Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα της τελευταίας έκθεσης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), που δημοσιεύτηκε πριν λίγες μέρες, για την πορεία της παγκόσμιας αγοράς εργασίας, τόσο όσον αφορά στα ποσοστά της απασχόλησης, όσο και στην ποιότητα αυτής.
Συνοπτικά, στις 190 σελίδες της έκθεσης περιγράφεται πως οι αναδυόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η άνιση ανάκαμψη από την πανδημία και τα συνεχή προβλήματα στις αγορές τροφίμων και εμπορευμάτων, έχουν προκαλέσει ένα στασιμοπληθωριστικό επεισόδιο, που λόγω της έλλειψης πολιτικών αύξησης των εισοδημάτων, έχει ως αποτέλεσμα μια κρίση κόστους ζωής «που απειλεί άμεσα τα προς το ζην των νοικοκυριών».
Η παγκόσμια ανεργία για το 2022 ανήλθε στα 473 εκατ. άτομα, με τις γυναίκες και τη νέα γενιά να αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες εργασιακές προκλήσεις, ενώ περίπου 2 δισ. άνθρωποι απασχολούνται στη μαύρη εργασία. Παράλληλα, μόνο το 47% των ατόμων παγκοσμίως καλύπτονται από κάποιου είδους επιδόματος κοινωνικής προστασίας, με 4 δισ. ανθρώπους να είναι τελείως ακάλυπτοι. Υπολογίζεται δε πως 214 εκατ. εργαζόμενοι ζουν σε ακραία φτώχεια, καθώς η ανισότητα στα εισοδήματα τόσο μεταξύ των χωρών, όσο και εντός τους, παραμένει εξαιρετικά ισχυρή.
Η κατάσταση αυτή αναμένεται να επιδεινωθεί το 2023, καθώς η ILO προβλέπει σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας απασχόλησης (από 2,3% το 2022 θα μειωθεί στο 1%), δηλαδή αύξηση της παγκόσμιας ανεργίας σε 208 εκατ. ανθρώπους (οριακή αύξηση της ανεργίας θα υπάρξει στην Ευρώπη και το 2023 και το 2024). Η αύξηση αυτή θεωρείται μέτριας τάξης, αλλά θα είναι μόνο τόση, γιατί αναμένεται να υπάρξει πτώση των μισθών για τις ίδιες θέσεις εργασίας.
Και αυτό είναι το άλλο σημείο που επισημαίνεται στην έκθεση, η κακή ποιότητα εργασιακής απασχόλησης: «χωρίς πρόσβαση σε κοινωνική προστασία, πολλοί άνθρωποι απλά δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να μείνουν χωρίς δουλειά. Συχνά δέχονται κάθε είδους εργασία, με πολύ χαμηλές αμοιβές και κακά ωράρια. Η προβλεπόμενη επιβράδυνση ως εκ τούτου είναι πιθανό να αναγκάσει τους εργαζομένους να αποδεχτούν θέσεις εργασίας χειρότερης ποιότητας. Επιπλέον, με τις τιμές να αυξάνονται ταχύτερα από τους ονομαστικούς μισθούς, οι εργαζόμενοι θα βιώσουν μια ταχεία μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους, ακόμη και όταν μπορούν να διατηρήσουν τις τρέχουσες δουλειές τους».
Παράλληλα, σημειώνεται πως παρά τη συνολική επιβράδυνση της απασχόλησης, οι ελλείψεις ειδικευμένου εργατικού δυναμικού παραμένουν σημαντικές σε ορισμένες χώρες και τομείς και κρίνεται απαραίτητο τα κράτη να προβούν σε αύξηση των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, ώστε να ξεκλειδωθεί το πλήρες δυναμικό του παγκόσμιου πληθυσμού. Αναγκαία, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ILO, κρίνεται ούτως ή άλλως και μια ανανεωμένη πολιτική συντονισμού και κοινωνικού διαλόγου από τις κυβερνήσεις παγκοσμίως, προκειμένου να ενισχυθεί η ποιότητα των θέσεων εργασίας και να προστατευτούν τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψιν και την αντιμετώπιση των απειλών στην εργασία από την κλιματική κρίση. «Κυβερνήσεις και κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να αδράξουν τη στιγμή για να εμβαθύνουν τη συνεργασία για τον σκοπό αυτό», σημειώνει η ILO.