Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) αποτελεί θεμέλιο λίθο της αρχιτεκτονικής του ευρώ1. Όπως, όμως, έδειξε με σαφήνεια τόσο η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όσο και η ευρωπαϊκή κρίση χρέους του 2010, το ΣΣΑ δεν προστάτευσε τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης. Αντίθετα, η αντίληψη ότι κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα, που βρέθηκαν αντιμέτωπα με τον κίνδυνο της χρεοκοπίας, έφταιγαν για τα προβλήματά τους, οδήγησε στην αυστηροποίηση του Συμφώνου μέσω επανειλημμένων τροποποιήσεων. Έτσι, το Σύμφωνο εκτός από αναποτελεσματικό, μη έχοντας διασφαλίσει ούτε τη σταθερότητα, ούτε την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, έγινε τόσο πολύπλοκο, ώστε λίγοι τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες να το κατανοούν!
Η αντίληψη που διέπει το ΣΣΑ είναι εκείνη της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας για την επίτευξη ισοσκελισμένων ή και πλεονασματικών προϋπολογισμών μεσοπρόθεσμα και ανώτατου ορίου δημοσίου ελλείμματος έως 3% του ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα. Κατά τρόπο εξίσου αυθαίρετο ορίσθηκε επίσης ως ανώτατο όριο δημοσίου χρέους το 60% του ΑΕΠ. Η υπέρβαση των ορίων αυτών οδηγεί στη ανάληψη διορθωτικών κινήσεων, ή και στην επιβολή κυρώσεων.
Στην πραγματικότητα, το ΣΣΑ παραβιάσθηκε από την αρχή της ύπαρξής του και μάλιστα από τη Γερμανία και τη Γαλλία, το έλλειμμα των οποίων υπερέβη το όριο του 3% ήδη το 2003. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ρομάνο Πρόντι παραδέχθηκε ότι το Σύμφωνο είναι «ηλίθιο»2. Ακολούθησε η πρώτη τροποποίησή του το 2005, την οποία διαδέχθηκαν επόμενες τροποποιήσεις τη δεκαετία του 2010. Η βασική αντίληψη του ΣΣΑ παρέμεινε όμως η ίδια, ήτοι της δημοσιονομικής πειθαρχίας γύρω από άκαμπτους στόχους/δείκτες που δεν προάγουν ούτε τη σταθερότητα, ούτε την ανάπτυξη. Εξάλλου στις συνθήκες αυτές, η νομισματική πολιτική έγινε κυρίαρχη στην ευρωζώνη και η ΕΚΤ βασικός παίκτης.
Ο κορονοϊός άλλαξε το παιχνίδι
Τους κανόνες του παιχνιδιού τάραξε η παγκόσμια απειλή της πανδημίας του κορωνοϊού, η οποία ενέσκηψε το 2020. Το ΣΣΑ τέθηκε σε αναστολή τον Μάρτιο 2020 με την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής3. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο 2022 είχε ως αποτέλεσμα την παράταση της αναστολής έως και το 2023. Από το 2024 αναμένεται να ισχύσει και πάλι το ΣΣΑ, με τη νέα, αναθεωρημένη του μορφή.
Η διαδικασία αναθεώρησης του ΣΣΑ ξεκίνησε τον Φεβρουάριο 2020, πάγωσε λόγω πανδημίας και άνοιξε εκ νέου τον Οκτώβριο 2021, ενώ οι κατευθύνσεις της Επιτροπής δημοσιεύθηκαν τον Νοέμβριο 2022. Οι τελικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν εντός του 2023. Τα βασικά σημεία των προτάσεων αυτών αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής, αφού σηματοδοτούν όχι μόνο το πλαίσιο άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής για τα μέλη της ΕΕ, αλλά και την αντίληψη που διέπει τους κανόνες της εν λόγω πολιτικής.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, τα βασικά σημεία της πρότασής της εντάσσονται σε τρεις κατηγορίες: 1. ενίσχυσης της «ιδιοκτησίας» της δημοσιονομικής πολιτικής από τα κράτη μέλη, 2. απλοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων και 3. ενίσχυση των κυρώσεων εφαρμογής τους.
Πράγματι, οι νέοι κανόνες επιτρέπουν μεγαλύτερη ευελιξία στην επίτευξη της μείωσης των δημοσιονομικών μεγεθών τόσο χρονικά, όσο και σε σχέση με τις ιδιαιτερότητες κάθε κράτους μέλους. Επίσης, μεγαλύτερη προσοχή αναμένεται να δοθεί σε διαρθρωτικά ζητήματα σχετικά με την κλιματική αλλαγή, το περιβάλλον και τα κοινωνικά ζητήματα. Η κατάργηση ορισμένων δυσνόητων κανόνων ομοίως, συμβάλλει στην απλούστευση των ρυθμίσεων.
Η αυθαιρεσία και οι αντιφάσεις συνεχίζονται
Από την άλλη πλευρά, το αναθεωρημένο ΣΣΑ εξακολουθεί να πάσχει από τα αυθαίρετα όρια του 3% και 60% του ΑΕΠ. Παρά τις θεσμικές/πολιτικές δυσκολίες μεταβολής τους, η διατήρησή τους έχει αρνητική σημειολογική σημασία και όχι μόνο.
Επιπλέον, η μη εξαίρεση του χρέους που συνάπτεται για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε τομείς αιχμής, όπως είναι η πράσινη μετάβαση και η ψηφιοποίηση της οικονομίας, θέτει χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, όπως είναι η Ελλάδα, η Ιταλία, κλπ, σε δυσχερή θέση. Οι χώρες αυτές καλούνται να μειώσουν τον δείκτη «χρέος/ΑΕΠ», επενεργώντας κυρίως στον ονομαστή παρά στον παρονομαστή, δηλαδή στο ΑΕΠ.
Η κατάργηση ορισμένων δεικτών για τη μείωση του χρέους είναι θετική εξέλιξη. Από την άλλη, η βιωσιμότητα του χρέους βάσει του δείκτη των δημοσίων δαπανών στηρίζεται σε παραδοχές και προβλέψεις για τη μελλοντική εξέλιξη της οικονομίας. Λαμβάνοντας υπόψη την αβεβαιότητα που επικρατεί σήμερα, ο δείκτης αυτός πάσχει από τα ίδια προβλήματα προσδιορισμού και μέτρησης που παρουσίασαν οι υπό κατάργηση δείκτες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο αναθεωρημένο ΣΣΑ έχει κυρίαρχο ρόλο, δεδομένου ότι ξεκινά τον διάλογο με τα κράτη μέλη στη βάση μακροπρόθεσμου σχεδίου αναφοράς για τη βιωσιμότητα του χρέους και σχετικών παραδοχών για την εξέλιξη της οικονομίας, το οποίο συντάσσει η ίδια. Ο διάλογος συνεχίζεται μέχρι τα δύο μέρη να συμφωνήσουν και το Συμβούλιο να εγκρίνει το τελικό σχέδιο για κάθε κράτος μέλος. Σε περίπτωση διαφωνίας, στο Συμβούλιο υποβάλλεται το προτεινόμενο από την Επιτροπή σχέδιο. Ομοίως, η Επιτροπή εποπτεύει την εφαρμογή του σχεδίου και προτείνει κυρώσεις σε περίπτωση εκτροπής από αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κυρίαρχος ρόλος της Επιτροπής έρχεται σε αντίθεση με τον στόχο της ενίσχυσης της «ιδιοκτησίας» της δημοσιονομικής πολιτικής από τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Επικαιροποίηση παρά μετασχηματισμός
Σε αντίθεση με την Επιτροπή και το Συμβούλιο, το Ευρωκοινοβούλιο δεν έχει ουσιαστικό ρόλο. Μάλιστα, συμμετέχει ως «τιμωρός», αφού μεταξύ των κυρώσεων προβλέπεται ότι ο υπουργός Οικονομικών κράτους που παραβιάζει τους δημοσιονομικούς κανόνες οφείλει να να δώσει εξηγήσεις ενώπιον του Ευρωκοινοβουλίου.
Συνολικά, παρά ορισμένες θετικές πλευρές της υπό συζήτηση αναθεώρησης του ΣΣΑ, το νέο πλαίσιο αποτελεί μερική επικαιροποίηση μάλλον, παρά μετασχηματισμό του. Η εμπειρία άσκησης πολιτικής από την ΕΕ στη διάρκεια της πανδημίας αντανακλάται σε ορισμένες προτάσεις της Επιτροπής. Από την άλλη, το σπουδαιότερο δίδαγμα αλληλεγγύης της περιόδου αυτής –που δεν είναι άλλο από την από κοινού έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων για τη χρηματοδότηση μέρους των εθνικών δαπανών αντιμετώπισης της πανδημίας– φαίνεται ότι ξεχάστηκε κιόλας από τις ηγεσίες της ΕΕ.
Σημειώσεις:
1. Αρ. 121 και άρ. 126 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Βλ. H. Mahony, 2002, Prodi calls Stability Pact ‘stupid’, EUOBSERVER, Oct. 17; https://euobserver.com/green-economy/8008.
3. Θεσπίστηκε το 2011 και αφορά σε περιόδους «σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας» (https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:52020DC0123&from=EL).
-
Ενίσχυση «ιδιοκτησίας»
|
-
Απλοποίηση δεικτών
|
-
Εφαρμογή
|
Η Ευρ. Επιτροπή δημοσιοποιεί πολυετές σχέδιο αναφοράς για τη βιωσιμότητα του χρέους. Το κράτος μέλος προτείνει μεσοπρόθεσμο (4 έτη) δημοσιονομικό-διαρθρωτικό πρόγραμμα, στο οποίο εντάσσεται ο ετήσιος προϋπολογισμός. Επιπλέον 3 έτη μπορεί να ισχύσουν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Το Συμβούλιο εγκρίνει το πρόγραμμα του κράτους μέλους.
|
Καταργείται μια σειρά πολύπλοκων και αδιαφανών δεικτών για τη μείωση του χρέους. Ισχύει ένας μοναδικός δείκτης για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους, οι «εθνικά χρηματοδοτούμενες καθαρές δημόσιες δαπάνες», οι οποίες είναι το σύνολο των δαπανών μείον τις δαπάνες τόκων και τις κυκλικές δαπάνες ανεργίας.
|
Τα ανώτατα όρια του 3% του ΑΕΠ για το δημόσιο έλλειμμα και του 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος διατηρούνται. Εξίσου διατηρούνται οι διαδικασίες προειδοποίησης και κυρώσεων σε περιπτώσεις παραβάσεων. Οι κυρώσεις ενισχύονται.
|