Στη μνήμη όσων ταξίδεψαν με το τρένο των 7.20

 

 

Ο σιδηρόδρομος, ήταν το πιο αγαπητό μέσο μετακίνησης πληθυσμού, φτηνό, για τα λαϊκότερα στρώματα. Μια αράδα βαγονιών που σέρνεται σε ράγες διακοσμώντας τα τοπία, τα πεδινά και τα ορεινά. Όταν το συναντάς στη διαδρομή σου, σου θυμίζει κάτι από παραμύθι ανατρέχοντας στα παιδικά τρενάκια που γυρίζουν γύρω γύρω κάτω από το τραπέζι, περνώντας γέφυρες ή κάτω από τούνελ, ανάλογα βέβαια με την οικονομική κατάσταση αυτού που μας το έφερε ως δώρο.

Από μικρή είχα την τύχη να ταξιδεύω με τρένο πηγαίνοντας στον τόπο καταγωγής. Αμυδρά θυμάμαι μουντζουρωμένους εργάτες να ρίχνουν κάρβουνο στις μηχανές και να φουντώνει η φωτιά στον παραδοσιακό μουντζούρη, όπως το έλεγαν. Πλήθος κόσμου ταξίδευε στα χωριά του, γιατί υπήρχαν παντού σταθμοί, σε κάθε χωριό, με πολύ ωραία κτίρια των σταθμών, πραγματικά κοσμήματα στις επαρχίες, που υπάρχουν και σήμερα όμως εγκαταλειμμένα.

 

Περιμέναμε το τελευταίο τρένο

 

 Έβλεπες παντού σιδηροδρομικούς με τις στολές τους να πηγαινοέρχονται, αλλάζοντας τις γραμμές, κλειδούχους τους έλεγαν, και τον σταθμάρχη να βγαίνει από τον σταθμό φορώντας το καπέλο του και να σφυρίζει για να αναχωρήσει το τρένο. Τα τρένα τότε πήγαιναν σε μια γραμμή, δεν υπήρχαν δύο, έτσι για την τιμή της Ελλάδας. Έτσι, για να προσπεράσει ένα τρένο, περιμέναμε στο σταθμό και μετά ξεκινούσαμε. Το γνωρίζαμε, ρωτούσαμε μάλιστα, σε ποιον σταθμό θα γίνει η διασταύρωση. Ήμασταν κι εμείς μέρος της κίνησης. Τότε όμως δεν βιαζόμαστε πολύ, το ταξίδι ήταν πολύωρο.

 Οι σιδηροδρομικοί πηγαινοέρχονταν στα βαγόνια, έλεγχαν τα εισιτήρια, κάτι μικρά στενόμακρα χοντρά χαρτάκια που τα τρυπούσαν μ ένα μηχάνημα. Ήταν ευδιάκριτοι, ήταν πολλοί. Τα βαγόνια του ΣΕΚ τότε ήταν διακοσμημένα με πίνακες από ελληνικά τοπία και ωραίους καθρέπτες με το σηματάκι ΣΕΚ. Ο κόσμος πολύς με κάθε λογής τσάντες, βαλίτσες , σακούλες να κουβαλάει από την επαρχία όλα τα καλούδια της στην πρωτεύουσα. Τυριά, αυγά, χόρτα μαζεμένα απ’ τα βουνά, κρέατα. Ό,τι είχε ο καθένας, τέλος πάντων. Ένα πολύχρωμο πλήθος. Τα ιδιωτικά αυτοκίνητα ήταν λιγότερα, ο κόσμος χρησιμοποιούσε το τρένο.

Στο χωριό περνάγαμε άπειρες ώρες στο σταθμό, κάνοντας βόλτα και περιμένοντας τα τρένα να περάσουν. Υπήρχε πολλή κίνηση, πολλά τρένα πέρναγαν, κάποτε γινόταν και διασταύρωση, ο σταθμός ήταν μεγάλος, κόμβος. Πολλά χωριά εξυπηρετούνταν από εκεί, ο κόσμος πολύς. Στην άκρη του σταθμού υπήρχαν παλιές μηχανές, η χαρά των παιδιών και η δική μας και μηχανοστάσιο που «γύριζαν τις μηχανές». Περιμέναμε το τελευταίο τρένο, αφού είχαμε μάθει απέξω τα δρομολόγια και φεύγαμε για το σπίτι, αφού τους χαιρετούσαμε «για καλό ταξίδι» και κάποτε κάποιος μηχανοδηγός απαντούσε με ένα σφύριγμα του τρένου.

 

Η ιστορία έρχεται με το ταξίδι σου

 

 Μετά ήρθε η πρόοδος με την ατμομηχανή. Υπήρχε η παραδοσιακή «πόστα» και το οτομοτρίς με λιγότερα βαγόνια.

Οι αλλαγές στο δίκτυο αυτό έγιναν αργά, αλλά έγιναν. Η πρόοδος και η εγκατάλειψη.

Έγινε η διπλή γραμμή, όχι βέβαια ότι δεν σταμάταγαν τα τρένα για τη γνωστή διασταύρωση. Το νέο intercity που του έδωσαν ιστορικά ονόματα, το πιο γρήγορο, εννοείται, που πλήρωνες επιπλέον χρήματα για την ίδια διαδρομή και χρόνο και το άλλο τρένο που το ονόμασαν τώρα τοπικό, με χαμηλότερο εισιτήριο. Οι σιδηροδρομικοί λιγόστεψαν, έρχεται η πρόοδος.

 Με το τρένο πέρναγες και περνάς κατά μήκος όλη τη χώρα. Η ιστορία έρχεται με το ταξίδι σου, αν βέβαια θέλεις να έρθει. Η πεδιάδα της Κωπαϊδας στη Βοιωτία, τα βουνά του Μπράλου που σκέφτεσαι πώς μπόρεσαν κι έφτιαξαν τη γραμμή μέσα στο βράχο, ίσα που χωράει το τρένο. Κάτι σαν τρόμος σε πιάνει μέχρι να το περάσεις, αλλά μετά έρχεται ο Γοργοπόταμος και η γέφυρα της Παπαδιάς. Αλλάζεις συναισθήματα, κοιτάς κάτω αναλογιζόμενος τον Άρη και την ομάδα του να προσπαθούν να σταματήσουν την προέλαση των Γερμανών.

Η γέφυρα της Αλαμάνας και αριστερά στο βάθος το χάνι της Γραβιάς, ο θεσσαλικός κάμπος που στη δύση με τα πορτοκαλιά χρώματα του ουρανού, τα νερά που ποτίζουν τα χωράφια κάνουν να φαντάζουν, να παίρνουν διάφορα χρώματα. Μετά περνάς τα Τέμπη με τον Πηνειό ποταμό. Μοναδικό τοπίο που η σύγχρονη Ελλάδα το έχει αμαυρώσει. Πιο πάνω, στη Μακεδονία, η κοιλάδα του Νέστου με πολύ πιο μεγάλη η διαδρομή όμως, που μόνο με το τρένο μπορείς να την απολαύσεις.

 

Λείπουν οι άνθρωποι

 

 Με το τρενάκι των παιδικών μας χρόνων ήρθε και «Το τρένο φεύγει στις 8» των νεανικών. Μελωδίες που τις τραγουδούσες στα παιδιά σου γιατί οι σύγχρονες μαμάδες δεν γνωρίζαμε και πολύ από νανουρίσματα.

- Αλήθεια τι τραγουδάς στο μωρό;

- Εγώ αντάρτικα, δεν ξέρω κάτι άλλο. Εσύ;

- Εγώ, «το τρένο φεύγει στις οκτώ».

-Μ’ αρέσουν τα τρένα, είναι αργά αλλά ασφαλή, δεν βλέπεις τι γίνεται στην Εθνική κάθε σαββατοκύριακο;

 Και μετά τα τρένα έγιναν γρήγορα, πολύ γρήγορα και ακριβότερα, στην ίδια τιμή με το ΚΤΕΛ και καταργήθηκαν τα τοπικά , οι σταθμοί ερήμωσαν, χορτάριασαν, οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι εξαφανίστηκαν, τα εισιτήρια μέσω κάρτας πια. Όλα έγιναν απρόσωπα. Στη διαδρομή βλέπεις έρημους σταθμούς, στολίδια μιας άλλης εποχής.

Τα δρομολόγια είναι μόνο για τις μεγάλες πόλεις, για τα χωριά, αν ξεσηκωθούν οι κάτοικοι, τους βάζουν λεωφορεία του ΟΣΕ.

Στο χωριό, ο σταθμός κόμβος γαρ, έγινε μεγαλύτερος, σύγχρονος με κυλιόμενες σκάλες, ασανσέρ. Αλλά λείπουν οι άνθρωποι, οι τρενάδες όπως έλεγαν οι ντόπιοι. Ένας υπάλληλος, ιδιωτικής εταιρείας, βγάζει εισιτήρια σε συγκεκριμένο ωράριο. Τίποτα άλλο. Μόνος ανεβαίνεις και κατεβαίνεις από το τρένο. Λες και πηγαίνει μόνο του, χωρίς υπαλλήλους. Σου λείπει ο σταθμάρχης που για να αναχωρήσει το τρένο, σφύριζε. Και το τρένο τώρα δεν περνάει από τον Μπράλο, φεύγει δεξιά στη σήραγγα του Καλλίδρομου, αφήνοντας χωρίς συγκοινωνία τα χωριά.

Τώρα όλα γίνονται ηλεκτρονικά ή δεν γίνονται. Γιατί, για να αλλάξεις ένα σύστημα με ένα άλλο χρειάζονται υποδομές κατάλληλες, όχι μόνο κέρδος των επιχειρήσεων. Αν δεν έχεις κι αυτές , τότε « τα τρένα φεύγουν …στις …7.20».

 

Γιούλα Τσουμπού Η Γιούλα Τσουμπού είναι εκπαιδευτικός. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet