Δύο εκατομμύρια πολίτες έδωσαν από τους δρόμους του Παρισιού, της Τουλούζης, της Μασσαλίας και άλλων 200 περίπου γαλλικών πόλεων τη δική τους ειρηνική και μαζική απάντηση, σύμφωνα με τη CGT, στην αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 64 από τα 62 έτη που πρότεινε πριν από δέκα περίπου ημέρες η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν. Για τον ηγέτη του μεγαλύτερου γαλλικού συνδικάτου CGT Φιλίπ Μαρτινέζ, η συμμετοχή στην απεργία και στις διαδηλώσεις ξεπέρασε κάθε πρόβλεψη, αφού σύμφωνα με τον ίδιο στο Παρίσι οι διαδηλωτές ξεπέρασαν τις 400 χιλιάδες.
Η αριστερή Νέα Λαϊκή Οικολογική και Κοινωνική Ένωση (NUPES) έδωσε μαζικά το παρόν της σε όλες τις διαδηλώσεις, με τους βουλευτές της να φορούν την τρίχρωμη κορδέλα και να συμμετέχουν συλλογικά και ενωτικά στις περισσότερες περιπτώσεις. O γραμματέας του ΚΚ της Γαλλίας Φαμπιάν Ρουσέλ χόρεψε με τις φεμινίστριες με τις εργατικές φόρμες της Attac «Les Rosies» τη νέα χορογραφία τους «Θέλουμε να ζήσουμε» βασισμένη σε ένα γνωστό τραγούδι της Γκλόρια Γκέινορ.
Ο Ρουσέλ και ο επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ολιβιέ Φουρ προκάλεσαν τον Μακρόν, ζητώντας του να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για να περάσει τη μεταρρύθμισή του. «Η πρόοδος είμαστε εμείς. Αν η κυβέρνηση πιστεύει ότι η μεταρρύθμισή της είναι δίκαιη, ας κάνει δημοψήφισμα», τόνισε ο Ρουσέλ. Ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν της Ανυπότακτης Γαλλίας υπογράμμισε από τη Μασσαλία ότι «η κυβέρνηση έχασε την πρώτη της μάχη, αυτή του να πείσει τον κόσμο για την ανάγκη της μεταρρύθμισης». Για τον Μελανσόν οι κινητοποιήσεις «αποτέλεσαν ένα σημαντικό βήμα στην κοινωνική ιστορία της Γαλλίας». Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ifop, ακόμη και το 54% των ακροδεξιών ψηφοφόρων της Λε Πεν τάσσεται κατά της μεταρρύθμισης.
Για μια ακόμη φορά το συνδικαλιστικό κίνημα έδωσα ενωτικά τη μάχη του για να μην περάσει η μεταρρύθμιση του Μακρόν και το πακέτο της Μπορν, όπως φαίνεται και από το κάλεσμα των οκτώ μεγαλύτερων συνδικάτων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, που έχουν ήδη συμφωνήσει νέα ημερομηνία κινητοποιήσεων, την Τρίτη 31 Ιανουαρίου, την επομένη της πρώτης ημέρας εξέτασης του νομοσχεδίου στην Εθνοσυνέλευση.
Το υπουργείο Δημόσιας Διοίκησης παραδέχθηκε ότι τρεις στου δέκα δημοσίους υπαλλήλους συμμετείχαν στην απεργία, ή το 29,5%, ενώ η κυβέρνηση κινητοποίησε πάνω από 10 χιλιάδες αστυνομικούς και χωροφύλακες, εκ των οποίων 3.500 στο Παρίσι, που πραγματοποίησαν περίπου 30 συλλήψεις σε μικροεπεισόδια.
Η συμμετοχή στην απεργία σε μεγάλους δημόσιους κολοσσούς διαμορφώθηκε μεταξύ του 70% και του 100%, όπως στα διυλιστήρια της Total Energies, το βιοδιυλιστήριο της La Mede, τις αποθήκες καυσίμων κοντά στη Δουνκέρκη, τα πετροχημικά στο Μοζέλλα και στο Ροδανό (86%). Οι εργαζόμενοι στον πετροχημικό τομέα θα απεργούν εκ νέου στις 26 Ιανουαρίου και στις 6 Φεβρουαρίου.
Τα περισσότερα τρένα της Sncf ακινητοποιήθηκαν, ενώ παρέλυσαν και οι αστικές συγκοινωνίες του Παρισιού και άλλων μεγάλων πόλεων. Η συμμετοχή ανάμεσα στους μηχανοδηγούς των επιβατικών τρένων της SNCF έφθασε στο 77,4%, με το μέσο όρο των απεργών της εταιρείας να κυμαίνεται στο 46,3%. Η συμμετοχή των εργαζομένων στο δημόσιο ηλεκτρικό κολοσσό EDF έφθασε στο 44,5%, με μεγαλύτερα ποσοστά ανάμεσα στους εργαζομένους στα πυρηνικά εργοστάσια, ενώ στην Engie, τον δημόσιο κολοσσό που αντικατέστησε το δημόσιο κολοσσό φυσικού αερίου GDF, η συμμετοχή έφθασε στο 40%, σύμφωνα με την εταιρεία. Η συμμετοχή των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην απεργία έφθασε στο 70% και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο 65%.
Έναν νέο κύμα απεργιών πλήττει και την Πορτογαλία. Με το σύνθημα «Σεβασμός» περισσότεροι από 50 χιλιάδες απεργοί εκπαιδευτικοί συγκεντρώθηκαν στις 16 Ιανουαρίου έξω από το υπουργείο Παιδείας για να ζητήσουν την παραίτηση του υπουργού Ζοάο Κόστα, απαντώντας στο κάλεσμα του «Συνδικάτου Όλων των Καθηγητών» (STOP), που συμμετέχουν τα οκτώ συνδικάτων των εκπαιδευτικών. Το Μπλόκο της Αριστεράς και το Πορτογαλικό ΚΚ υποστηρίζουν τις απεργίες, καταγγέλλοντας ότι η κυβέρνηση προσφέρει στους εκπαιδευτικούς πολύ λιγότερα από αυτά που τους είχε υποσχεθεί προεκλογικά.
Η σκυτάλη των απεργιακών κινητοποιήσεων θα περάσει τις επόμενες ημέρες στους εργαζόμενους στη μεγαλύτερη αεροπορική εταιρεία της χώρας ΤΑΡ, αφού τα πληρώματα καμπίνας έχουν προκηρύξει 7ήμερη απεργία από τις 25 έως και στις 31 Ιανουαρίου, που θα οδηγήσει στην ακύρωση τουλάχιστον 1.316 πτήσεων κρατώντας στο έδαφος περισσότερους από 156 χιλιάδες επιβάτες.
Μετά την Υγεία, τις Μεταφορές, τη Στοιχειώδη και Μέση Εκπαίδευση και άλλους τομείς η νεοφιλελεύθερη λιτότητα της κυβέρνησης των Συντηρητικών του Ρίσι Σούνακ στη Βρετανία αρχίζει να πλήττει και την Ανώτατη Εκπαίδευση με το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας (UEA) να ετοιμάζεται να απολύσει το 10% του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Στην Ιταλία η πρώτη απεργία εναντίον της ακροδεξιάς κυβέρνησης της Τζιόρτζια Μελόνι δεν ανακοινώθηκε από το αριστερό συνδικάτο της CGIL, αλλά από τα τρία συνδικάτα των πρατηριούχων καυσίμων, που προκήρυξαν διήμερη απεργία στις 25 και 26 Ιανουαρίου εναντίον της στοχοποίησής τους από την κυβέρνηση που αδυνατεί να ελέγξει τις τιμές, δηλώνοντας μάλιστα ότι θα διακοπεί και η λειτουργία των αυτόματων πωλητών καυσίμων.