Στο πρόσφατο άρθρο του («Για τα πρόσωπα και τα ανοίγματα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ», «Η Εποχή», 14.01.23) ο Δ. Παπανικολόπουλος συνοψίζει την επιχειρηματολογία που έχει διατυπώσει αναλυτικά σε μια σειρά προηγούμενων κειμένων του για την ανάγκη να εδραιωθεί η μετατόπιση της απεύθυνσης της Αριστεράς στο «πολιτικό κέντρο» και στο κοινωνικό του ισοδύναμο που χαρακτηρίζεται ως «μεσαία τάξη». Και τη διευρύνει με το ζήτημα των προσώπων, κατάλληλων να εκφράσουν πειστικά τα (άμεσα και στρατηγικά) πολιτικά «ανοίγματα» του ΣΥΡΙΖΑ.
Η διάσταση του εκλογικού πραγματισμού είναι υπαρκτή, αλλά θα αδικούσαμε τις παρεμβάσεις του Δ.Π. αν την απολυτοποιούσαμε. Οι απόψεις του εντάσσονται στη συνηγορία υπέρ μιας ταυτοτικής και στρατηγικής μεταμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ, αφού, όπως γράφει, «η απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ πίσω από τα τείχη της Αριστεράς θα ήταν ένα μοιραίο πολιτικό λάθος». Εδώ όμως αρχίζουν οι παρακάμψεις, οι αποσιωπήσεις, οι αυθαίρετες ερμηνείες για την πορεία του πολιτικού υποκειμένου της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς. Να μιλήσω συγκεκριμένα:
Οι απόψεις
• Η απλουστευτική άποψη νεοφιλελεύθερων, ακροκεντρώων, αλλά και αρκετών αριστερών δημοσιολόγων ότι η νίκη στις εκλογές του 2015 οφείλεται στον λαϊκισμό της εξαπάτησης υποτιμά ότι, με όλες τις αντιφάσεις, τις υπερβολές και τα προγραμματικά ελλείμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε για ένα μεγάλο μέρος του κόσμου έναν ορίζοντα ελπίδας και προσμονής για «μια ζωή που να αξίζει να τη ζήσουμε». Ο αριστερός ριζοσπαστισμός δεν μεταμφιέστηκε. Ήταν αυτός που συγκρότησε τον σκληρό πυρήνα της πολιτικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ που άντεξε το ΄19 και συνεχίζει να αντέχει. Η «ανοικείωσή» του με τα πολιτικά στερεότυπα της κοινής λογικής δεν αναίρεσε τη δυναμική του.
• Από το ΄19 και μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει πραγματοποιήσει όλα τα «ανοίγματα» για να βρεθεί εκτός των τειχών. Αποτυπώνονται στα δομικά στοιχεία της φυσιογνωμίας του και στις τρέχουσες πολιτικές του επιλογές. Παρά το ηχηρό «απεταξάμην» της ιδεολογίας ως αναχρονιστικής τροχοπέδης, η ιδεολογία του «νέου» πολιτικού φορέα είναι παρούσα και ευδιάκριτη. Είναι η πολυσυλλεκτική ιδεολογία της προσαρμογής σε μια «ζήτηση» που κινείται εκτός του πεδίου της οντολογικής αντίθεσης Αριστερά / Καπιταλισμός και που υποτιμά τον κεντρικό ρόλο του κόσμου της μισθωτής εργασίας στη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού – είναι δηλαδή ο κεντρώος λαϊκισμός των μέσων όρων, που προδιαγράφει ως όριο ένα συστημικό πολιτικό πόλο που φιλοδοξεί να επιστρέψει άμεσα στη διακυβέρνηση. Μαζί με την συντριπτική κυριαρχία της λογικής της «ανάθεσης» – το πολιτικό σποτ με τον Τσίπρα να προτρέπει τον νέο να ψηφίσει στις εκλογές για «να πάρει τη ζωή του στα χέρια του» είναι καταθλιπτικά επιβεβαιωτικό – πρέπει να συνυπολογιστούν ως προς την κάμψη της πολιτικής του επιρροής.
• Η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι λοιπόν εδώ. Αρθρωμένη στους δύο εννοιολογικούς πυλώνες : «Το πολιτικό κέντρο» – ο τόπος της άρσης των αδιέξοδων αντιθέσεων των άκρων που φοβίζουν, τόπος της εγγενούς μετριοπάθειας. Και «Η μεσαία τάξη» – ως κοινωνικός χώρος ομοιογενής, χωρίς διαφοροποιήσεις άξιες λόγου, χώρος μιας ενιαίας πολιτισμικής δομής των φαντασιακών αναπαραστάσεων του «μέσου ανθρώπου» που ευνοεί τις συναινέσεις.
Αυτό που απουσιάζει είναι η αποτίμηση της διάψευσης της επαγγελίας ότι η ταυτοτική μεταμόρφωση θα είχε ως συνέπεια μια νέα δυναμική για την πολιτική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ. Όσοι, μέσα και έξω από το κόμμα την στήριξαν και την στηρίζουν, σιωπούν επιμελώς. Αποφεύγουν να μιλήσουν για το πόσο δραστικά έχουν αποδειχθεί τα «ανοίγματα», παρακάμπτουν τη δημοσκοπική καθήλωση που αποδίδεται σε μια συνωμοσία των εχθρών, υπερτιμούν την επιτελεστική λειτουργία του βολονταρισμού. Αποδέχονται ότι από τη δεξαμενή των 170.000 μελών της οργανωτικής «διεύρυνσης» δεν μπορούν να αντληθούν τα πρόσωπα που θα εκφράσουν δημόσια το «νέο». Οι επαγγελματίες της επικοινωνίας είναι απαραίτητοι.
Ακόμα και από τη σκοπιά του απόλυτου εκλογικισμού, το πώς της εκλογικής νίκης παραμένει συγκεχυμένο. Η μετατόπιση στο «Κέντρο» οριοθετεί την αντιπαράθεση στο πεδίο που ορίζει η πολιτική ατζέντα του αντίπαλου. Η εγκατάλειψη της κεντρικότητας του ταξικού στοιχείου οδηγεί στην αποδυνάμωση της ριζοσπαστικής εναλλακτικότητας της Αριστεράς. Τι μένει; Το αίτημα «διαφορετικά από τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό» έχει υποκατασταθεί από το «καλύτερα από τη Δεξιά».
Η φυγή προς τα εμπρός
Αντί για έναν συγκεκριμένο αναστοχασμό, αυτό που κυριαρχεί είναι το σύνδρομο της φυγής προς τα εμπρός. Η νίκη στις εκλογές είναι ταυτόχρονα ο σκοπός αλλά και το κριτήριο δικαίωσης του μετασχηματισμού. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο στοίχημα. Μια ενδεχόμενη εκλογική ήττα θα θέσει υπό αμφισβήτηση την ιστορική δυνατότητα της ρήξης με το συνεχές του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, μέσα από τους αγώνες στη συγκυρία. Θα οδηγήσει σε μια υπαρξιακή κρίση το σύνολο της Αριστεράς. Η «πολιτική φούγκα» προς «περισσότερο κέντρο» και προς «περισσότερη μεσαία τάξη» κινδυνεύει να αποβεί για την Αριστερά αυτοκτονική.
Η πολιτισμική «οικειότητα»
Για τον Δ.Π. το «επικοινωνιακό έλλειμμα» είναι ισχυρή αιτία της καθήλωσης της πολιτικής του επιρροής. Τα βασικά στοιχεία της επιχειρηματολογίας του, όπως εγώ τα κατανοώ, είναι: Για να «διεισδύσει» στο χώρο της Πολιτικού Κέντρου ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πρέπει να πάψει να φαντάζει σαν ανοίκειο πολιτισμικά κόμμα. Διότι οι ψηφοφόροι δεν ψηφίζουν ένα κόμμα μόνο με κριτήριο το συμφέρον τους. αλλά και λόγω πολιτισμικής οικειότητας μαζί του. Θέλουν, τα πρόσωπα φορείς της πολιτικής και των ιδεών του κόμματος να τους μοιάζουν (sic). Το δίλημμα για τα πρόσωπα που θα εκπροσωπήσουν το χώρο είναι αναπόφευκτο – πρόσωπα ευρείας αποδοχής ή πρόσωπα με αριστερό προφίλ και κομματικά διαπιστευτήρια.
Όλα τα παραπάνω είναι πολύ σοβαρά για μια συζήτηση υποκείμενη στους καταναγκασμούς της εκλογικής χρησιμοθηρίας. Θα διατυπώσω απλώς τη διαφωνία μου σε κάποια κρίσιμα ζητήματα:
• Ένα πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς δεν είναι μια μεγαφωνική εγκατάσταση που απλώς αναμεταδίδει τις συλλογικές εμπειρίες. Δεν τις οικειοποιείται παθητικά, αλλά και δεν στέκεται απέναντί τους μ’ έναν ιδεολογικό πατερναλισμό. Συνομιλεί μ’ αυτές και προσπαθεί να τις μορφοποιήσει σε μια συνεκτική κοσμοθεώρηση και να τις προσανατολίσει και να τις εντάξει σε πολιτικές πρακτικές μετασχηματισμού του υπάρχοντος. Δεν παραιτείται από τον παιδαγωγικό του ρόλο. Δεν υποκλίνεται στα στερεότυπα της «κοινής λογικής».
• Η πολιτισμική διάσταση συνοψίζει για τους ανθρώπους τη μορφή των πόλεων που ζουν, τις εργασιακές τους συνθήκες, τις αισθητικές προτιμήσεις τους, την ψυχαγωγία που επιλέγουν, δηλαδή τον τρόπο της ζωής τους. Δεν ανάγεται στην ιδεολογία αλλά δεν διαμορφώνεται ερήμην της. Ο πολιτισμός ήταν και θα είναι πάντα ένα πεδίο αντιθέσεων και αντιπαραθέσεων – μια σχέση σύγκρουσης. Και σ’ αυτήν, η ιδεολογία θα είναι πάντα ένα όπλο κριτικής και αμφισβήτησης της κυρίαρχης κουλτούρας.
• Τα κυρίαρχα πολιτισμικά πρότυπα δεν προκύπτουν από μια δημοκρατική συναίνεση μεταξύ των επάνω και των κάτω. Επιβάλλονται ως γενικά υποδείγματα όχι μόνο από τους «πολιτιστικούς μηχανισμούς» του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, αλλά και από μια γενικευμένη πρόσμειξη ετερόκλητων και αντιθετικών στοιχείων, μια συγχώνευση υπό το ψευδώνυμο του πλουραλισμού. Η Αριστερά και οι αριστεροί δεν έχουν κανένα λόγο να επιδιώξουν την πολιτισμική οικειότητα με όλα αυτά. Πρέπει να υπερασπιστούν την ανοικείωσή τους.