Παναγιώτης Κολέλης «Κομμένες γλώσσες», εκδόσεις ΚΨΜ, 2022
Οι Κομμένες γλώσσες είναι μια συλλογή εννέα διηγημάτων του 32χρονου συγγραφέα Παναγιώτη Κολέλη. Σκληρές ιστορίες «κοινωνικού ρεαλισμού», όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, και με κοινό μυστικό νήμα που τις συνδέει «το στοιχείο του παραλόγου». Πρόσωπα που δεν διστάζουν να ξεπουληθούν οι ίδιοι ή να πουλήσουν το παιδί τους ή να γίνουν εφήμεροι απαγωγείς παιδιών ή να συντηρήσουν ένα πτώμα στον πάγο, στην μπανιέρα του σπιτιού τους, προκειμένου να εξακολουθήσουν να εισπράττουν τη σύνταξη του νεκρού.
Καθώς τελείωνα την ανάγνωση του βιβλίου, ήρθε στον νου μου η περίφημη Μετριοπαθής πρόταση του Τζόναθαν Σουίφτ, ένα εμβληματικό σατιρικό κείμενο, γραμμένο πριν από 300 χρόνια. (Ο πλήρης τίτλος: Mια μετριοπαθής πρόταση για να μη γίνονται τα παιδιά των φτωχών βάρος στην οικογένειά τους και τη χώρα και για να ευεργετήσουν το κοινωνικό σύνολο.) Κάθε άλλο παρά «μετριοπαθής». Εξωφρενική είναι η πρόταση του Σουίφτ αφού προτείνει στους πάμπτωχους και πεινασμένους Ιρλανδούς να πουλήσουν τα παιδιά τους στους πλούσιους κυρίους και κυρίες σαν κρέας για την κατσαρόλα. Ένα καλοθρεμμένο, υγιές παιδάκι, κατά προτίμηση χρονιάρικο, είναι μια νόστιμη και θρεπτική τροφή που μπορεί κανείς να τη μαγειρέψει με διάφορους τρόπους, π.χ. φρικασέ ή ραγού.
Στο βιβλίο του Παναγιώτη Κολέλη δεν υπάρχει αυτή η σατιρική διάσταση ή τουλάχιστον δεν είναι εμφανής. Υπάρχει όμως ο σύγχρονος παραλογισμός και η βία της επιβίωσης, η ανθρωποφαγία που ύπουλα συντελείται στις εργασιακές, τις κοινωνικές, ακόμα και στις ερωτικές σχέσεις.
Τα περισσότερα διηγήματα της συλλογής διακρίνονται για την ευρηματικότητά τους, την ανατροπή που μας επιφυλάσσει το φινάλε, όμως πάντα σε ένα πλαίσιο επιφανειακής «κανονικότητας», όπως συνηθίζουμε να λέμε. Η φαντασία, που φαίνεται να καλπάζει, είναι στην πραγματικότητα το προϊόν μιας οργανωμένης, προμελετημένης σύλληψης.
Άλλωστε τα διηγήματα δεν έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Ο Παναγιώτης Κολέλης δεν περιγράφει τη γειτονιά του, τα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια, τις ερωτικές, οικογενειακές και εργασιακές εμπειρίες του. Δεν πρωταγωνιστεί κάποιο alter ego του, ο ίδιος επιλέγει τον ρόλο του συστηματικού παρατηρητή, αυτού που βλέπει, ακούει, σημειώνει και ανακατασκευάζει, μεταγράφει, δεν καταγράφει. Και αυτό νομίζω ότι είναι μια καλή αφετηρία για το μελλοντικό πεζογραφικό του έργο. Εδώ ο συγγραφέας αναπλάθει την πραγματικότητα υπερβάλλοντας, καθώς εκεί που η κοινή λογική σηκώνει τα χέρια ψηλά, το παράλογο απομένει ως η μοναδική πειστική ερμηνεία.