Στις 14 Γενάρη, επέτειο της μεγάλης εξέγερσης που εκδίωξε το 2011 τον πρόεδρο Μπεν Αλί, οι Τυνήσιοι διαδήλωσαν και πάλι, αυτή τη φορά κατά του προέδρου Καΐς Σαϊέντ, που θεωρούν ότι πρόδωσε τις προσδοκίες τους για αλλαγή, ενώ είχε ψηφιστεί από το 70% των εκλογέων το 2019. Το σύνθημα της επανάστασης των Γιασεμιών «Ψωμί, δουλειά, αξιοπρέπεια», ήχησε ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας. Η οργή των διαδηλωτών για την απελπιστική κατάσταση της χώρας ξέσπασε και πάλι, μέσα σε μια πόλη θωρακισμένη από τις δυνάμεις ασφαλείας. Το χρέος αντιπροσωπεύει το 80% του ΑΕΠ. Εξαιτίας του έχουν σταματήσει οι εισαγωγές και υπάρχουν ελλείψεις σε καφέ, γάλα, ζάχαρη, βούτυρο, φάρμακα. Ο πληθωρισμός υπερβαίνει το 10% και η ανεργία το 15%.
Ο εκδημοκρατισμός που ζητούσε η επανάσταση των Γιασεμιών, έπειτα από μια δικτατορία, συνάντησε τα εμπόδια των αδύναμων θεσμών, της διαφθοράς και των προσωπικών επιδιώξεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Κοινοβούλιο υπήρξε όμηρος των ισλαμιστών και του πολιτικού κατακερματισμού, καταλήγοντας στον αυταρχισμό του Σαϊέντ, παρότι ο ίδιος ήταν καθηγητής συνταγματικού δικαίου.
Την 29η Γενάρη πραγματοποιήθηκε ο δεύτερος γύρος των βουλευτικών εκλογών, στη βάση του νέου Συντάγματος που αποδίδει ισχυρότατες εξουσίες στον πρόεδρο. Το νέο Σύνταγμα εγκρίθηκε τον περασμένο Ιούλιο με ένα δημοψήφισμα που κατάργησε το Σύνταγμα που ψηφίστηκε το 2014 έπειτα από την επανάσταση των Γιασεμιών και αφαίρεσε στην ουσία σχεδόν κάθε εξουσία από το Κοινοβούλιο. Για την κατάθεση νομοσχεδίου προβλέπεται η υπογραφή 10 βουλευτών και, σε κάθε περίπτωση, τα κείμενα του προέδρου ψηφίζονται κατά προτεραιότητα. Για να θεωρηθεί έκπτωτη μια κυβέρνηση χρειάζονται δύο προτάσεις μομφής, που πρέπει να ψηφιστούν από τα 2/3 των βουλευτών και από το Εθνικό Περιφερειακό Συμβούλιο, ένα όργανο που δεν υπάρχει ακόμη. Στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2022 έλαβε μέρος μόνο το 27% των ψηφοφόρων.
Στον δεύτερο γύρο των εκλογών, που αναμενόταν ως ένας δείκτης δημοτικότητας του προέδρου, το αποτέλεσμα ήταν μια πλήρης απαξίωση της διαδικασίας και του ίδιου του προέδρου. Οι εκκλήσεις του τελευταίου, καθώς και μελών της κυβέρνησης, για συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές, έπεσαν στο κενό. Ψήφισε μόλις το 11,3% των Τυνήσιων, ένα γελοίο ποσοστό. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο αυτών των εκλογών είναι το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό των γυναικών και των νέων που ψήφισαν. Από τους ψηφοφόρους κάτω των 35 ετών ψήφισε το 4,8%.
Η οργάνωση Mourakiboun, σημαντικός φορέας που ασχολείται με τις δημοκρατικές διαδικασίες, κατήγγειλε την «έλλειψη διαφάνειας και την απουσία πληροφοριών σε πολλά εκλογικά τμήματα κατά τη διεξαγωγή των εκλογών», γεγονός που θεώρησε ως «ένα επικίνδυνο προηγούμενο, ικανό να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στην εκλογική διαδικασία».
Μόλις έγινε γνωστό το ποσοστό της συμμετοχής ο κυριότερος συνασπισμός της αντιπολίτευσης, το Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας, που συμπεριλαμβάνει τους μετριοπαθείς ισλαμιστές του κόμματος Ενάχντα, πρότεινε σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς, σε ΜΚΟ και πάνω απ’ όλα στη συνδικαλιστική συνομοσπονδία Ugt, να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να «αναγκαστεί να παραιτηθεί ο Σαϊέντ και να γίνουν πρόωρες εκλογές», με δεδομένη την «ολοκληρωτική αποτυχία του προέδρου».
Δυστυχώς, η επανάσταση των Γιασεμιών του 2011, που θεωρήθηκε η μόνη επιτυχημένη από τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, δεν έφερε το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Όμως, οι νέοι της Τυνησίας δεν υποχωρούν. Το μέλλον θα δείξει αν θα κατορθώσουν να φέρουν την πολυπόθητη αλλαγή.