Η διαπίστωση ότι ένας κοινοτικός προϋπολογισμός στο 1% του ευρωπαϊκού AEΠ δεν επιτρέπει πραγματικά μια διαρθρωτική παρέμβαση στο σύνολο των χωρών μελών, και προς όφελος ειδικότερα των χωρών του Νότου, έχει γίνει εδώ και καιρό. Απλώς η δυναμική της μεγέθυνσης κατά την περίοδο ως τη δεκαετία του 2000, και ο εν μέρει αληθής ισχυρισμός ότι το κρίσιμο θέμα είναι η αξιοποίηση των πόρων από τις χώρες που καθυστερούν, άφησαν στην άκρη όχι μόνο την αναζήτηση μιας λύσης, αλλά ακόμα και την αναφορά του προβλήματος. Η προσέγγιση για μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού ήταν ότι οι Βρυξέλλες θέλουν το καλό μας, αλλά εμείς παραμένουμε καθυστερημένοι.
Ακόμα και σήμερα, μετά την κρίση του 2009, και μετά τα μνημόνια που οδήγησαν την οικονομία και την κοινωνία σε κατάρρευση, συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία, το συμμετρικά αντίστοιχο που συμβαίνει και στις χώρες του Βορρά: το κεφάλαιο, ο πλούτος, και μέρος της μεσαίας τάξης, πιστεύουν ότι η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι πλουσιότερες χώρες, μας δείχνουν το δρόμο, ακόμα κι αν έχει πληγεί και πλήττεται η υπόλοιπη κοινωνία, δηλαδή η πλειονότητά της. Και το πρόβλημα των διαθέσιμων πόρων για την αντιμετώπιση των πολλαπλών κρίσεων παραμένει και οξύνεται.
Ακόμα και το 1% ροκανίζεται όπως και οι υπόλοιποι “συγκυριακοί” πόροι. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δανείζεται για να καλύψει πολλαπλές ανάγκες, αλλά οι τόκοι αυτών των δανείων θα πληρώνονται από αυτό το 1%. Όταν αποφασίστηκε το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. μετά την πανδημία, η αρχική πρόταση για 500 δισ. επιχορηγήσεις (τα υπόλοιπα δανεισμός) μειώθηκαν από τους “τσιγκούνηδες” του Βορρά στα 370 δισ., η ευθύνη παραχωρήθηκε αποκλειστικά στο Συμβούλιο (στους ηγέτες των κρατών κατευθείαν) και το Ευρωκοινοβούλιο έμεινε απ' έξω, ενώ πρόκειται για στιγμιαία δαπάνη και δανεισμό.
Όταν συζητήθηκε το Ταμείο RepowerEU για την αντιμετώπιση του συνόλου των ενεργειακών αναγκών, η χρηματοδότησή του αποφασίστηκε να είναι από τα αδιάθετα του Ταμείου Ανάκαμψης (τίποτα παραπάνω δηλαδή), γύρω στα 225 δισ. τώρα, αλλά εκτιμάται ότι θα μειωθούν. Ο Επίτροπος Paolo Gentiloni δήλωσε ότι χρειάζεται η Επιτροπή έναν πρόσθετο δανεισμό 350 δισ. Για νέα εργαλεία και πρόσθετους πόρους, αλλά ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας έσπευσε να απορρίψει την πρόταση αυτή, και επομένως να την εξαφανίσει.
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης, συμπεραίνει ότι το σύνολο αυτών των αποφάσεων και χειρισμών, που εντείνουν τις αποκλίσεις μεταξύ χωρών μελών, με άλλα λόγια την επέκταση της μαζικής φτώχειας, αλλά επιπλέον εγκαταλείπουν βασικούς στόχους της ενεργειακής μετάβασης, βαφτίζοντας το φυσικό αέριο μεταβατικό καύσιμο, και υποχωρώντας σε ό,τι αφορά την πυρηνική ενέργεια, αποτελούν μια καταστροφική πορεία για την Ευρώπη. Ο Τιτανικός κατευθύνεται προς το παγόβουνο, αλλά η μουσική συνεχίζει να παίζει στο σαλόνι, οι πλούσιοι ξέρουν ότι υπάρχουν γι’ αυτούς βάρκες, και οι φτωχοί έτσι κι αλλιώς είναι καταδικασμένοι.
Το ζήτημα των διαθέσιμων πόρων είναι προφανώς κρίσιμο για την Ελλάδα. Χρειάζεται να μην αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα μόνο με διαμαρτυρίες για τον περιορισμένο όγκο των ευρωπαϊκών πόρων. Η μέθοδος αξιοποίησής τους είναι βέβαια καθοριστική, πράγμα που σημαίνει σχεδιασμός της ενεργειακής μετάβασης, της παραγωγικής ανασυγκρότησης, και της κοινωνικής προστασίας, σε μια εποχή που οι κεϋνσιανοί αυτοματισμοί δεν μπορούν να δώσουν τις αναγκαίες λύσεις, ούτε αναμένεται ότι οι πολιτικές της προσφοράς μπορούν να καλύψουν τα υπάρχοντα κενά. Σε ό,τι αφορά όλες αυτές τις δομικές ανάγκες, δεν υπάρχει ιδιωτικό κεφάλαιο που μπορεί να επιδιώκει να τις καλύψει.
Το 2015 βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια ανελέητη επίθεση της ευρωπαϊκής ελίτ εναντίον της Ελλάδας, δηλαδή εναντίον των λαϊκών της τάξεων. Η “Ευρώπη” διάλεξε να επιτεθεί για να σώσει το τραπεζικό κεφάλαιο κυρίως, το οποίο είχε δημιουργήσει τις συνθήκες της κρίσης. Η αριστερά δεν είχε σχέδιο απάντησης, ενώ κουβαλούσε και μια παράδοση υποστήριξης της ευρωπαϊκής προοπτικής, που την εμπόδισε να δουλέψει για την επεξεργασία έστω και μερικών αποδεσμεύσεων από τον νεοφιλελεύθερο δογματισμό της τρόικας, που να μπορούν να ανορθώσουν ριζικά την οικονομία και την κοινωνία.
Σήμερα που δεν διαπιστώνουμε μόνο ότι το νεοφιλελεύθερο πελατειακό κράτος του μητσοτακισμού αυξάνει τις ανισότητες, δεν αυξάνει την παραγωγή, αποδυναμώνει το δημόσιο και οδηγεί πολλές περιφέρειες στην οικονομική παρακμή, διαπιστώνουμε επίσης ότι αυτές οι κατευθύνσεις εντάσσονται πλήρως στις ευρωπαϊκές επιλογές, ενώ η αρνητική αναθεώρηση της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, είναι κι αυτή μια κοινή άκρως επικίνδυνη κατεύθυνση.
Δεν μπορούμε να επαναλάβουμε τη συνθηκολόγηση του 2015 με αργό ρυθμό, και να αφήσουμε αναπάντητα τα δαπανηρά ή και καταστροφικά ψέματα των “μένουμε Ευρώπη” κάθε είδους. Οι απαντήσεις μας δεν μπορεί να είναι ανεπεξέργαστες ιδέες για εξόδους από εδώ και από εκεί, αλλά ισχυρές κοινωνικά αποδεκτές θεσμικές και οικονομικές παρεμβάσεις που σε μερικές χώρες αποδεικνύονται εφικτές, χωρίς να οδηγούν στην καταστροφή, ενώ μπορούν να επιβληθούν στην ευρωπαϊκή ελίτ.