το αντιμετωπίζει η δικαστική εξουσία, με αποτέλεσμα να μη διαφαίνεται άμεσα κάποιο ικανό αποτέλεσμα από τη δικαστική διερεύνησή του, και, δεύτερον, η αβεβαιότητα για τη συνεισφορά νέων, συνταρακτικών στοιχείων και πολύ περισσότερο για την τύχη τους, εφ’ όσον υπάρξουν, καθώς η νομοθέτηση της τριετούς ή ανάλογης διάρκειας ομερτά μπορεί να τα καταστήσει νομικά άσφαιρα πυρά. Αυτά μπορεί να λειτουργήσουν ως αποσμητικά για τη δυσωδία. Από την άποψη αυτή είναι αξιοσημείωτη και βλαπτική για τη δικαστική εξουσία η συνύπαρξη της βραδυπορίας της με τη νομοθετική απώθηση στο απώτερο μέλλον της όποιας διαφάνειας.
Πού θα κριθεί η μάχη
Αν έχουν κάποια βάση όλα αυτά, όποιος αποβλέπει στο να κερδίσει αυτή την εκλογική μάχη (που είναι ταυτόχρονα και κοινωνική, για την αλλαγή των διαθέσεων του κοινωνικού σώματος, για την ενεργοποίησή του), θα χρειαστεί να λάβει υπόψη ότι αυτή θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό στη βάση της αξιοπιστίας κομμάτων, κομματικών ηγεσιών και προγραμμάτων. Εκεί, ο καταγγελτικός λόγος παίζει επικουρικό ρόλο. Πρωταγωνιστής είναι ο προγραμματικός λόγος, του εναλλακτικού σχεδίου για την οικονομία, την κοινωνία, την κλιματική κρίση, τις προοπτικές της νέας γενιάς, για την επαγγελία μιας ανώτερης ποιότητας ζωής με αποτύπωμα στην καθημερινότητά μας.
Αυτό δεν σημαίνει μόνο δεκάδες σελίδες, που πρέπει να υπάρχουν σαν συμβόλαιο με την κοινωνία. Σημαίνει και κοινωνικο-πολιτικό μήνυμα σε λίγες λέξεις. Ο αντίπαλος το ξέρει μια χαρά. Στην αντίπερα όχθη υπάρχει υστέρηση. Ίσως και παρεξήγηση: σύνθημα δεν είναι η ατάκα ή μια κραυγή, είναι η συμπυκνωμένη σε λίγες λέξεις αντιπρόταση, που μένει στο μυαλό ακόμα και εκείνου που διαφωνεί ριζικά μ’ αυτή, αλλά αναγκάζεται να αντιπαλέψει την απήχησή της.
Άδικη σταθερότητα ή δίκαιη αλλαγή
Αν ερμηνεύουμε σωστά όσα στη συνεδρίαση της πολιτικής γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εισηγήθηκε ο πρόεδρός του Αλ. Τσίπρας, ορίζοντας ως αντίπαλο δίλημμα στα διλήμματα της ΝΔ τη διάζευξη «θα συνεχίσουν η αδικία και οι ανισότητες ή θα επιστρέψει η δικαιοσύνη παντού», υπάρχουν κάποια ζητήματα στη συνθηματοποίηση. Διακρίνεται κάποιος δισταγμός να αναδειχτεί η αρνητική πλευρά της σταθερότητας στο σύνθημα της ΝΔ και να της αντιπαρατεθεί η δυναμική έννοια της αλλαγής. Επιλέγεται η έννοια της επιστροφής, που στα χέρια των επικοινωνιολόγων της ΝΔ μπορεί εύκολα να φορτιστεί με αρνητική σημασία. Η οποία, εκτός αυτού, δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, καθώς δεν έχουμε ζήσει στο παρελθόν μια χρυσή εποχή δικαιοσύνης, που ζητάμε να επιστρέψει. Ένα κεντρικό σύνθημα, που δεν θα δίσταζε να αντιπαρατεθεί με την άδικη σταθερότητα και να προσφύγει στην έννοια της αλλαγής, για παράδειγμα «σταθερότητα στην αδικία ή αλλαγή με δικαιοσύνη», θα ήταν δυναμικότερο. Θα μπορούσε, μάλιστα, η τελική επιλογή ανάμεσα σε δυο-τρεις παραλλαγές να γίνει με μια σύντομη γνωμοδότηση των μελών. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε και να ενισχύσει την αξιοπιστία της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να κάνει αντικείμενο ευρύτερης συζήτησης το κεντρικό δίλημμά της.