Οι επικείμενες εκλογές χαρακτηρίζονται από την δυσκολία πρόβλεψης, ιδιαίτερα αν θελήσουμε να μιλήσουμε για το ποια κυβέρνηση θα προκύψει από αυτές. Πολύ δύσκολη και η πρόβλεψη του ποσοστού που θα αποσπάσει το κάθε κόμμα. Το φαινόμενο της μεγάλης αποχής που παρατηρείται στις πιο πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα.
Δύο παράγοντες θα μας απασχολήσουν σχετικά με την προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε την δυσκολία πρόβλεψης. Το φαινόμενο της μεγάλης αποχής και η σταθερότητα των εκλογικών καταγραφών του ΣΥΡΙΖΑ. Και τα δύο φαινόμενα παρουσιάζονται από τις εκλογές του 2012 και μετά.
Το φαινόμενο της αποχής έχει καθαρά πολιτική εξήγηση. Τα δύο άκρα σε συμμετοχή στις εκλογές είναι η περίπτωση του 2004 με συμμετοχή 76,5% και η περίπτωση του Σεπτεμβρίου 2015 με συμμετοχή 56%. Κοντά και ο Ιούλιος του 2019 με συμμετοχή 58%. Μέχρι τις εκλογές του 2009 το πρώτο κόμμα έπαιρνε πάνω από 3.000.000 ψήφους, ενώ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 και του Ιουλίου 2019 ο νικητής κυμαινόταν γύρω στους 2.250.000 ψήφους. Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε ότι οι ψηφοφόροι που λείπουν ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ μέχρι τις εκλογές του 2009. Από τις εκλογές του 2012 και μετά οι ψηφοφόροι αυτοί τράπηκαν σε διάφορες κατευθύνσεις, αλλά ένα μεγάλο μέρος τους έπαψαν να πηγαίνουν στην κάλπη. Απέρριψαν τα δύο κόμματα που χρεοκόπησαν τη χώρα αλλά δεν προσέγγισαν κανένα άλλο. Μεγαλώνοντας η αποχή μεγαλώνουν και τα ποσοστά τον κομμάτων. Για παράδειγμα, το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ 31,53% στις εκλογές του Ιουλίου 2019 αντιπροσώπευε 1.718.000 ψήφους, ενώ το 26,89% του Ιουνίου 2012 αντιπροσώπευε 1.825.500 ψήφους. Αυτό γιατί τον Ιούνιο του 2012 είχαμε συμμετοχή 62,5% ενώ τον Ιούλιο του 2019 συμμετοχή 58%. Σε κάθε περίπτωση βέβαια η αποχή λειτουργεί υπέρ του πρώτου κόμματος. Οι νίκες του ΣΥΡΙΖΑ στις δύο εκλογές του 2015, ώστε να μπορεί να πάρει την κυβέρνηση οφείλονται σε τρεις παράγοντες. Αποχή, μεγάλο μπόνους 50 εδρών και κατακερματισμό της δεξιάς ψήφου, 28% στην ΝΔ και 10% περίπου σε κόμματα και συμμετοχές.
Η ακροδεξιά ρητορική Μητσοτάκη με αφορμή την συμφωνία των Πρεσπών συσπείρωσε τη δεξιά, φυσικά και με την προσθήκη δυνάμεων του ακραίου κέντρου. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε τις εκλογές λόγω της πολιτικής της κυβέρνησης του. Έχασε μόλις 140.000 ψήφους. Αλλά και καμία ψήφο να μην έχανε πάλι η ΝΔ θα έπαιρνε την κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, αυτοί που το Σεπτέμβρη του 2015 ψήφισαν το ΣΥΡΙΖΑ ξέροντας ότι αναγκάστηκε να δεχτεί μνημόνιο, αλλά αυτόν προτιμούσαν να το διαχειριστεί, τον ξαναψήφισαν το 2019 στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αν αναφερθούμε σε συνηθισμένα ποσοστά συμμετοχής, όπως αυτά των πριν το 2012 εκλογών οι ψήφοι του ΣΥΡΙΖΑ των εκλογών του 2019 αφορούν ποσοστό γύρω στο 25%. Υπάρχει μια ιστορικότητα για την Αριστερά για το συγκεκριμένο ποσοστό 25%. Σύμφωνα με μια δουλειά του καθηγητή Ηλία Νικολακόπουλου αν η Αριστερά μετείχε στις εκλογές του 1946 θα έπαιρνε ποσοστό 25% με 30%. Μετά έχουμε το 25% του 1958 και τον Ιούνη του 2012 το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ με συνηθισμένα ποσοστά συμμετοχής θα ήταν 25% με 26%. Στο site γνωστής εταιρείας δημοσκοπήσεων υπάρχουν εκλογικοί χάρτες Αττικής, της ΕΔΑ του 1958 και του ΣΥΡΙΖΑ του 2012. Είναι πανομοιότυποι. Τον Σεπτέμβρη του 2015 με την προ του 2012 συμμετοχή ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε περί το 27%. Τέλος το ινστιτούτο Πουλαντζάς μελετώντας τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου τριμήνου του 2022 καταγράφει ποσοστό ΣΥΡΙΖΑ 25,8%. Ως γνωστόν οι δημοσκοπήσεις δεν υπολογίζουν ποσοστά αποχής του 42% και 44% που παρατηρήθηκαν στις δύο πρόσφατες βουλευτικές εκλογές.
Αυτή η εκλογική σταθερότητα της Αριστεράς έχει την πολιτική της εξήγηση. Διαχρονικά ένα μέρος ψηφοφόρων επέλεγε να ψηφίσει κέντρο για να αποτρέψει επικράτηση της Δεξιάς. Έκανε τεράστια αξιοποίηση αυτής της τάσης των ψηφοφόρων ο Α. Παπανδρέου. Μετά το 2009 το φαινόμενο αυτό εξαφανίστηκε οριστικά. Αυτό λοιπόν το 25% για το οποίο μιλάμε, περισσότερο ή λιγότερο αριστερό, είναι αμετακίνητα αντιδεξιό. Η στάση του αυτή μεταφέρεται από γενιά σε γενιά όπως δείχνει το παράδειγμα των εκλογικών χαρτών της Αττικής ή η διατήρηση των εκλογικών κάστρων της Αριστεράς. Το 2012 στα δώδεκα καλύτερα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ τα έντεκα αφορούν τέτοια κάστρα και το ένα που μένει την ειδική περίπτωση του νομού Ξάνθης λόγω του μειονοτικού .
Όλα αυτά σημαίνουν ότι υπάρχει μια συμπαγής ψήφος ΣΥΡΙΖΑ (αυτό διαπιστώνει με άλλο τρόπο και το παλιό στέλεχος της ΝΔ, Νίκος Καραχάλιος). Στο βαθμό που οι ευκαιρίες της προεκλογικής περιόδου επιταχύνουν την μέχρι τώρα αργή βελτίωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό σε συνδυασμό με την συνεχή πτώση των ποσοστών της ΝΔ που καταγράφεται από το καλοκαίρι οδηγούν τελικά σε εκλογές ντέρμπυ. Σε κάθε περίπτωση, κυβέρνηση με βασικό στοιχείο τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη εναλλακτική λύση για την χώρα.