Τα δημοσιεύματα και τα σχόλια των εφημερίδων είναι ποικίλα, αλλά η ουσία του σκανδάλου Qatargate, είναι κοινή: βαλίτσες με χαρτονομίσματα, πολυτελείς διακοπές, τραπεζικοί λογαριασμοί, διοχέτευση χρημάτων σε ύποπτες ΜΚΟ, κ.λπ.
Σε δηλώσεις του ο Raphaël Glucksmann, πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής κατά της Ξένης Παρέμβασης σημειώνει: «Από τότε που προεδρεύω στην επιτροπή, έχω προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι η διαφθορά και η διείσδυση ξένων συμφερόντων επηρεάζει όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και όλα τα πολιτικά κόμματα﮲ δεξιά και αριστερά».
Επικρατεί αγανάκτηση και οργή στους ευρωπαίους πολίτες. Ερευνάται δικαστικά ένα εκτεταμένο «σύστημα διαφθοράς», με πολλά πλοκάμια. Εντυπωσιακή είναι και η γλώσσα των πρωταγωνιστών του σκανδάλου, που αντικατοπτρίζει μια απύθμενη αλαζονεία και δηλητηριάζει την ευρωπαϊκή οντότητα, σε πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο.
Η διαφθορά στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα επηρεάζει τη δημόσια ζωή, ενώ και το ευρωπαϊκό «ιδεώδες» τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η λέξη «διαφθορά» αλλά και το ίδιο το φαινόμενο υποδηλώνει έναν ηθικό εκφυλισμό﮲ την αποκάλυψη των ηθών μιας κοινωνίας και του πολιτικού ιστού της, καθώς και της άρχουσας τάξης.
Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αναπαράγει μια «κάστα», η οποία χρησιμοποιεί τη δύναμή της για να αποκτήσει χρήματα ή άλλους πόρους για τον εαυτό της ή για την ομάδα της, με αντάλλαγμα παράνομες παραχωρήσεις ευεργετημάτων, σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
Ηθικο-πολιτική εξαθλίωση
Πάντως, η διαφθορά δεν αποτελεί μόνο δικαστικό πρόβλημα, ειδικά όταν διεισδύει στην κοινωνική ζωή, την οικονομία και τους δημόσιους θεσμούς. Στη βάση του σκανδάλου βρίσκεται η ηθικο-πολιτική εξαθλίωση των κοινωνικών και δημοσίων σχέσεων. Η μείωση της διαφθοράς μόνο στο επίπεδο της νομιμότητας και η στήριξη των ανακριτών είναι απαραίτητη, αλλά όχι αρκετή και δεν αρμόζουν οι ηθικολογίες.
Βέβαια, ο ίδιος ο Μακιαβέλι ήταν ηθικολόγος με τον δικό του τρόπο. Δεν δίστασε να υπογραμμίσει ότι «δεν υπάρχουν νόμοι ή εντολές που να αρκούν για να περιορίσουν μια παγκόσμια διαφθορά. Όπως και τα καλά ήθη, για να διατηρηθούν, χρειάζονται νόμους. Έτσι οι νόμοι, για να τηρούνται, χρειάζονται καλή ηθική».
Η διαφθορά «μολύνει» τα ήθη του δημοκρατικού πολιτεύματος και αποτελεί έναν τρόπο ζωής, που ενσωματώνεται στην άρνηση καλλιέργειας του «κοινού καλού».
Άλλωστε, το πρωταρχικό καθήκον ενός πολιτικού ηγέτη είναι να εμποδίζει τη διαφθορά των ηθών και τη διάβρωση της πολιτικής ζωής και δεν αρκεί να συμμορφώνεται απλώς με τις διατάξεις της νομιμότητας.
Η δημοκρατία αποτελεί το καλύτερο πολίτευμα, υπό τον όρο ότι στηρίζεται από τον λεγόμενο «χρηστό πολίτη», ο οποίος ελέγχει εκείνους που ασκούν εξουσία και διαχειρίζονται τις δημόσιες υποθέσεις. Έτσι υπαγορεύει το δημοκρατικό και φιλελεύθερο «δόγμα» και ο χρηστός πολίτης είναι αυτός που έχει την υποχρέωση να το υπηρετεί. Η συμπεριφορά του καθοδηγείται από μια «πίστη» που τον οδηγεί να σέβεται τον νόμο επειδή πιστεύει ότι είναι σωστός.
Η διαφθορά των ηθών του res publica έχει ήδη φτάσει σε προχωρημένο στάδιο σήψης και ένας υγιής «πραγματισμός» μας εμποδίζει να το δούμε. Η αστική «εγρήγορση» περιορίζεται μόνο στη νομιμότητα και, ενίοτε, οι κανόνες γίνονται σεβαστοί από οπορτουνισμό ή ωφελιμισμό, από φόβο ή εξαναγκασμό, από κομφορμισμό ή συναίνεση.
Πάντως, σε μια κοινωνία όπου ισχύουν τέτοιες «ευαισθησίες και τάσεις», δυσκολεύει ακόμη και η καταγγελία του διεφθαρμένου ή της διαφθοράς, υπό το φόβο αντιποίνων. Βέβαια, σε μια κοινωνία που κυριαρχείται από μια τέτοια πολιτική κουλτούρα διευρύνεται ο κύκλος της διαφθοράς.
Η πολιτική ως εμπόριο
Η πολιτική ως «κοινό εμπόριο» αποτελεί το σημείο μηδέν της δημοκρατίας. Όπου υπάρχει μια αγορά, η οποία μας παρέχει ευημερία, υπάρχει αναπόφευκτα και η «μαύρη αγορά», των πολιτικών και οικονομικών ανταλλαγών, εγχώριων, ευρωπαϊκών και διεθνών.
Κατά το παρελθόν στη Ιταλία, το σκάνδαλο της Ταντζεντόπολης προέκυψε από τις έρευνες των αδέκαστων δικαστών, αλλά ταυτόχρονα επιτάχυνε και το τέλος της λεγόμενης «πρώτης Δημοκρατίας». Η διαφθορά είχε κατακλύσει το ιταλικό κοινοβούλιο και τις συστημικές πολιτικές δυνάμεις της εποχής.
Η σημερινή ευρω-ταντζεντόπολη, σε διεθνή κλίμακα, έχει κατακλύσει το ευρωκοινοβούλιο, ιδιαίτερα τη δεύτερη αριθμητικά ευρωομάδα, τη σοσιαλιστική.
Σαφώς, η αλαζονική και αυτοαναφορική πολιτική των σημερινών ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και της ευρωπαϊκής αριστεράς, έχει «εκτοξεύσει» τον ευρωσκεπτικισμό.
Η διαφθορά «εμφιλοχωρεί» στην Ιταλική Αριστερά
Στην Ιταλία, μερικοί εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο, προέρχονται από το ρεύμα Νταλέμα, πρώην προέδρου του PD και συνδέονται, με εργολαβίες αυτοκινητόδρομων, τραπεζικές «μανούβρες», συνδικαλιστικά σκάνδαλα, κ.ά.
Αντιπροσωπεύουν την επιχειρηματική διαπλοκή μεταξύ της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς, με συνεταιρισμούς, ασφαλιστικές εταιρείες, συνδικάτα.
Αυτή η «αριστερή κάστα» εκπροσωπεί εκείνο το τμήμα του Δημοκρατικού Κόμματος το οποίο, με την έλευση του Ρέντσι, βγήκε αποδυναμωμένο στο εσωτερικό του κόμματος.
Μάλιστα, μετά την υπόθεση του Κατάρ, φαίνεται να είναι ένα μικρό εκλογικό «καρτέλ» χρήσιμο για την κίνηση σχέσεων και χρημάτων, με εργαλείο τις ΜΚΟ και αγροτικούς συνεταιρισμούς.
Τόσο ο Νταλέμα όσο και ο Ρέντσι φέρονται να εκπροσωπούν συμφέροντα του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας, στην Ιταλία.
Ένα «φάντασμα» πλανιέται πάνω από το PD και την Ιταλική Αριστερά. Το φάντασμα του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ που σε συνέντευξη του στις 28.07.1981, έλεγε: «Τα σημερινά κόμματα είναι πάνω από όλα μηχανές εξουσίας και πελατειακών σχέσεων (…) και στερούνται παντελώς αισθημάτων και κοινωνικο-πολιτικού πάθους. Διαχειρίζονται συμφέροντα, ποικίλα, αντιφατικά, αμφίβολα, χωρίς την παραμικρή σχέση με τις απαιτήσεις και τις αναδυόμενες ανάγκες των ανθρώπων. Η ίδια η οργανωτική δομή τους προσαρμόστηκε σε αυτό το μοντέλο και δεν είναι πια οργανωτές του λαού, ούτε πολιτικοί σχηματισμοί που προωθούν την πολιτικο-κοινωνική πρωτοβουλία. Είναι μάλλον ομοσπονδίες ρευμάτων, που αποπνέουν καμαρίλα, καθένα με αρχηγό, υπαρχηγό κ.λπ.»