«Inside» του Βασίλη Κατσούπη
Το μεγάλο κινηματογραφικό γεγονός που κάνει παραδοσιακά ποδαρικό για τη νέα κινηματογραφική χρονιά, η περίφημη Μπερλινάλε, σηματοδοτεί φέτος την επιστροφή στην πλήρη δια ζώσης μορφή της μετά από δύο χρόνια πανδημικής ταλαιπωρίας γεμίζοντας ασφυκτικά τις αίθουσες του με θεατές όσο και την αγορά με τους επαγγελματίες. Ωστόσο, δυστυχώς παρά τα εντυπωσιακά νούμερα, δύσκολα μπορούμε να μιλήσουμε για μια αληθινά σπουδαία χρονιά σε επίπεδο προγράμματος που μοιάζει σχετικά φτωχό σε σύγκριση με περασμένες χρονιές. Ειδικά μάλιστα για την εγχώρια γερμανική παραγωγή, που έχει πάντα την τιμητική της στο Βερολίνο καθώς «παίζει» στην έδρα της. Φέτος μάλλον απογοήτευσε παρά την παρουσία ηχηρών ονομάτων όπως ο Κρίστιαν Πέτζολντ με την ανούσια ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου («Afire») ή η πολύπειρη Μαργκαρέτε Φον Τρότα με την εντελώς ακαδημαϊκή ματιά της στη ζωή της ποιήτριας Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν («Ingeborg Bachmann - Journey into the Desert») και την καταστροφική σχέση της με τον θεατρικό συγγραφέα Μαξ Φρις, με μια εξαιρετική ωστόσο Βίκι Κριπς στον ομώνυμο ρόλο.
Με μεγάλη έμφαση στην προσέλκυση των μεγάλων αμερικανών σταρ, αρχής γενομένης από την επιλογή της μάλλον άπειρης για τον ρόλο Κρίστεν Στιούαρτ στη θέση της προέδρου της Κριτικής Επιτροπής, μέχρι την βράβευση του Στίβεν Σπίλμπεργκ και την ειδική προβολή του «Ταρ» του Τοντ Φιλντ (που ήδη έχει προβληθεί στις αίθουσες σχεδόν όλου του πλανήτη) με δικαιολογία τα …γυρίσματα στη Φιλαρμονική του Βερολίνου, όλα δείχνουν ότι την προτελευταία χρονιά στην θητεία του, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κάρλο Σατριάν επιστράτευσε, όπως και ο ομόλογός του Αλμπέρτο Μπαρμπέρα στη Βενετία, όση λάμψη μπορούσε, στοχεύοντας προφανώς τόσο σε μια …νέα θητεία όσο και στην προσέλκυση του κοινού στο Φεστιβάλ μετά τα δύσκολα χρόνια της πανδημίας. Το ίδιο μαρτυρά και η παρουσία της Ρεμπέκα Μίλερ με την τελευταία άνιση κομεντί «She came to me» στο εκτός συναγωνισμού άνοιγμα του Φεστιβάλ, που έφερε όμως στο κόκκινο χαλί την Αν Χάθαγουει και τον Πίτερ Ντίνκλατζ. Μαζί, βέβαια, δεν θα μπορούσε να λείπει και λίγη, αισθητά λιγότερη από ό,τι έχουμε συνηθίσει, πολιτική και βέβαια ο απαραίτητος πλέον σε κάθε Φεστιβάλ πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι που έδωσε το χαιρετισμό του στην έναρξη της διοργάνωσης. Ο Ζελένσκι άλλωστε είχε την τιμητική του και στο εκτός συναγωνισμού «Superpower», το ντοκιμαντέρ που γύρισε εν θερμώ ο πάντα τολμηρός Σον Πεν στην εμπόλεμη Ουκρανία, ένα δριμύ κατηγορώ στη μεγαλομανία του Πούτιν, που όμως δυστυχώς δεν προσφέρει τίποτε καινούριο σε όσα γνωρίζουμε και μοιάζει συχνά περισσότερο με όχημα προβολής του ίδιου του δημιουργού της. Στις πολιτικές παρεμβάσεις αξίζει να σημειώσουμε και την εκδήλωση συμπαράστασης του Φεστιβάλ στον αγώνα των γυναικών στο Ιράν με σύνθημα «Women, Life, Freedom», με σύσσωμη την παρουσία της κριτικής επιτροπής και της διεύθυνσης του Φεστιβάλ στο κόκκινο χαλί.

«Past lives» της Σελίν Σονγκ
Περνώντας στις ταινίες που κατάφεραν να ξεχωρίσουν, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της νοτιοκορεατικής καταγωγής Σελίν Σονγκ «Past lives» αποτέλεσε για πολλούς τη μεγαλύτερη και πλέον ευχάριστη έκπληξη του Φεστιβάλ και ένα από τα φαβορί για το μεγάλο βραβείο, συγκεντρώνοντας καθολικά διθυραμβικές κριτικές που δύσκολα η επιτροπή μπορεί να αγνοήσει. Πρόκειται για το χρονικό ενός ανεκπλήρωτου έρωτα που διατρέχει 25 χρόνια φέρνοντας αναπάντεχα ξανά κοντά δύο ανθρώπους που έζησαν τα πρώτα σκιρτήματα στην εφηβεία τους και βρέθηκαν στη συνέχεια μακριά ο ένας από τον άλλο, διατηρώντας ωστόσο πάντα την ανάμνηση αυτής της σχέσης. Ένας μοναδικός, σχεδόν μεταφυσικός στοχασμός πάνω στη μνήμη και στην τυχαιότητα που καθορίζει την ανθρώπινη ζωή, δοσμένος με μια εκπληκτική, βιωματική και οικουμενική αμεσότητα που δύσκολα θα αφήσει ασυγκίνητο οποιοδήποτε θεατή. Από την Ασία έρχονται και οι επόμενες σπουδαίες στιγμές του Φεστιβάλ και ανήκουν και οι δύο στις ταινίες animation που συμπεριλήφθηκαν στο φετινό πρόγραμμα, το χάρμα οφθαλμών «Art College 1994» του Κινέζου Λιου Τζιουάν, γύρω από τις αισθητικές και πολιτικές αναζητήσεις μιας παρέας φοιτητών στο Πεκίνο των αρχών του ’90 και το ονειρικό, αισθητικής manga «Suzume» του μεγάλου ιάπωνα σκηνοθέτη Μακότο Σινκάι.
Σε μια εποχή που γίνεται τόσος λόγος για το θέμα της εκπροσώπησης, η γυναικεία παρουσία έγινε αισθητή χάρη κυρίως σε δυο ισπανόφωνες δημιουργίες, που έχουν επίσης τα φόντα για να πάρουν βραβεία, το σκηνοθετικό ντεμπούτο «20000 Species of bees» της Εστιμπαλίζ Ουρεσόλα Σολαγκουρέν από την Ισπανία, μια τρυφερή ιστορία με θέμα τη δυσφορία φύλου ενός δεκάχρονου αγοριού και το «Totem» της Λίλα Άβιλες από το Μεξικό μια συγκινητική, γεμάτη αυτοβιογραφικά στοιχεία, ιστορία ενός κοριτσιού που διαπιστώνει ότι ο νεαρός πατέρας της πάσχει από καρκίνο και πρόκειται να πεθάνει, ενώ η οικογένεια ετοιμάζεται πυρετωδώς να γιορτάσει τα, μάλλον τελευταία, γενέθλιά του.
.jpg)
«Μουσική» Άντζελα Σάνελεκ
Η Ελλάδα, αν και απούσα από το επίσημο διαγωνιστικό τμήμα (όπως παραδόξως και τα Βαλκάνια συνολικά), είχε την τιμητική της τόσο ως τόπος γυρισμάτων όσο και ως δραματουργική αφετηρία στη Μουσική της ιδιοσυγκρασιακής γερμανίδας Άντζελα Σάνελεκ. Μια φιλόδοξη σύγχρονη, «μεταφορά» του Οιδίποδα στη σημερινή εποχή με τους Αργύρη Ξάφη και Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου να κρατούν δύο από τους βασικούς ρόλους. Το ελληνικό κομμάτι της ταινίας, γήινο και σχεδόν χειροποίητο, είναι σαφώς το πιο ενδιαφέρον, πατώντας με πρωτότυπο τρόπο στην αρχαία τραγωδία, ωστόσο το δεύτερο μέρος που μεταφέρει τη δράση στο ψυχρό Βερολίνο μοιάζει αμήχανο και αποδεικνύεται δύσκολο για τη Σάνελεκ να δέσει αρμονικά δύο τόσο διαφορετικούς κόσμους με όχημα μόνο τη μουσική.
Ολοκληρώνουμε, δικαιωματικά, με τη μοναδική ελληνική παρουσία στο Φεστιβάλ, έστω στο παράλληλο τμήμα του Πανοράματος, το πολλά υποσχόμενο διεθνές σκηνοθετικό ντεμπούτο μυθοπλασίας του Βασίλη Κατσούπη «Inside», ένα αγωνιώδες όσο και παιχνιδιάρικο θρίλερ δωματίου με πρωταγωνιστή τον σπουδαίο Γουίλεμ Νταφόε στον ρόλο ενός κλέφτη έργων τέχνης που βρίσκεται παγιδευμένος σε ένα πανάκριβο διαμέρισμα στο Μανχάταν, μια ταινία που σε λίγες μέρες θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε και στις ελληνικές αίθουσες.