Πανικό έχει σπείρει η απόφαση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τη δυνατότητα των services να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς, τόσο στους δανειολήπτες, όσο όμως και στην κυβέρνηση, που έφερε άρον-άρον τροπολογία για αλλαγές στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό (κενή περιεχομένου ουσιαστικά), φοβούμενη το πολιτικό κόστος της υπόθεσης, εν μέσω, μάλιστα, προεκλογικής περιόδου.
Τι αλλάζει
Ταυτόχρονα, βέβαια, παραμένει η ρητορική του υπουργείου Οικονομικών, σε απόλυτη σύμπνοια με την ανακοίνωση της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, πως με την απόφαση του Αρείου Πάγου δεν άλλαξε τίποτα ουσιαστικά και ότι ούτως ή άλλως οι services μπορούσαν να προβούν σε πλειστηριασμούς.
Στην πραγματικότητα, όμως, με την απόφαση αυτή οι δανειολήπτες έχασαν ένα από τα τελευταία δίχτυα προστασίας που είχαν μπροστά στους πιστωτές. «Η απόφαση του Αρείου Πάγου αφαιρεί στην ουσία από τους δικηγόρους των δανειοληπτών ένα κρίσιμο εργαλείο με το οποίο μπορούσαν να ανακόπτουν πλειστηριασμούς. Μέχρι τώρα, η κύρια νομολογία των τμημάτων του Αρείου Πάγου ήταν ότι επειδή τα funds και οι services επέλεξαν να κάνουν την αγορά των δανείων βάσει του νόμου 3156/2003 και όχι του 4354/2015, οι δεύτεροι δεν είχαν νομιμοποίηση να προχωρούν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Η απόφαση τώρα τους το επιτρέπει. Εκεί, δηλαδή, που μπορούσαμε και ανακόπταμε με επιτυχία τους 3 από τους 5 πλειστηριασμούς, πλέον θα είναι πάρα πολύ δύσκολο», εξηγεί ο Κώστας Τσουκαλάς, δικηγόρος, ειδικός επί των κόκκινων δανείων.
Σημειώνεται πως ο νόμος 3156/2003, σε αντίθεση με αυτόν του 2015, δεν προβλέπει ούτε τη φορολόγηση των services για την αγορά και πώληση των δανείων, ούτε και την υποχρέωση να προτείνουν ρύθμιση χρέους στους δανειολήπτες πριν προβούν σε πλειστηριασμό –γι’ αυτό, άλλωστε, προτίμησαν να κινηθούν και βάσει αυτού, όπως εύκολα γίνεται κατανοητό.
Η υποκρισία των «ρυθμίσεων»
Στην ανακοίνωση της Ένωσης των services υποστηρίζεται πως είναι «προσηλωμένοι σε μεθόδους συμβιβαστικής διευθέτησης οφειλών». Η εμπειρία, βέβαια, χιλιάδων οφειλετών και δικηγόρων τούς διαψεύδει πλήρως. «Τα funds και οι services δεν είναι τραπεζικά ιδρύματα και άρα δεν τους νοιάζει να κάνουν μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις. Το μόνο που τους ενδιαφέρει, είναι να καθαρίσουν με τα δάνεια που αγόρασαν και να εισπράξουν τα χρήματα. Άλλωστε, στα επιχειρησιακά σχέδια που έχουν καταθέσει, προκειμένου να λάβουν εγγυήσεις, έχουν δηλώσει επίσημα πως το 50% των εσόδων τους θα είναι από ρευστοποιήσεις. Κι επειδή, μάλιστα, τους ενδιαφέρει μόνο να εισπράξουν, γι’ αυτό κοιτάζουν αποκλειστικά την αξία της περιουσίας και όχι την οικονομική δυνατότητα του δανειολήπτη, όπως γινόταν στον νόμο Κατσέλη. Έτσι ζητάνε υπέρογκα ποσά όποτε προτείνουν ρύθμιση. Για παράδειγμα, για δάνειο 200.000 ευρώ, θα ζητήσουν 40.000 ευρώ εφάπαξ. Καταλαβαίνουμε ότι τόσα χρήματα ξαφνικά, μόνο ένας κακοπληρωτής θα είχε και όχι κάποιος αδύναμος οφειλέτης. Άρα για ποια προστασία των ευάλωτων και τιμωρία των κακοπληρωτών μιλάμε;», περιγράφει την κατάσταση ο Κώστας Τσουκαλάς.
Ο πραγματικός τρόπος λειτουργίας των services, άλλωστε, έχει καταδειχθεί και από αρκετές καταγγελίες σε βάρους τους για μη τήρηση δικαστικών αποφάσεων για αναστολή πλειστηριασμών. Αλλά και από τη συνήθη πρακτική τους, όπως τονίζει ο δικηγόρος, όταν προχωράνε σε πλειστηριασμούς ακινήτων, η αγορά (σε τιμές κοψοχρονιάς) να γίνεται από συγγενικές εταιρείες, είτε δικές τους, είτε των funds που εξυπηρετούν. «Άρα στην ουσία από τη μία τσέπη βγαίνουν τα χρήματα και στην άλλη μπαίνουν».
Εξωδικαστικός μηχανισμός–ασπιρίνη
Μπροστά σε αυτό το φαινόμενο αισχροκέρδειας από τα funds και τους services, η τροπολογία της κυβέρνησης για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών, μόνο σαν πυροτέχνημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Οι αλλαγές που προβλέπονται σε αυτή αφορούν την υπαγωγή στον μηχανισμό οφειλετών που έχουν χρέη και προς έναν μόνο πιστωτή (μέχρι τώρα ίσχυε για όσους έχουν οφειλές προς δύο φορείς και άνω), την υποχρέωση απάντησης του πιστωτή όταν δεν θα δέχεται τη ρύθμιση που προτείνει ο αλγόριθμος του μηχανισμού και για ποιον λόγο, καθώς έως τώρα δεν ενημέρωναν καν ότι δεν δέχονταν τη ρύθμιση και προχωρούσαν σε πλειστηριασμούς, και τη μείωση του επιτοκίου της ρύθμισης στο 3% σταθερά.
Και πάλι, όμως, δεν προβλέπεται καμία υποχρέωση των πιστωτών να δεχτούν τη ρύθμιση που προτείνεται από τον μηχανισμό και άρα με μια απλή απάντηση–πρόφαση, θα μπορούν «κανονικότατα» να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς. Έτσι δεν έχει και κανένα αντίκτυπο το μειωμένο επιτόκιο της ρύθμισης, αφού αυτή δεν θα υλοποιείται.
Παράλληλα, μεγάλη συζήτηση παίρνει και το κατά πόσο είναι βιώσιμη η ρύθμιση που προτείνεται από τον αλγόριθμο του μηχανισμού, αφού εκκινεί από την αρχή πως το ποσό που θα προταθεί, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από αυτό που θα εισέπραττε ο εκάστοτε πιστωτής αν γινόταν πλειστηριασμός. «Ο αλγόριθμος δεν ελέγχει μόνο τα εισοδήματα, αλλά και τα περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών. Άρα για μια περιουσία 200.000 ευρώ, η καλύτερη δυνατή ρύθμιση που μπορεί να βγάλει ο αλγόριθμος, είναι ο οφειλέτης να πληρώσει 200.000 ευρώ με επιτόκιο μέσα σε 20 χρόνια. Αυτό, βέβαια, μπορεί να μην είναι και πάλι βιώσιμο, όταν τα εισοδήματα έχουν μειωθεί κατακόρυφα από τις αλλεπάλληλες κρίσεις τόσα χρόνια. Και φανταστείτε, όμως, ότι οι πιστωτές δεν δέχονται πολλές φορές ούτε αυτές τις ρυθμίσεις!», επισημαίνει ο Κώστας Τσουκαλάς.
Πλειστηριασμοί και πρώτων κατοικιών
Βάσει όλων αυτών των δεδομένων, λοιπόν, το αποτέλεσμα της απόφασης του Αρείου Πάγου εκτιμάται πως θα έχει τραγικές συνέπειες. «Το 2022 αναρτήθηκαν συνολικά 55.000 προγράμματα πλειστηριασμών. Από αυτά πραγματοποιήθηκαν περίπου 20.000, τα υπόλοιπα είτε ανακόπηκαν δικαστικά, είτε ματαιώθηκαν λόγω έλλειψης πλειοδότη. Εφόσον σήμερα πια δεν θα μπορεί να γίνει δικαστική ανακοπή, αν έχουμε παρόμοιο πρόγραμμα πλειστηριασμών και πιθανά μεγαλύτερο, καθώς έχει γίνει πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση των δανείων, θα δούμε περίπου 40.000 πλειστηριασμούς για φέτος. Αυτό δεν είναι κάτι στατικό, αλλά θα αυξάνεται συνεχώς, γιατί ακόμα και ενήμεροι δανειολήπτες των προηγούμενων ετών, τώρα πια δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, εξαιτίας της πολύ μεγάλης αύξησης των επιτοκίων», προβλέπει ο δικηγόρος.
Υπενθυμίζεται δε, πως το κύμα πλειστηριασμών που έρχεται, θα αφορά και πρώτες κατοικίες, αφού με τον πτωχευτικό νόμο του 2020 καταργήθηκε η προστασία τους. Η κατοικία των ευάλωτων πολιτών υποτίθεται ότι προστατεύεται, αλλά αυτό απέχει παρασάγγας από την αλήθεια. Πρώτον, ως ευάλωτοι θεωρούνται μόνο όσοι έχουν έως 7.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα (με προσαύξηση για κάθε μέλος του νοικοκυριού). Αν κάποιος, δηλαδή, αμείβεται με τον κατώτατο μισθό σήμερα, θεωρείται οικονομικά εύρωστος! Ακόμα, όμως, και οι αναγνωρισμένοι από τον νόμο ευάλωτοι, απλά θα μπορούν να μείνουν στην κατοικία τους, πληρώνοντας για 12 χρόνια ενοίκιο στα funds που θα την έχουν αγοράσει και έπειτα θα μπορούν να την επαναγοράσουν από αυτά, πληρώνοντας στο ακέραιο το δάνειό τους και χωρίς να προσμετρούνται τα ενοίκια 12 χρόνων στην αποπληρωμή.
Είναι προφανείς, λοιπόν, οι λόγοι που μόνο ελάχιστοι δανειολήπτες έχουν κάνει αίτηση υπαγωγής στην πλατφόρμα ευαλωτότητας, που είχε ανοίξει τον Σεπτέμβριο. Άλλωστε, τρία χρόνια μετά τον πτωχευτικό νόμο, ακόμα δεν έχει ιδρυθεί ο ιδιωτικός Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων που προβλεπόταν, ώστε οι ευάλωτοι πολίτες να πληρώσουν τρεις φορές την κατοικία τους, με το πρόσχημα ότι έτσι «προστατεύονται». Το αποτέλεσμα, βέβαια, είναι πως ακόμα και οι πρώτες κατοικίες των εξαιρετικά ευάλωτων οφειλετών αυτή τη στιγμή θα μπορούσαν να βγουν στο σφυρί.
Αναγκαίες αλλαγές
Προκειμένου να ανακοπεί η επόμενη κρίση που γεννάται αυτή τη στιγμή, αυτή τη φορά στεγαστική, είναι απαραίτητες να υπάρξουν γενναίες νομοθετικές αλλαγές, που θα βασίζονται σε πέντε παράγοντες, όπως προτείνει ο ειδικός επί των κόκκινων δανείων, Κώστας Τσουκαλάς:
-
Έλεγχος μίας συστημικής τράπεζας από το κράτος, ώστε να υπάρξει διαπραγμάτευση με το τραπεζικό σύστημα υπέρ των δανειοληπτών.
-
Σοβαρό νομικό πλαίσιο προστασίας πρώτης κατοικίας, που θα συνδέει τη δόση της ρύθμισης πέραν από την αξία της περιουσίας και με την πραγματική οικονομική δυνατότητα του οφειλέτη, όπως ήταν με τον νόμο Κατσέλη. Σε περίπτωση μη συναίνεσης του πιστωτή στη ρύθμιση, να μπορεί ο δανειολήπτης να προσφύγει δικαστικά και να επιβάλλεται αυτό που θα λέει ο νόμος για τη ρύθμιση.
-
Δημιουργία ενός μόνιμου εξωδικαστικού μηχανισμού, που θα παράγει βιώσιμες προτάσεις για εκείνους που θα έχουν κόκκινα δάνεια.
-
Δημιουργία ενός κώδικα δεοντολογίας για τη λειτουργία των funds και των services, ώστε να σταματήσει η αποθράσυνσή τους.
-
Φορολόγηση των κερδών από τις προμήθειες που λαμβάνουν οι services και δημιουργία αποθεματικού από αυτή, το οποίο θα επιδοτεί ενήμερους δανειολήπτες, για να συγκρατηθεί η μεγάλη ζημιά από την αύξηση των επιτοκίων.
Το ζήτημα της πρώτης κατοικίας και της επικίνδυνης έκρηξης των πλειστηριασμών έχει θέσει ψηλά στην ατζέντα του και ο ΣΥΡΙΖΑ, που πέραν της κριτικής στην κυβέρνηση και της πρότασης να παγώσει μέχρι τις εκλογές τους πλειστηριασμούς, αναμένεται τις επόμενες μέρες να παρουσιάσει αναλυτικά το σχέδιό του για το θέμα. Όπως έχει γίνει μέχρι τώρα γνωστό, θα αφορά την κατάργηση του πτωχευτικού νόμου της ΝΔ και την αντικατάστασή του από ένα σχέδιο προστασίας τόσο της πρώτης κατοικίας, όσο και της επαγγελματικής στέγης και της αγροτικής γης, την αλλαγή του Εξωδικαστικού Μηχανισμού, όπου θα προβλέπεται υποχρεωτική δέσμευση των πιστωτών στην πρότασή του, αλλά και την είσοδο εισοδηματικών κριτηρίων στον τρόπο παραγωγής αυτής της πρότασης, φορολογία και όρια κέρδους στα funds και στους services.
Αναγκαία και η κινητοποίηση
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, επειδή ακόμα και 25.000 πλειστηριασμοί μέσα σε δύο χρόνια είναι πολλοί –κι ας μην αφορούσαν πρώτες κατοικίες, όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξή του στον Alpha– αλλά και επειδή η λογική της ανάθεσης παραμένει επικίνδυνη και αναποτελεσματική, σίγουρα επαφίεται και στην ίδια την κοινωνία να υπερασπιστεί μπροστά στα κοράκια, τα σπίτια και τις περιουσίες όσων με κόπο τις απέκτησαν και βρέθηκαν εν μία νυκτί χρεωμένοι, λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων και των οικονομικο-πολιτικών αποφάσεων των ιθυνόντων.