Η κυβέρνηση της ΝΔ και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προσπαθούν επικοινωνιακά να διαχειριστούν τα σοβαρά προβλήματα πoυ ταλανίζουν τη δημόσια εκπαίδευση στη χώρα μας. Γι’ αυτό, άλλωστε, νομοθετούν και προσπαθούν να επιβάλλουν τις νομοθετικές αυτές πρωτοβουλίες, χωρίς κανένα θεσμικό διάλογο με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, πέρα από κάθε έννοια δημοκρατικής και ευρωπαϊκής πρακτικής και κοινωνικού θεσμικού διαλόγου.
Βασικός τους στόχος δεν είναι η ποιοτική αναβάθμιση του σχολείου, αλλά η συρρίκνωση και η σταδιακή ιδιωτικοποίηση (τμημάτων αρχικά) και των τριών βαθμίδων της εκπαίδευσης.
Με αυτή την πολιτική στόχευση και ατζέντα προχώρησε η υπουργός Παιδείας, Ν. Κεραμέως, σε τροπολογία, σε άσχετο νομοσχέδιο, για τμηματική τοποθέτηση των συμβούλων εκπαίδευσης και την επίσπευση των διαδικασιών για την εφαρμογή της ατομικής αξιολόγησης, εν μέσω προεκλογικής περιόδου (ο σχετικός νόμος έχει ψηφιστεί από το 2020).
Ουσιαστικές τους επιδιώξεις είναι να εμφανιστούν στην ελληνική κοινωνία ως:
-
-μεταρρυθμιστές, αλλά στην ουσία έχουν απορρυθμίσει την παιδαγωγική και συλλογική λειτουργία των σχολείων (εξοντωτική γραφειοκρατία, κατηγοριοποίηση σχολείων–εκπαιδευτικών–μαθητών, υπερεξουσίες σε μονοπρόσωπα όργανα κ.ά.). Αποτελούν «μεταρρυθμιστές» της απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών.
-
-καλοί τεχνοκράτες για την υλοποίηση της πολιτικής τους, ενώ γνωρίζουν πως σε πολλά στάδιά της είναι δύσκολα εφαρμόσιμη και χρονοβόρα. Η «άριστη», κατά τ' άλλα, υπουργός ούτε κρίσεις στελεχών στα 4 χρόνια δεν μπορούσε να υλοποιήσει, και τώρα το επιδιώκει με fast track διαδικασίες, εξοργίζοντας ακόμη και τα δικά της στελέχη εκπαίδευσης. Εκβιάζουν ουσιαστικά με τον πιο χυδαίο τρόπο, λίγο πριν τις εθνικές εκλογές, τους χιλιάδες νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς με το να τους λένε πως αν δεν αξιολογηθούν, δεν θα μονιμοποιηθούν.
Παράλληλα:
-
-Επιχειρούν, μέχρι την τελευταία ημέρα παραμονής τους στην εξουσία να αλώσουν, να στραγγαλίσουν και να ελέγξουν ασφυκτικά το δημόσιο σχολείο και τον εκπαιδευτικό, φορτώνοντάς τον παράλληλα με κάθε ευθύνη για τα αρνητικά αποτελέσματα των δικών τους πολιτικών επιλογών.
-
-Πανηγυρίζουν, ανιστόρητα, ότι επιστρέφει η αξιολόγηση στον εκπαιδευτικό μετά από 41 χρόνια, συνδέοντάς την με τις πιο μαύρες σελίδες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, τον επιθεωρητισμό. Προκειμένου να μετατρέψουν τα σχολεία σε επιχειρήσεις, ούτε καν παίρνουν υπόψη τη διεθνή εμπειρία και το πού οδήγησαν την εκπαίδευση τέτοιες επιλογές (βλ. Αμερική, Αυστραλία και γενικά στο αγγλοσαξονικό εκπαιδευτικό σύστημα). Εκκωφαντική απόδειξη η άποψη της Νταϊάνας Ράβιτς, πρώην υφυπουργού Παιδείας των ΗΠΑ: «Σήμερα δεν πιστεύω πως η αξιολόγηση ή η επιλογή σχολείου μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της εκπαίδευσης, όπως είχαμε ελπίσει. (…) Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη για τα ...σχολεία. (...) Η τρέχουσα έμφαση στην αξιολόγηση έχει δημιουργήσει στα σχολεία μια τιμωρητική ατμόσφαιρα. (…) Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούμε αναστατώνει τις κοινότητες, κατεδαφίζει σχολεία, εξαπατά τους μαθητές…» (από παρουσία της σε εκδήλωση για την αξιολόγηση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας, ΔΟΕ).
Η εκπαιδευτική κοινότητα γνωρίζει πως, εδώ και 4 χρόνια, έχουμε μια πολιτική ηγεσία στο υπουργείο Παιδείας που διοικεί με αυταρχισμό, απαξιώνει το έργο των εκπαιδευτικών, καταλύει κάθε έννοια παιδαγωγικής ελευθερίας (βασικού παράγοντα για ποιοτική εκπαίδευση, σύμφωνα με τη σύγχρονη παιδαγωγική επιστήμη), κρατά υποστελεχωμένα τα σχολεία και σε ομηρία τους νεοδιόριστους συναδέλφους, αλλά και τους αναπληρωτές, με τις δηλώσεις της περί αλλαγών στο σύστημα προσλήψεων, αυξάνει τον αριθμό των μαθητών στα τμήματα μέσα στην πανδημία (χωρίς κανένα παιδαγωγικό–επιστημονικό κριτήριο), έχει αφήσει στο έλεος τις υλικοτεχνικές υποδομές των σχολικών μονάδων και τα σχολεία στον αυτόματο ως προς το υγειονομικό σκέλος εν μέσω πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης, κορονοϊού και εποχιακών ιώσεων.
Το εκπαιδευτικό κίνημα, για άλλη μια φορά, θα υπερασπιστεί το δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου, θα παλέψει για τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, αλλά πρωτίστως θα αγωνιστεί σθεναρά για την υπεράσπιση των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών μας και το δικαίωμά τους να έχουν δημόσια, ποιοτική, δωρεάν εκπαίδευση. Ο αγώνας του κλάδου σε συνδυασμό με την πολιτική αλλαγή που έχει ανάγκη ο τόπος, θα αποκαταστήσουν το παιδαγωγικό κλίμα και θα θέσουν τα θεμέλια για ουσιαστικές και πραγματικά προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η δημόσια εκπαίδευση.