Σωτήρης Ρούσσος «Επανάσταση και Eξέγερση στη Μέση Ανατολή», εκδόσεις Gutenberg, 2022
Το βιβλίο «Επανάσταση και Eξέγερση στη Μέση Ανατολή» του Σωτήρη Ρούσσου δεν αποτελεί μόνο σημαντική συνεισφορά στη φτωχή ελληνική βιβλιογραφία για τη Μέση Ανατολή, αλλά μπορεί να σταθεί με αξιώσεις απέναντι σε ανάλογες μελέτες από το εξωτερικό. Η βαθιά γνώση, η νηφαλιότητα της ανάλυσης, η συνείδηση της περιπλοκότητας της πραγματικότητας και το προοδευτικό πνεύμα συνιστούν τις βασικές αρετές του συγγραφέα, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Έχει δε ιδιαίτερη σημασία ότι το βιβλίο διαβάζεται με ευκολία, χωρίς ιδιαίτερα γνωστικά προαπαιτούμενα.
Στο βιβλίο του ο Ρούσσος μελετάει δύο ιστορικής εμβέλειας λαϊκά κινήματα της Μέσης Ανατολής. Το πρώτο είναι η Μεγάλη Αραβική Εξέγερση στην Παλαιστίνη το 1936-39 και το δεύτερο είναι η Ισλαμική Επανάσταση του Ιράν του 1979. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας, σκοπός του είναι η «υποστήριξη του επιχειρήματος ότι στην περιοχή της Μέσης Ανατολής η αντανάκλαση των επαναστατικών καταστάσεων στις περιφερειακές εξελίξεις είναι το ίδιο σημαντική με την επίδραση του διεθνούς συστήματος, αν όχι σημαντικότερη πολλές φορές».
Μέσα από τη ανάλυση των ιστορικών γεγονότων και των κοινωνικών δομών οδηγούμαστε στις δύο βασικές παρατηρήσεις του Ρούσσου:
Α) Η Μεγάλη Αραβική Εξέγερση ενάντια στη Βρετανική Εντολή και το σιωνιστικό πρόγραμμα «δημιούργησε την αραβοϊσραηλινή σύγκρουση που κυριάρχησε στο σύστημα της Μέσης Ανατολής μέχρι τουλάχιστον τη δεκαετία του ’90».
Β) Μετά την Ισλαμική Επανάσταση του Ιράν «όλες οι συμμαχίες και οι ανταγωνισμοί στη Μέση Ανατολή άλλαξαν ραγδαία και οι αναλύσεις για τις περιφερειακές ισορροπίες στην περιοχή έπρεπε να αναθεωρηθούν».
Σπάνια οι γεωπολιτικές αναλύσεις λαμβάνουν υπ’ όψη την κίνηση «των από κάτω». Σχεδόν πάντα το βλέμμα τους περιορίζεται στα παίγνια «των από πάνω». Κατά συνέπεια, η προσέγγιση του Σωτήρη Ρούσσου συνιστά μια πρωτότυπη επιστημονική συνεισφορά.
Πέρα από το βασικό επιχείρημα του συγγραφέα, το «Επανάσταση και Eξέγερση στη Μέση Ανατολή» παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον σε τρία ακόμα πεδία.
Το πρώτο είναι ότι αποτελεί μια, συνοπτική μεν διεισδυτική δε, ανάλυση των κοινωνιών της Παλαιστίνης και του Ιράν. Στην ανάλυση του Ρούσσου έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα τα κοινωνικά δίκτυα και οι ιεραρχίες, καθώς και οι εξελίξεις στην οικονομία. Είναι μια γεωπολιτική ανάλυση που δεν δίνει σημασία μόνο στη στήριξη των ΗΠΑ στον Σάχη, αλλά και στη σχέση των εμπόρων του παζαριού με τους σιίτες ουλεμάδες.
Δεύτερον, παρ’ όλο που δεν πρόκειται για βιβλίο Ιστορίας, το βιβλίο μπορεί να βοηθήσει στην κάλυψη κενών ιστορικής γνώσης για τη Μέση Ανατολή. Στην Ελλάδα αρκετοί-ές έχουν ακούσει τις Ταξιαρχίες αλ-Κασάμ της Χαμάς, αλλά λίγοι-ες ξέρουν ποιος ήταν ο Ιζ αλ-Ντιν αλ-Κασάμ, ο θάνατος του οποίου αποτέλεσε τη θρυαλλίδα της παλαιστινιακής εξέγερσης το 1936.
Τρίτον, το βιβλίο δίνει την ευκαιρία να βαθύνει ο πολιτικός προβληματισμός για τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής. Για παράδειγμα, ο Ρούσσος υποστηρίζει ότι στο Ιράν των δεκαετιών του ’60 και του ’70 η συμμαχία της Αριστεράς με το πολιτικό Ισλάμ δεν ήταν μόνο τακτική. Αποτελούσε επίσης το αποτέλεσμα της διαδικασίας συγκρότησης του ιρανικού κράτους στον 20ό αιώνα κατά την οποία «οι ταξικές συγκρούσεις εγγράφονταν στο πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο του ιρανικού σιιτικού θρησκευτικού εθνικισμού».
Ειδικά ο/η αναγνώστης/τρια που πρόσκειται στην Αριστερά, διαβάζοντας το βιβλίο εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί αν η έφοδος των μαζών στο προσκήνιο της Ιστορίας οδηγεί κατ’ ανάγκη σε προοδευτικές εξελίξεις.