Έργο του Αλέκου Φασιανού
Πρόσφατα σε επίσκεψή του στην Αθήνα ένας συνεργάτης της δημάρχου της Βαρκελώνης Άντα Κολάου, εξέφρασε την έκπληξή του ακούγοντας την είδηση ότι πέντε ακόμη ξενοδοχεία δημιουργούνται στην πλατεία Ομονοίας και γύρω από αυτή - σε μια περίοδο που υπάρχει έντονος προβληματισμός και λαμβάνονται μέτρα για τον υπερτουρισμό που αλλοιώνει το κέντρο των πιο δημοφιλών πόλεων. Στη Βαρκελώνη περιορίζουν τον ελλιμενισμό των τουριστικών πλοίων, στη Φλωρεντία έχει απαγορευτεί το γρήγορο φαγητό δρόμου, προκειμένου να περιοριστούν τα σκουπίδια που αφήνουν πίσω τους, κυρίως οι τουρίστες, ενώ στη Βενετία πολλοί μόνιμοι κάτοικοι εγκαταλείπουν την πόλη λόγω της ακρίβειας και γιατί πλέον ακόμα και στη θέση απαραίτητων καταστημάτων, όπως π.χ. τροφίμων, ανοίγουν μαγαζιά με σουβενίρ. Το πώς παραμένει ζωντανή και προσιτή μια πόλη, το κέντρο της για τους κατοίκους της, είναι το ερώτημα που δημιουργεί πολλούς προβληματισμούς.
Στην Ελληνοαμερικανική Ένωση παρουσιάζεται η έκθεση «Πολυκατοικία». Ο Νίκος Βατόπουλος, που με την Ίριδα Κριτικού επιμελούνται την έκθεση, επεσήμανε ότι αυτή επιχειρεί να ξεδιπλώσει μια οπτική αφήγηση. Δεν πρόκειται για μια έκθεση αρχιτεκτονικής ή κοινωνιολογίας, τονίζει, αλλά πρόθεση είναι να υποβάλει τη συνεκτική δύναμη της πολυκατοικίας μέσα από τις αντιφάσεις της.
Στο κείμενο της παρουσίασης διαβάζουμε: «Η πολυκατοικία, όπως την γνωρίζουμε σήμερα, γεννήθηκε από το διάταγμα του 1929 περί οριζοντίου δομήσεως, αλλά μεταπολεμικά συνδέθηκε με την αστυφιλία και την αντιπαροχή, όπως και με την ανάπτυξη των προαστίων. Η αισθητική, αρχιτεκτονική και κοινωνιολογική ερμηνεία της παραμένει πάντα ένα ζητούμενο. Η έκθεση, οι ομιλίες, οι ξεναγήσεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που θα πλαισιώσουν το εγχείρημα αυτό, φιλοδοξούν να ενισχύσουν έναν δημόσιο διάλογο γύρω από την επικράτηση, την εξέλιξη και την προοπτική της πολυκατοικίας ως ενός φαινομένου που σφραγίζει τον ελληνικό αστικό χώρο αλλά και να προκαλέσουν μια βεντάλια βλεμμάτων από την αρχιτεκτονική, τις κοινωνικές επιστήμες, τις τέχνες και τα προσωπικά βιώματα όλων».
Τα έργα για την Πολυκατοικία παρουσιάζονται στους δύο εκθεσιακούς χώρους του ισογείου, «Κέννεντι» και «Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας»: Φωτογραφίες, εγκαταστάσεις, βίντεο, πίνακες ζωγραφικής, κεντήματα, μακέτες, έργα καταξιωμένων δημιουργών αλλά και ταλαντούχων περιπατητών της πόλης «συνομιλούν» ανά ενότητες. Όπως, για παράδειγμα, δύο μακέτες πολυκατοικιών, μία εξ αυτών η μπλε πολυκατοικία των Εξαρχείων, με τη φτιαγμένη από σπιρτόκουτα μακέτα του αποβιώσαντα σημαντικού πολεοδόμου Αριστείδη Ρωμανού και στον απέναντι τοίχο με την υπέροχη υφαντή πολυκατοικία της Ιωάννας Τερλίδου. Η έκθεση συμπληρώνεται και με αρχειακό υλικό, περιοδικά ή τα περίφημα λαχεία της Ένωσης Συντακτών που πρόσφεραν διαμερίσματα.
Εγκατάσταση του Μάριου
Βουτσινά
Το δικαίωμα στην πόλη
Τον τίτλο του διάσημου βιβλίου του Ανρί Λεφέβρ επέλεξε ως τίτλο της ομιλίας του ο καθηγητής Ιστορίας, Κριτικής Ανάλυσης και Θεωρίας στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Ανδρέας Γιακουμακάτος, που εν συντομία μεταφέρουμε εδώ. Ο Α. Γιακουμακάτος ξεκίνησε την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ομιλία του από την προσωπική του εμπειρία, την παιδική του ηλικία στη Νίκαια (Κοκκινιά τότε), προβάλλοντας φωτογραφικό υλικό και περιγράφοντας μια περιοχή με πολύ χαμηλά σπίτια που, όταν αυτά, με το σύστημα αντιπαροχής, αντικαταστάθηκαν από πολυώροφες πολυκατοικίες, παρέμεινε η ίδια αίσθηση ασφυξίας, αφού αναπαράχθηκαν τα ίδια κοινωνικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα. Παρά τις αλλαγές στην κοινωνία, η ποιότητα ζωής, ο βασικός χαρακτήρας της κοινωνικής συμβίωσης δεν έχει μεταβληθεί. Αυτή η περιγραφή δεν περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη περιοχή του αττικού λεκανοπεδίου. Μια πόλη καθορίζεται από τη συλλογική μνήμη τις συλλογικές νοοτροπίες, τις σχέσεις της κοινωνίας με τους ανθρώπους. Έχει να κάνει με τους τρόπους που οι πολίτες της αντιλαμβάνονται την κοινή συμβίωση και δεν μοιάζει με τις σχέσεις και τη ζωή στην εξοχή. Η ιστορία της νεότερης Αθήνας, έχει χαρακτηριστεί από σχεδιαστικά εγχειρήματα που, αν και υποστηρίχτηκαν συχνά και από προοδευτική νομοθεσία, δεν εφαρμόστηκαν, ενώ και οι νόμοι καταστρατηγούνται από ιδιωτικές πιέσεις και συμφέροντα και από τις πολιτικές επιδιώξεις της εκάστοτε ηγεσίας, με στόχο τον προσεταιρισμό ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων. Ο αστικός και γενικότερα ο εθνικός χώρος διαμορφώθηκε ανεξάρτητα από τις προθέσεις, τις διαπιστώσεις και τους προγραμματικούς στόχους των ρυθμιστικών σχεδίων ενώ ο ρόλος του δημόσιου χώρου έχει ποικιλοτρόπως υποβιβαστεί.
Όταν ο Σταμάτιος Κλεάνθης και ο Εδουάρδος Σάουμπερτ, το 1832, ανέλαβαν τον σχεδιασμό της Αθήνας, ενώ επιβάλλονταν απαλλοτριώσεις, αντιμετώπισαν πολλές αντιδράσεις από τους ιδιοκτήτες γης, ανάμεσά τους και την Εκκλησία. Έτσι τα έργα υλοποιούνταν με διαρκή διαπραγμάτευση και με τους στρατιωτικούς μηχανικούς, χωρίς πρόβλεψη για κτίρια δημόσιας ωφέλειας: Σχολεία, αγορές, κτίρια κυβερνητικά, ψυχαγωγίας, θεάτρου, μουσικής. Το 1929, ο Ε. Βενιζέλος συγκρούεται με την πνευματική ηγεσία του τόπου, κυρίως τους αρχιτέκτονες Πικιώνη, Καραντινό και άλλους, που ήταν αντίθετοι με την τοποθέτηση του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη στο σημείο αυτό και την αφύσικη υπερύψωση του κτιρίου, εν συνεχεία της Βουλής, και κατά συνέπεια την καταστροφή της ωραίας νεοκλασικής πλατείας του Συντάγματος.
Με τους 1.300.000 πρόσφυγες το ’22, η ανάγκη στέγασης δημιουργεί οργιώδη οικοδομική ανάπτυξη ενώ νομιμοποιούνται οι αυθαίρετοι οικισμοί. Το 1929, η κυβέρνηση Βενιζέλου ψηφίζει το νόμο για τις πολυκατοικίες. Για τη στέγαση των προσφύγων, το 1922, η Επιτροπή Αποκαταστάσεων Προσφύγων (ΕΑΠ) χωροθετεί οικισμούς διάσπαρτους στο Λεκανοπέδιο Αττικής χωρίς σύνδεση με την πολεοδομική διάρθρωση και χωρίς υλοποίηση υποδομών. Με πρόσχημα την επείγουσα ανάγκη στέγασης η Επιτροπή παρεμβαίνει στον πολεοδομικό σχεδιασμό με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της Πρωτεύουσας, ενώ το ’20 και το ’30 συνεχίζεται η οικοδόμηση εκτός σχεδίου, η αυθαίρετη δόμηση και εν συνεχεία η νομιμοποίηση. Την περίοδο του Μεσοπολέμου ουσιαστικά υπάρχει ιδιωτική πολεοδόμηση, δηλαδή προσάρτηση περιοχών εκτός σχεδίου με τις αυθαιρεσίες επιχειρηματιών γης που ρυμοτομούν εκτάσεις και τις προσαρτούν κοντά σε περιοχές που διαθέτουν δίκτυα, επιτυγχάνοντας, στη συνέχεια, τη νομιμοποίηση των περιοχών αυτών. Τα παραπάνω κατέγραψε εύγλωττα ο αρχιτέκτονας και πολεοδόμος Κώστας Μπίρης, Αθηνογράφος, συγγραφέας του βιβλίου «Αι Αθήναι: Από τον 19ον εις τον 20ον αιώνα».
Το 1934, μια ομάδα γνωστών αρχιτεκτόνων, οι Δεσποτόπουλος, Δραγούμης, Κοντολέων, Πικιώνης, Μητσάκης, Ρουσόπουλος, Σιάγας, Καραντινός, Κ. Μπίρης, εκπρόσωποι κυρίως της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, συντάσσει μια επιστολή προς τον τότε γερουσιαστή και πρόεδρο του τεχνικού επιμελητηρίου Νίκο Κιτσίκη. Οι αρχιτέκτονες, εκφράζοντας την απόγνωσή τους για την κατάσταση της Αθήνας, προσφέρουν αμισθί τις υπηρεσίες τους. Μια πρωτοβουλία χωρίς συνέχεια. Το 1936, ο Μεταξάς ιδρύει το Υπουργείο Διοικήσεως Πρωτευούσης, προκειμένου να υπάρξει ένα γενικός σχεδιασμός της πόλης, στη συνέχεια το υπουργείο καταργείται χωρίς να έχει παράξει έργο ενώ και τα αρχεία εξαφανίζονται. Στο μεταξύ, από το 1940 έως το 1971, ο πληθυσμός της Αθήνας υπερδιπλασιάζεται, φτάνοντας τους 2.600.000 κατοίκους, παρουσιάζοντας μια άναρχη εικόνα. Στην πρωτεύουσα έχει συγκεντρωθεί όλη η οικονομική δραστηριότητα και η επαρχία έχει αποδυναμωθεί. Η μετάβαση στην Αθήνα για καθαρά βιοποριστικούς λόγους, με συνεχή αναφορά στον τόπο προέλευσης (η πλειοψηφία έχει διατηρήσει εκεί τα εκλογικά δικαιώματα), οδηγεί σε ένα είδος απουσίας αστικού πατριωτισμού οπότε και έλλειψη αγάπης προς τον δημόσιο χώρο. Παράλληλα εκδίδεται και το Λαχείο Συντακτών που μοιράζει διαμερίσματα και πολυκατοικίες. Εργολάβοι και οικoπεδούχοι ενεργούν με κίνητρο το μέγιστο οικονομικό όφελος. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα ενός σχεδίου της Σουζάνας και του Δημήτρη Αντωνακάκη και πώς τελικά υλοποιήθηκε, αγνώριστο πλέον, υπό την πίεση του εργολάβου. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η χώρα βρισκόταν σε ένα γεωπολιτικό σταυροδρόμι, ο χώρος της πόλης εργαλειοποιήθηκε προκειμένου να ξεπεραστούν οι πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις. Η ελληνική κοινωνία δεν διέθετε τα απαραίτητα οικονομικά και πολιτικά μέσα και εργαλεία για να ακολουθήσει πολιτικές εμπνευσμένες από τις πρακτικές σχεδιασμού στο Λονδίνο ή στο Παρίσι. Οι πολεοδόμοι που εκπαιδεύτηκαν στη Δύση χρησίμευσαν ως πρόσοψη της νεοτερικότητας, χωρίς καμία δύναμη στην πόλη. Έτσι η Αθήνα αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα και σε σύγκρουση με το φυσικό τοπίο. Πώς επιδρά αυτό στον ψυχισμό των κατοίκων; Σύμφωνα με τη Serenella Iovino, φιλόσοφο και καθηγήτρια περιβαλλοντικού σχεδιασμού, η ομορφιά είναι απαραίτητη, συνδέεται με την ψυχολογική μας υγεία. Τα τοπία φυσικά ή αστικά δεν είναι τα μέρη στα οποία ζούμε, περισσότερο αυτά μας κατοικούν, κατοικούν στη φαντασία μας, στον ψυχισμό μας, δύσκολα μπορεί να είναι κάποιος ευτυχισμένος σε ένα καταθλιπτικό ή λεηλατημένο τοπίο.
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 31/1/2023.
Πληροφορίες: www.hau.gr/el-gr/culture/events/2022/polykatoikia
Ολόκληρη η ομιλία του Α. Γιακουμακάτου: www.hau.gr/el-gr/culture/events/2022/to-dikaioma-stin-poli