Η Λουτσιάνα Καστελίνα είναι παλιά και πιστή φίλη της «Εποχής». Δεν μας αρνήθηκε ποτέ τη συμβολή της σε άρθρα, συνεντεύξεις, εκδηλώσεις και, πάντα, η ανταλλαγή απόψεων μαζί της μας έκανε σοφότερους/ες. Έτσι, λοιπόν, και αυτή τη φορά, η σφαιρική της ματιά και η βαθιά της ανάλυση σε παλαιά και πρόσφατα γεγονότα, δεν μπορεί παρά να μας ωφελήσει στο να κατανοήσουμε την Ιταλία, τον κόσμο, αλλά και να παρατηρήσουμε τις ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στα όσα αφηγείται για τη χώρα της και στα όσα διαδραματίζονται στη δική μας.
Τι σκέφτεσαι για την εκλογή μιας Δεξιάς με φασιστικές καταβολές στην Ιταλία και για τον τρόπο με τον οποίο η δεξιά κυβέρνηση εφαρμόζει σήμερα την πολιτική της;
Σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει τόσο πολύ, έχει αλλάξει και ο φασισμός. Είναι ακόμη επικίνδυνος, αλλά με έναν τρόπο λιγότερο φανερό, δεν έχει πια ανάγκη από πραξικοπήματα, δεν έχει ανάγκη να διαλύσει κοινοβούλια ή να θέσει εκτός νόμου τα κόμματα. Αυτό συμβαίνει γιατί η πραγματική εξουσία είναι στα χέρια του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου και των επιχειρήσεων που το διαχειρίζονται, καθώς η αποφασιστική εξουσία από καιρό έχει ουσιαστικά ιδιωτικοποιηθεί, σαν να πρόκειται για μια οποιαδήποτε δημόσια επιχείρηση.
Άρα, έχουν κάποιον ρόλο τα εθνικά κράτη και η Ευρωπαϊκή Ένωση σε αυτές τις αποφάσεις;
Όχι, οι κυβερνήσεις καταλήγουν να εφαρμόζουν όλες περίπου την ίδια πολιτική και διαφοροποιούνται μόνο σε θέματα φορολογικής πολιτικής, στον βαθμό αύξησης ή μείωσης της κοινωνικής αδικίας, στην ωμή επαναπροώθηση των μεταναστών, στο να πλήξουν την παιδεία. Τελικά, τα εθνικά κράτη και η ΕΕ ορίζουν μόνο τους κανόνες εφαρμογής όσων έχουν αποφασιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στην Ιταλία, ο αντιφασισμός είναι μια κουλτούρα βαθιά ριζωμένη στην κοινωνία. Πώς, τότε, τόσοι πολλοί ψηφοφόροι επέλεξαν το κόμμα των Αδελφών της Ιταλίας;
Η εξήγηση είναι ότι ο αριθμός των ψήφων που συγκέντρωσε η Τζόρτζια Μελόνι, και ακόμη περισσότερο οι σύμμαχοί της –ο Μπερλουσκόνι και η Λέγκα– δεν είναι τόσο πολλοί, αν ληφθεί υπόψη ότι σχεδόν το 50% δεν ψηφίζει. Αυτοί και αυτές που επιλέγουν τη Δεξιά, το κάνουν επειδή, όπως πάντα συμβαίνει σε περιόδους κρίσης και αβεβαιότητας, είναι εύκολο για τη Δεξιά να προσελκύσει ψηφοφόρους με την τυπική φασιστική δημαγωγία της για τον αρχηγό που θέτει ένα τέλος στις συζητήσεις περί δημοκρατίας και αποφασίζει μόνος του με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Μα η Αριστερά δεν είναι σε θέση να επηρεάσει τα γεγονότα και να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων;
Η εμπιστοσύνη στην Αριστερά έχει χαθεί. Είναι δύσκολο και χρειάζεται πολύς χρόνος για να εξηγήσω για ποιο λόγο συνέβη αυτό. Όμως, η πρωτεύουσα αιτία είναι τα πολλά λάθη του κυριότερου κόμματός της, του Δημοκρατικού Κόμματος, το οποίο είναι δύσκολο να το αποκαλούμε ακόμη αριστερό, αλλά και το γεγονός ότι η Αριστερά νομιμοποιούνταν επειδή εκπροσωπούσε την εργατική τάξη και τα όμορα με εκείνη κοινωνικά στρώματα. Σήμερα, η εργασία είναι κατακερματισμένη και είναι πολύ πιο δύσκολο να την εκπροσωπήσεις από ό,τι ήταν τον καιρό των μεγάλων εργοστασίων. Τώρα δεν γνωρίζουμε καν σε ποιον ανήκουν αυτά τα εργοστάσια, ενώ, στο εσωτερικό τους, έχει εισχωρήσει αυτό που ονομάζεται «εσωτερική μετεγκατάσταση». Με λίγα λόγια, η επιχείρηση δεν μετακινείται σε άλλη χώρα για να βρει φθηνότερα εργατικά χέρια, αλλά αναθέτει τις ίδιες αρμοδιότητες σε πολλές διαφορετικές εργολαβικές εταιρείες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ρύθμιση των συμβάσεων καταλήγει συχνά να είναι ανίσχυρη και οι εργαζόμενοι εκβιάσιμοι. Υπάρχει μια όλο και οξύτερη κρίση του καπιταλισμού, ο οποίος είναι όλο και πιο ανίκανος να αναπτυχθεί, τόσο για λόγους οικολογικούς, όσο και επειδή αποδείχτηκε αδύνατη μια βιομηχανική ανάπτυξη ανάλογη με εκείνη των τριάντα μεταπολεμικών χρόνων. Είναι ορατός ο κίνδυνος μιας αυταρχικής και βίαιης φάσης, από την εποχή της αντιδραστικής αντεπίθεσης του Ρέιγκαν και της Θάτσερ, ενώ τα κινήματα της δεκαετίας του ’70 ηττήθηκαν και εμποδίστηκε η ανάδυση του τρίτου κόσμου.
Τι ελπίδες υπάρχουν, επομένως, για την Αριστερά;
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική αλλαγή και η Αριστερά πρέπει να προετοιμαστεί να αντιμετωπίσει κομβικά ζητήματα, μεταξύ των οποίων είναι οι πιθανές συνέπειες μιας τεχνολογικής ανάπτυξης χωρίς προηγούμενο, που θα μπορούσε να οδηγήσει στις 4 ώρες εργασίας την ημέρα, αντί για 8. Όμως, αν δεν αλλάξουμε μοντέλο, αυτή η ανάπτυξη θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφές. Η Αριστερά, εξαιτίας της βαθιάς κρίσης δημοκρατίας, έχασε δυνάμεις που απομακρύνθηκαν από την πολιτική των κομμάτων και κατέληξαν στην αποχή. Οι νέοι δεν είναι απολίτικοι, απλά αδιαφορούν για μια κενή συζήτηση, που δεν αντιμετωπίζει τα μεγάλα προβλήματα της εποχής, την οικολογική καταστροφή, τον κίνδυνο ενός παγκόσμιου πολέμου, την ανάγκη να χαραχθούν στρατηγικές, αντί να προχωράμε με μικρά βήματα, κλείνοντας τρύπες.
Άρα, τι χρειάζεται για την ανασύσταση της Αριστεράς;
Μια μακρόχρονη δουλειά, οικοδομώντας νέες μορφές άμεσης συμμετοχής τμημάτων της κοινωνίας (κάτι σαν αυτό που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά τη νίκη του), με συμβούλια που θα διασταυρώνονται με μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ανίκανη πλέον να έχει μια σχέση με την κοινωνία. Μόνο έτσι, ξεκινώντας από τον πρωταγωνιστικό ρόλο του καθενός, που δεν θα καλείται μόνο να διαδώσει αυτό που ειπώθηκε στο κοινοβούλιο, είναι δυνατό να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον για την πολιτική, το «εμείς» να επιβληθεί και πάλι, σε αντίθεση με το κύμα του ατομισμού. Δεν είμαι απαισιόδοξη. Αυξάνονται νεανικές εμπειρίες με αυτή την έννοια και ανακαλύπτουμε τη δυνατότητα κοινής δράσης με ομάδες διαφορετικές μεταξύ τους, πάνω απ’ όλα με τα συνδικάτα. Η δική μας CGIL, με την ισχύ των 6 εκατομμυρίων μελών, είναι μια επιβλητική δύναμη, που την τελευταία χρονιά πρωταγωνίστησε σε εξαιρετικές κινητοποιήσεις για την ειρήνη, στις οποίες είδαμε μια πρωτόγνωρη σύγκλιση με τις μεγάλες καθολικές οργανώσεις.
Η Έλι Σλάιν, μια νέα γυναίκα, αριστερή, φεμινίστρια, που εξελέγη γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος, αναπτέρωσε τις ελπίδες πολλών αριστερών, ανένταχτων και μη, για μια αλλαγή στην πολιτική του Δημοκρατικού Κόμματος, για μια κοινή αντιπολίτευση των προοδευτικών δυνάμεων στο κοινοβούλιο και για τη δημιουργία ενός αντιφασιστικού μετώπου. Οι ελπίδες αυτές ενισχύθηκαν από την κοινή εμφάνιση της Έλι Σλάιν, του γενικού γραμματέα του συνδικάτου Cgil, Μαουρίτσιο Λαντίνι, και του επικεφαλής του Κινήματος 5 Αστέρων στη μεγάλη αντιφασιστική διαδήλωση της 4ης Μαρτίου, στη Φλωρεντία. Δεν συμφωνείς;
Η εκλογή της Σλάιν έγινε με μια μέθοδο που δεν μου αρέσει, δηλαδή με μια ψηφοφορία πρώτα των μελών του κόμματος και στη συνέχεια όλων όσοι το επιθυμούν, ακόμη και μελών άλλων κομμάτων. Στην τελευταία ψηφοφορία στην οποία νίκησε η Έλι, ψήφισαν τρεις φορές περισσότεροι εξωτερικοί ψηφοφόροι από τον αριθμό των μελών στις οργανώσεις. Πιστεύω, όμως, ότι το κόμμα πρέπει να είναι αυτό που έλεγε ο Γκράμσι, ένας «συλλογικός διανοούμενος», πράγμα που θάφτηκε από την εφεύρεση των προκριματικών εκλογών αμερικανικής κοπής. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι η νίκη της Έλι, πολύ πιο κινηματικής και αριστερής από τον αντίπαλό της, συνιστά μια διέξοδο που έφερε ενθουσιασμό και ελπίδες. Είναι ενδιαφέρον ότι η Σλάιν φωτογραφήθηκε μαζί με τον Κόντε και τον Λαντίνι, στη διαδήλωση στη Φλωρεντία, ενώ κοντά τους βρισκόταν και ο Φρατοϊάνι, γραμματέας της Ιταλικής Αριστεράς. Ίσως τώρα να κατορθώσουμε να έχουμε μια κοινή αντιφασιστική δράση.