«Μα ελάτε και πάλι στη θέση μου, δεν νομίζετε ότι είναι φυσικό ο κατηγορούμενος (αν είμαι βέβαια κατηγορούμενος) δεν είναι φυσικό να απολογείται, προσαρμόζοντας την κατάθεσή του στα κριτήρια του ανακριτή, ακόμα και στα προσωπικά του γούστα, αν έχει βέβαια την τύχη να τα γνωρίζει..»[1]

Δεν διαβάζουμε το ίδιο κάθε φορά.

Διάβασα για πρώτη φορά το Κιβώτιο πριν ένα τέταρτο του αιώνα σ’ ένα ταξίδι όπου πήρα βλακωδώς ένα τελείως λάθος τρένο και βρέθηκα σε ένα τελείως άσχετο χωριό έξω από το Παρίσι, αλλά δεν μ’ ένοιαζε καθόλου γιατί είχα τελείως απορροφηθεί από το βιβλίο. Το Κιβώτιο ήταν μια αποκάλυψη. Όχι όμως αποκάλυψη πολιτική, όπως φαντάζομαι ότι θα ίσχυε παλιότερα για τους περισσότερους αριστερούς. Εκείνη την εποχή που εγώ ήμουν ένθερμος θιασώτης ελευθεριακών αντιλήψεων, το (ξεχασμένο σήμερα) αντιεαμικό βιβλίο του Στίνα[2] αποτελούσε μέρος του αντιεξουσιαστικού Κανόνα. Ο ίδιος ο Αλεξάνδρου ήταν ήδη ένας προσωπικός ήρωάς μου, γιατί είχα δει στην τηλεόραση ένα «Παρασκήνιο» για τη ζωή του κι είχα ενθουσιαστεί με αυτόν τον ποιητή που οι δεξιοί τον έστειλαν στην εξορία ως κομουνιστή, αλλά οι σύντροφοι εξόριστοι τον είχαν απομονώσει, μιας και ο κομουνισμός του δεν ήταν ο εγκεκριμένος. Το αιρετικό Κιβώτιο ταίριαζε πολύ με τη δικιά μου ορθοδοξία.

Διάβασα για πρώτη φορά το Κιβώτιο και ανακάλυψα μια καινούργια γλώσσα -αυτή ήταν η δικιά μου αποκάλυψη. Μια γλώσσα συναρπαστικά διαφορετική από εκείνες που γνώριζα μέχρι τότε, συνειρμική αλλά όχι ασαφή, με μακρόσυρτες περιόδους αλλά όχι φλύαρη, που άλλοτε ρέει ορμητικά και άλλοτε διακόπτεται απότομα ακόμα και στο μέσο της πρότασης, σαν μια ανάσα που κόβεται. Μια γλώσσα του ονείρου και ταυτόχρονα της ασφυξίας, μια γλώσσα της αβεβαιότητας για την αλήθεια και της αγωνίας για την ανεύρεσή της.

 

Το φως και το σκοτάδι

 

Εδώ και καιρό δεν πιστεύω ότι η γραμμή του Στίνα ήταν σωστή και, όταν γίνεται κουβέντα για το αντάρτικο, έχω πάντα στο νου εκείνη την κυρία που πολύ μικρή είχε βγει στο Βουνό (ή «την είχαν πάρει οι αντάρτες από το χωριό», αναλόγως με την αφήγηση), αλλά μετά ανένηψε κι επέστρεψε οριστικά στην εθνικόφρονα οικογένεια, και, παρόλο που τα απέφευγε τα πολιτικά και μάλλον ψήφιζε Δεξιά, σε ένα τραπέζι πριν χρόνια, μίλησε για τότε που στο Βουνό είχε δει για πρώτη φορά θέατρο, αυτό το κορίτσι από το χωριό που δεν είχε άλλες εμπειρίες έξω από τις δουλειές του αγρού και δεν ξέρω πόσα γράμματα γνώριζε. Παρά τις δεκαετίες που είχαν περάσει και παρά το ότι στην ίδια δεν είχε απομείνει σχεδόν τίποτα από το κορίτσι που κάποτε είχε βγει στο Βουνό, τα λόγια της εξέπεμπαν ανεξίτηλο το θάμβος εκείνης της μεγάλης και αποκαλυπτικής βραδιάς, όπου ανακάλυψε έναν καινούργιο κόσμο, τον οποίο ούτε να τον φανταστεί θα μπορούσε αν δεν είχε βγει στο Βουνό, γιατί τα κορίτσια στο χωριό που να το ξέρουν το θέατρο. Τον καινούργιο κόσμο που έκανε τους ανθρώπους να θέλουν να γίνουν κάτι πιο σπουδαίο και πιο μεγάλο από αυτό που ήταν.

Δεν υπάρχει όμως μόνο φως σ’ αυτήν την ιστορία. Ο Πολυμέρης Βόγλης γράφει ότι μέσα στον Δεκέμβρη «πραγματικοί ή υποτιθέμενοι συνεργάτες των Γερμανών, αστοί, αξιωματικοί, “αντιδραστικοί”, “ύποπτοι”, τροτσκιστές, συνελήφθησαν, υποβλήθηκαν σε πολύωρες ανακρίσεις, πέρασαν από “λαϊκά δικαστήρια” με συνοπτικές διαδικασίες και στη συνέχεια εκτελέστηκαν».[3] Φαντάζομαι τι τύπου δικαιολογίες περί «συνθηκών» και «αναγκαιότητας» μπορεί να βρει ένας αριστερός για να εξηγήσει για ποιο λόγο η Εθνική Πολιτοφυλακή εκτελούσε τροτσκιστές, ενώ εκτυλισσόταν η μάχη με τους Άγγλους και τους Χίτες. Αλλά ακριβώς αυτόν τον τύπο δικαιολογιών είναι που απορρίπτει κανείς για να ενταχθεί στην Αριστερά, γιατί ο κόσμος μας έχει χτιστεί πάνω στην «αναγκαιότητα» και τις «συνθήκες», και η Αριστερά (υποτίθεται ότι) είναι το αντίθετο αυτού του κόσμου.

 

Η δεύτερη ανάγνωση

 

Διάβασα ξανά το Κιβώτιο πριν λίγες μέρες, με αφετηρία την πεποίθηση ότι σε αυτή την ιστορία μπλέκονται το θέατρο στο Βουνό με τις εκτελέσεις των τροτσκιστών, το φως μπορεί να συνυπάρχει με το σκοτάδι - και αυτό δεν ισχύει μόνο για το κομουνιστικό κίνημα.

Διάβασα ξανά το Κιβώτιο κατανοώντας ότι αυτή δεν είναι μόνο ιστορία ενός κινήματος αλλά μιας ολόκληρης εποχής, της οποίας το κίνημα αποτελεί μόνο μία από τις δυνάμεις. Μιας εποχής η οποία ξεκίνησε με την υπόσχεση (στις διάφορες μορφές της) της δικαιοσύνης και κατέληξε στη συνειδητοποίηση ότι «κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί σε αυτό το δικαστήριο, πρέπει κανείς να ομολογήσει»[4]. Μιας εποχής στην οποία ο άνθρωπος αναρωτήθηκε ξανά και ξανά αν έχασε «το ανθρώπινο πρόσωπο ή την πίστη; Ή και τα δύο; Και τι έμεινε τότε από μένα, δέρμα, τάφος, μνήμα χωρίς σημάδια;»[5]. Μιας εποχής της οποίας η απόληξη ήταν ένα «πτώμα για να γεμίσετε το κιβώτιο»[6] γιατί το δικαστήριο (στις διάφορες μορφές του) θριάμβευσε επί της δικαιοσύνης.

Διάβασα ξανά το Κιβώτιο και είδα σε αυτήν την ιστορία τον οδηγό για το πώς πρέπει να αφηγούμαστε μια ιστορία. Η αφήγηση μοιάζει με μια σπείρα που την διαβαίνουμε αντίστροφα. Ξεκινώντας από το πιο απομακρυσμένο σημείο της καμπύλης, καταλήγουμε στο αφετηριακό σημείο που την ορίζει. Όσο βαδίζουμε προς το κέντρο, νομίζουμε ότι περνάμε ξανά από το ίδιο σημείο. Το σημείο δεν είναι όμως το ίδιο, είναι παράλληλο σε αυτό που έχουμε ήδη διαβεί, αλλά πιο κοντινό στο κέντρο της σπείρας. Στο παράλληλο σημείο της σπείρας, ο αφηγητής επαναλαμβάνει ένα συγκεκριμένο κομμάτι της αφήγησης με σχεδόν τα ίδια λόγια. Μόνο που σε κάθε επανάληψη αλλάζει κάτι, κάτι που μας δίνει μια καινούργια πληροφορία, κλιμακώνει το δράμα και μας φέρνει πιο κοντά στην αλήθεια. Το πραγματικό νόημα της αφήγησης αποκαλύπτεται όταν η αντίστροφη πορεία στην καμπύλη ολοκληρώνεται και φτάνουμε στο αφετηριακό σημείο της σπείρας.

Διαβαίνουμε κάθε φορά αντίστροφα τη σπείρα με την ελπίδα ότι στην αφετηρία της θα βρούμε τη λύτρωση και την αλήθεια, το ανθρώπινο πρόσωπο και την πίστη μας, ένα κιβώτιο που να μην είναι άδειο.

 

Σημειώσεις

1. Άρης Αλεξάνδρου, «Το Κιβώτιο», εκδόσεις Κέδρος

2. Άγις Στίνας, «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΟΠΛΑ», εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος

3. Πολυμέρης Βόγλης, «Η αδύνατη επανάσταση», εκδόσεις Αλεξάνδρεια

4. Franz Kafka, «Η δίκη», μετάφραση Δημ. Στ. Δήμου, εκδόσεις Ροές

5. Μέσα Σελίμοβιτς, «Ο δερβίσης και ο θάνατος», μετάφραση Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης, εκδόσεις Γνώση

6. Άρης Αλεξάνδρου, «Το Κιβώτιο», εκδόσεις Κέδρος

 

Γιάννης Αλμπάνης Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Βιβλίο )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet