Justine Lacroix, Jean-Yves Pranchére «Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι, άραγε, μόνο για τους αφελείς;», μετάφραση: Δημήτρης Τσαραπατσάνης, εκδόσεις Πόλις, 2022

 

Το βιβλίο των Ζιστίν Λακρουά και Ζαν-Ιβ Πρανσέρ έχει, θα έλεγα, τον χαρακτήρα του «επείγοντος». Δεν είναι η πρώτη φορά που οι συγκεκριμένοι συγγραφείς –ως ακαδημαϊκοί– ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το προηγούμενο έργο τους, αμιγώς θεωρητικό και εκτενές, είχε όπως φαίνεται και από τον τίτλο –«Τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εδώλιο» (2016)– συναφή προβληματική: την ιστορία της κριτικής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως διατυπώθηκε στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας. Ωστόσο, το επείγον της συμβολής στη δημόσια συζήτηση για τα δικαιώματα «υποχρεώνει» κατά κάποιον τρόπο τους δύο συγγραφείς να συμπυκνώσουν το θεωρητικό επιχείρημα της προηγούμενης ακαδημαϊκού τύπου πραγματείας τους σε ένα πιο βατό σε έκταση και περιεχόμενο εγχειρίδιο, επικεντρώνοντας στις συγχρονικές κριτικές των δικαιωμάτων.

Ο στόχος τους είναι «παρεμβατικός». Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η alt-right ατζέντα ενισχύεται και διαχέεται, οι ανελεύθερες δημοκρατίες κερδίζουν έδαφος, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθετείται μια εξαιρετικά προβληματική μεταναστευτική πολιτική. Κυρίως όμως, στη γαλλική δημόσια συζήτηση, που αφορά ιδιαίτερα τους δύο συγγραφείς, παρατηρούν τη σύγκλιση διαφορετικών διανοητικών παραδόσεων ρεπουμπλικανικών, συντηρητικών, αντικαπιταλιστικών μέσα από την επίθεση στον λεγόμενο και ασαφώς οριζόμενο «δικαιωματισμό». Είναι ένα βιβλίο, κατά συνέπεια, που ισορροπεί ανάμεσα σε μια παγκόσμια τάση και ένα πολύ γαλλικό πλαίσιο.

 

Τρεις κατηγορίες για τα δικαιώματα

 

Τρεις είναι οι βασικές κατηγορίες που προσάπτονται στα δικαιώματα, όπως τις συστηματοποιούν οι συγγραφείς:

Κριτική νούμερο ένα: τα ανθρώπινα δικαιώματα ως η άλλη όψη του νεοφιλελευθερισμου. Η διασφάλιση της απόλυτης ατομικής ελευθερίας ως νομιμοποίηση ουσιαστικά της απόλυτης ελευθερίας των αγορών απέναντι και ενάντια στην κοινωνική ισότητα και την πολιτική δημοκρατία.

Κριτική νούμερο δύο: ενώ το 1789 τα ανθρώπινα δικαιώματα διακηρύχθηκαν μέσα στο συλλογικό πλαίσιο της εθνικής πολιτικής κοινότητας, σήμερα οδηγούν στη διαμόρφωση επιμέρους ταυτοτήτων (queer, φυλετικών, θρησκευτικών) που διεκδικούν να υφίστανται ακριβώς ως κοινότητες με διακριτά δικαιώματα, κατακερματίζοντας τον κοινωνικό ιστό.

Κριτική νούμερο τρία: τα ανθρώπινα δικαιώματα θεωρούνται σύμπτωμα μιας κουλτούρας ατομιστικού ναρκισσισμού, που αναδύθηκε στις δυτικές κοινωνίες με το επάρατο ’68. Το επιχείρημα εδώ είναι ότι η εξατομίκευση σήμανε την εποχή ενός ατόμου με δικαιώματα αλλά χωρίς υποχρεώσεις, που απορρίπτει κάθε είδους όριο, πειθαρχία και ιεραρχία. Έτσι όμως υποβαθμίζονται οι κανόνες της κοινής ζωής, διαμορφώνοντας πλέον όχι μια κοινωνία αλλά ένα πλήθος εγωιστικών υποκειμένων.

 

Αναδιάταξη των πνευματικών διαιρετικών γραμμών

 

Οι παραπάνω κριτικές έχουν μάλλον καθολική ισχύ. Για να καταλήξουν στη συστηματοποίηση αυτή, οι συγγραφείς παρακολουθούν τους μετασχηματισμούς στο σύγχρονο γαλλικό διανοητικό πεδίο μέσα από τους οποίους περνά και η μεταβολή της πρόσληψης των δικαιωμάτων.

Πρόκειται για μια συζήτηση που μας γυρνά πίσω στη δεκαετία του 1980, όταν η Γαλλία υφίσταται τις συνέπειες του σοκ της πρώτης παγκοσμιοποίησης. Τότε αναβιώνει ο ρεπουμπλικανικός εθνοκυριαρχισμός ενάντια σε έναν υποτιθέμενο ατομικισμό χωρίς αρχές. Ταυτόχρονα διατυπώνονται διαφορετικές προσλήψεις της δημοκρατίας. Δυο αντιπαραθετικές εννοιολογήσεις οι οποίες –το λέω ακραία σχηματικά– τα επόμενα χρόνια θα υποδεχθούν τις δικαιωματικές και αντιδικαιωματικές ανησυχίες. Αφενός η δημοκρατία ως διαδικασία που στοχεύει στη χειραφέτηση, την αυτονομία των υποκειμένων, τον σεβασμό στην ετερότητα. Αφετέρου η δημοκρατία ως ομοιογενής δημοκρατική πολιτεία, ως κοινότητα ταυτισμένη αποκλειστικά με το «γενικό συμφέρον».

Η αναδιάταξη των πνευματικών διαιρετικών γραμμών εμπεδώνεται μέσα στη δεκαετία του ’90 και εφεξής. Ο σκεπτικισμός απέναντι στα δικαιώματα ριζοσπαστικοποιείται με ζητήματα όπως η μαντήλα και ο ορισμός της ουδετεροθρησκείας, οι τρομοκρατικές επιθέσεις ομάδων ισλαμιστικού φονταμενταλισμού, η όξυνση της κοινωνικής ανισότητας μεταξύ κέντρου-περιφέρειας, οι εξεγέρσεις των παρισινών προαστείων, και εν συνεχεία με την εισαγωγή των woke ανησυχιών, που χτυπά με αντιαποικιακές ευαισθησίες το προ πολλού χαμένο γαλλικό μεγαλείο.

Διαμορφώνεται έτσι σταδιακά και είναι σήμερα κυρίαρχο ένα ετερόκλητο πολιτικά δίκτυο δημόσιων διανοουμένων που συναντάται στην κριτική των δικαιωμάτων από διαφορετικές θέσεις: από τη θέση πρωτίστως ενός ανελαστικού ρεπουμπλικανισμού που δίνει όρκους πίστης σε μια ομοιογενή κοινότητα τυπικά ίσων πολιτών υποβαθμίζοντας την ανισότητα και τις διακρίσεις που μπορεί να υφίστανται επιμέρους ομάδες μέσα στη Ρεπουμπλίκ, αλλά και από κοινοτιστικές ή εθνοκυριαρχικές οπτικές. Αυτός είναι ο αστερισμός των κατηγόρων των δικαιωμάτων με τον οποίο συνδιαλέγονται οι συγγραφείς: από τον ρεπουμπλικάνο Γκοσέ έως τον συντηρητικό Π. Μανάν, και από τον κοινοτιστή Ζ.Κ. Μισεά έως τον αριστερό Ρεζίς Ντεμπρέ. 

 

Η ελληνική εμπειρία

 

Πόσο απέχει η γαλλική συζήτηση από την ελληνική εμπειρία;

Νομίζω ότι η κριτική στα δικαιώματα στην ελληνική δημόσια σφαίρα και στην ελληνική εκδοχή της –παραμένει άνισα θεωρητικοποιημένη σε σχέση με τη γαλλική– σε μεγάλο βαθμό καθιερώνεται μέσα στο συνεχές των κρίσεων, αρχής γενομένης από τον Δεκέμβρη του 2008. Δύο βασικές γραμμές πρόσληψης αναδύονται σε εκείνη την κρίσιμη συγκυρία.

Από τη μία, μια «θετική» πρόσληψη της βίαιης νεολαιίστικης κινητοποίησης ως δικαιωματικής διεκδίκησης: οι νέοι ως υποκείμενο με περιορισμένα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, και ακόμα ο νεαρός διαδηλωτής μετανάστης δεύτερης γενιάς, στον οποίο αρνούμαστε την πολιτειότητα. Από την άλλη, και αντιπαραθετικά προς την πρώτη, μια πρόσληψη η οποία έβλεπε στον Δεκέμβρη την κορύφωση της ιδεολογίας της απόλυτης επιτρεπτικότητας που δεν αναγνωρίζει κανένα όριο, το αποτέλεσμα μιας αντι-αυταρχικής εκπαίδευσης και μιας φιλελευθεροποιημένης οικογένειας που δίνει υπερβολικό βάρος στα δικαιώματα των παιδιών. Αυτή η δεύτερη πρόσληψη είναι ένας από τους πυρήνες πάνω στους οποίους θα συγκροτηθεί, τα επόμενα χρόνια, η καθ’ ημάς εκδοχή αντι-δικαιωματισμού. Ο χαρακτηρισμός «snowflakes» που θα καθιερωθεί στοχεύοντας μια δήθεν συλλήβδην κακομαθημένη και ευάλωτη νέα γενιά απέχει λίγα μόλις χρόνια – αρχίζει να χρησιμοποιείται το 2010 και το 2016 προτείνεται ως η προσβολή της χρονιάς από τον Guardian.

Με επίκεντρο τον δημόσιο λόγο που αναπτύσσεται κατά την οικονομική κρίση, αποκτά ισχύ η θέση που αποδίδει τη χρεωκοπία στο γεγονός ότι ο λόγος περί δικαιωμάτων κυριάρχησε στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών αποκομμένος από τον λόγο περί ευθύνης και υποχρέωσης. Στο πλαίσιο αυτό, καθοριστική υπήρξε η αναθεώρηση της πρόσληψης της Μεταπολίτευσης, ιστορικής περιόδου που ταυτίζεται με την έκρηξη των δικαιωμάτων.

Η κριτική αυτή έγινε πρωτίστως προς δύο κατευθύνσεις. Αφενός, απέναντι στη διεύρυνση των κοινωνικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, με το σκεπτικό ότι αυτά οδήγησαν σε κοινωνική πολυδιάσπαση και στην ιεροποίηση του ιδιαίτερου συμφέροντος του καθενός εις βάρος του συνολικού. Αφετέρου, ενάντια στην εισαγωγή συμμετοχικών δημοκρατικών διαδικασιών και θεσμών (σε επιχειρήσεις, στις βαθμίδες της εκπαίδευσης κ.λπ.) που θεωρήθηκε ότι ταυτίστηκαν με την ασυδοσία και τον ισοπεδωτικό εξισωτισμό.

Πολύ περισσότερο από γνήσιος αναστοχασμός, η κριτική αυτή στόχευε να ταυτίσει τη χρεοκοπία του κράτους με τη χρεοκοπία μιας προοδευτικής πολιτικής κουλτούρας. Την έκφραση «ιδεολογική απονομιμοποίηση της προοδευτικής ηγεμονικής κουλτούρας» θα την βρούμε πολλάκις π.χ. στη σχετική αρθρογραφία της Καθημερινής. Σταδιακά, πάνω σε αυτό το ιδεολογικό υπόστρωμα συναρθρώνονται διαφορετικοί λόγοι και διαφορετικές κριτικές, πιο επικαιροποιημένες (με διεθνείς αφορμές και αιχμές, όπως το μεταναστευτικό, το metoo, το black lives matter, την cancel culture), που βάζουν στο στόχαστρο κάτι ευρύτερο, αυτό που κωδικοποιημένα αποκαλείται «δικαιωματισμός». Είναι όμως μέσα ακριβώς από την κριτική στο μεταπολιτευτικό παράδειγμα –το οποίο ταυτίζεται με τη μετατόπιση από την ομοιoγένεια στην ταυτοτική διαφοροποίηση– που συντελείται ο δικός μας συγχρονισμός με την τάση απονομιμοποίησης των δικαιωμάτων ως του σύγχρονου προοδευτικού δεινού.

Κάπου εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Ωστόσο η ευθυγράμμιση της Ελλάδας με την ευρωπαϊκή/αμερικανική τάση των πολιτισμικών πολέμων της δημόσιας σφαίρας είναι το ένα μόνο πεδίο για το πολιτικό και διανοητικό επίδικο της υπεράσπισης των δικαιωμάτων. Το άλλο πεδίο είναι το θεσμικό, αυτό του κράτους δικαίου – κατεξοχήν τόπου διασφάλισης των δικαιωμάτων. Και στα δύο πεδία, η πολιτική σύγκρουση παραμένει ανοιχτή.

 

Κατερίνα Λαμπρινού Η Κατερίνα Λαμπρινού είναι πολιτική επιστήμονας Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Βιβλίο )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet