Αφού απαξίωσε επί πέντε εβδομάδες τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε στη βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την ΕΥΠ, προκειμένου όχι τόσο να υπερασπιστεί το νομοσχέδιο που καταγγέλλεται από φορείς και κόμματα ως θεσμοθέτηση της συγκάλυψης, αλλά τον εαυτό του. Και αυτό, όχι με τόσο μεγάλη επιτυχία, καθώς το πρωθυπουργικό επιτελείο επιμένει στη γραμμή «δεν ξέρω» και «δεν πρέπει να ξέρω» για τον πολιτικό προϊστάμενο της ΕΥΠ. Αν δεν ξέρει και δεν πρέπει να ξέρει αυτός, τότε ποιος ξέρει και πρέπει να ξέρει; Σίγουρα όχι η Δικαιοσύνη, που μοιάζει να έχει δεμένα τα χέρια και αλλού το βλέμμα, ούτε οι ανεξάρτητες Αρχές, συνταγματικά κατοχυρωμένες για αυτό το ρόλο, που το νομοσχέδιο για την ΕΥΠ τους αφαιρεί.
Σφύριξε και έληξε
«Ό,τι είχατε να πείτε κ. Τσίπρα, το είπατε. Η συζήτηση λήγει», ήταν η καταληκτική τοποθέτηση του πρωθυπουργού, ο οποίος αποχώρησε επιδεικτικά από μια διαδικασία ανοιχτή ακόμα. Για τον πρωθυπουργό, το νομοσχέδιο αποτελεί «τομή». Θεωρεί τομή πως πλέον ο διοικητής της ΕΥΠ μπορεί να είναι διπλωμάτης ή ανώτατος αξιωματικός, όταν καινοτόμησε η κυβέρνηση το 2019 αλλάζοντας το νόμο στα μέτρα του τότε διοικητή της ΕΥΠ, ο οποίος δεν είχε καν πτυχίο, προκειμένου να μπορεί να τοποθετηθεί σε αυτή τη θέση. Θεωρεί τομή το ξεχείλωμα της έννοιας της εθνικής ασφάλειας ή το ότι δεν θα δικαιούνται οι πολίτες επί τρία χρόνια να ενημερώνονται για το αν παρακολουθούνται. Θεωρεί τομή την απαγόρευση χρήσης κακόβουλων λογισμικών από οποιονδήποτε ιδιώτη, όταν τελικά η Ελλάδα ήταν αυτή, σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times, που δεν διαψεύστηκε και σύμφωνα με το οποίο έδωσε άδεια εξαγωγής του Predator στη Μαγαδασκάρη, ανοίγοντας το δρόμο σε άλλες χώρες να το χρησιμοποιούν σε βάρος πολιτών τους.
Για τι τους μέμφεστε ακριβώς;
Τέσσερα συμπεράσματα βγάλαμε από την παράσταση που σκηνοθέτησε ο πρωθυπουργός, με τον πρόεδρο της βουλής. Πρώτον, οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες μπορούν να προσαρμόζονται ανάλογα με τις ανάγκες του πρωθυπουργού. Οι κανονισμοί λειτουργίας της βουλής είναι για να σπάνε, όταν αμαυρώνουν την εικόνα του. Δεύτερον, μπορεί ο πρωθυπουργός να αφήνει αενάως αναπάντητο το ερώτημα αν παρακολουθούνται υπουργοί και στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Και επιπλέον να υπερασπίζεται αυτή του την πράξη με μεγάλες δόσεις δήθεν πατριωτισμού. Τρίτον, όποιο κοινοβουλευτικό κόμμα αντιδρά στο νομοσχέδιο περνά τα όρια της τοξικότητας και επιβάλλει διχασμό. Είναι εκείνοι που αντιδρούν αυτοί που σέρνουν τη δημοκρατία στο βούρκο, κατά τον πρωθυπουργό, και φτιάχνουν θεωρίες συνωμοσίας (πώς τεκμαίρεται αυτό;) προς άγραν ψήφων. Τέταρτον, η επίκληση της απούσας Δικαιοσύνης από την διερεύνηση του σκανδάλου είναι παρέμβαση στην ανεξαρτησία της. Μέμφεται ο Κ. Μητσοτάκης τον Αλ. Τσίπρα που δεν προσκόμισε –είπε- αποδείξεις στον κ. Ντογιάκο. Με δημοσιεύματα στον ελληνικό και τον διεθνή Τύπο σε ανοιχτή ροή, τα κόμματα είναι αυτά που θα πρέπει να προσκομίσουν αποδείξεις; Δεν έχει την αυτεπάγγελτη ευθύνη η Δικαιοσύνη να διερευνήσει; Κατά τον πρωθυπουργό, βεβαίως, ο κ. Ντογιάκος μπορεί να πάρει όσο χρόνο χρειάζεται, να μην έχει καλέσει κανέναν από τους δημοσιογράφους που αποκαλύπτουν σχεδόν καθημερινά το σκάνδαλο στην ολότητά του (δεν είναι μόνο ο Κ. Βαξεβάνης και ο Τ. Τέλλογλου), να μην έχει καλέσει κανέναν από αυτούς που έχουν αρνηθεί να καταθέσουν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής ή στην εξεταστική επιτροπή για τις παρακολουθήσεις, να μην έχει ζητήσει από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (όπως η PEGA) να καταθέσουν επίσημα τα πορίσματά τους και τα στοιχεία που έχουν συλλέξει, να μην έχει καλέσει τους παραιτηθέντες ή αποπεμφθέντες λόγω του σκανδάλου, να μην έχει ζητήσει τη συνδρομή των ανεξάρτητων αρχών, να μην έχει καλέσει τους πολίτες που παρακολουθούνται.
Σε κανένα από τα ερωτήματα που έθεσε η αντιπολίτευση δεν απάντησε ο Κ. Μητσοτάκης. Όλα για αυτόν είναι «μικρά» και «υποκριτικά». «Είστε ένας εξαπατημένος από το ίδιο σας το αίμα; Ή εσείς τελικά είστε ο ιθύνων νους, ο ενορχηστρωτής, ο ηθικός αλλά και φυσικός αυτουργός της πιο βαθιάς πληγής στο σώμα της θεσμικής λειτουργίας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στον τόπο μας, από τη μεταπολίτευση και μετά;», αναρωτήθηκε ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος κάλεσε τον πρωθυπουργό να αποχαρακτηρίσει το απόρρητο, ώστε να μάθουμε τι έχει συμβεί. Ο ίδιος χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «συνταγματική εκτροπή που πλήττει ευθέως τα θεμέλια του πολιτεύματος». Ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας, είπε ότι με το νομοσχέδιο «η κυβέρνηση ενισχύει τις δυνατότητες του κράτους να παρακολουθεί, να καταστέλλει αλλά και να χειραγωγεί το λαό, ώστε να δέχεται αδιαμαρτύρητα την καταπάτηση των ελευθεριών και δικαιωμάτων του» και δήλωσε πως «δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη σε αυτή τη Δικαιοσύνη». Ο Μ. Κατρίνης από το ΠΑΣΟΚ επισήμανε ότι «το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την ΕΥΠ κινείται στη λογική της συγκάλυψης και της αναδρομικής νομιμοποίησης των αυθαιρεσιών του παρακρατικού μηχανισμού που έχει στηθεί», ενώ ο Ν. Ανδρουλάκης προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επειδή δεν υπάρχει ένδικο βοήθημα για να ενημερωθεί για την παρακολούθησή του. Τέλος, ο Γ. Βαρουφάκης από το ΜέΡΑ25 είπε «φέρνετε το νομοσχέδιο να δείξετε ότι κάτι κάνετε, αλλά αυτό που κάνετε δεν είναι τίποτα παραπάνω από την παγιοποίηση του παρακράτους παρακολουθήσεων. Ότι όμως και να κάνετε, δεν σώζεστε κ. Μητσοτάκη».
Ενός ανδρός αρχή
Η συζήτηση στη βουλή παρουσιάστηκε ως «σφοδρή σύγκρουση», με αποσπάσματα από «πύρινες ατάκες». Όμως, δεν ήταν η «Ώρα του πρωθυπουργού», αλλά η συζήτηση και ψήφιση ενός νομοσχεδίου που καταγγέλλεται από τις ανεξάρτητες αρχές. Ένα νομοσχέδιο, που σύμφωνα με τον πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα «θίγει τον πυρήνα των ατομικών δικαιωμάτων, διότι δεν υπάρχει ανεξάρτητη εποπτική αρχή». Ένα νομοσχέδιο που, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, «αφαιρεί από την Αρχή για πρώτη φορά, εδώ και 18 χρόνια, την αρμοδιότητα ενημέρωσης του θιγέντος». Ένα νομοσχέδιο διαχείρισης ενός σκανδάλου, που όμως θα αποτελεί νόμο του κράτους και επικίνδυνο εργαλείο στα χέρια της κυβέρνησης να παρακολουθεί τους πάντες: τα στελέχη της, τους πολιτικούς της αντιπάλους, τους δημοσιογράφους, τους πολίτες. Ένα νομοσχέδιο που επιβάλλει ενός ανδρός αρχή, στην κυριολεξία.