Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής
Χρειάστηκε η θυσία τόσων νέων ανθρώπων για να έλθει στο φως ο χυδαίος κυνισμός με τον οποίο διαπράχθηκε αυτό το έγκλημα από πορωμένους πολιτικούς, που έργο τους έχουν την ψηφοθηρική τους αυτοδιαφήμιση, με καλάθια της νοικοκυράς, μάρκετ πας, επιδόματα κτλ, μικρονοϊκά λογαριάζοντας ότι τα συστήματα ασφαλείας και προστασίας ενός ολόκληρου λαού δεν χωρούν στο έργο που αναλαμβάνουν, για να προωθήσουν εαυτούς και όχι το καλό της χώρας.
Για 23 χρόνια επί τα όσα καθημερινά, ημερήσια και νυκτερινά δρομολόγια των ελληνικών σιδηροδρόμων, παιζόταν αυτή η δολοφονική ρουλέτα του «ποιους θα πάρει ο χάρος», με τα συστήματα ασφαλείας των σιδηροδρόμων (ξοδεύτηκαν, λένε, 20 δισεκατομμύρια ευρώ) απαρχαιωμένα, αχρηστευμένα, παρατημένα, με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει, δεκαετίες τώρα, συστήματα και μηχανήματα ως να μην είναι πλέον αναγκαία η χρήση τους, κλείνονται στα υπόγεια ιδρυμάτων και οργανισμών, μόλις καταβληθούν οι αναγκαίες προμήθειες από την αγορά τους.
Εν όψει εκλογών, το κυβερνόν κόμμα, έσπευσε να αποδώσει την ευθύνη για τη μετωπική σύγκρουση των τρένων, στον μοναδικό σταθμάρχη, στον οποίο, το υπουργείο Συγκοινωνιών, με απόσπαση, ανέθεσε τη θέση του μοναδικού σταθμάρχη, ύστερα από ολιγόμηνη εκπαίδευση.
Στη χώρα μας επικράτησε η κατάπτυστη λογική των συνεχών αποσπάσεων, ώστε κανείς να μη μπορεί να μάθει να κάνει καλά τη δουλειά που ανέλαβε, με τον διορισμό του, πόσο μάλλον με ορισμένου χρόνου συμβάσεις. Έφτασε έτσι το πολιτικό σύστημα να αναδείξει το «Δεν φταίω εγώ, άλλοι φταίνε» σε μότο που όφειλε να εμπεδώσει μια ολόκληρη κοινωνία για να πατούν πάνω της, χωρίς να λογοδοτούν .
Τι περιθώρια αφήνουν οργή, φρίκη, πόνος για τη διαιώνιση ενός τέτοιου πολιτικού συστήματος; Γιατί ξαναζήσαμε πολύνεκρη μετωπική σύγκρουση τρένων πριν από εξήντα χρόνια, όπως και τον θάνατο των μαθητών πριν από 20 χρόνια, για να κοπάσει η λαϊκή κατακραυγή και εντέλει να ξεχαστεί!
Επείγει η χώρα να κινηθεί πάνω σε άλλες ράγες, που θα μας απομακρύνουν, βαθμιαία έστω αλλά σταθερά, από την πάγια κατεύθυνση εξυπηρέτησης συμφερόντων λίγων χιλιάδων ιδιωτών/ιδιοκτητών που έχουν μετατρέψει, οκτώ και παραπάνω εκατομμύρια εργαζομένων σε πληβείους, θύματα αλλεπάλληλων εργατικών ατυχημάτων, απελπισμένους που αγνοούν πως θα βγάλουν τον μήνα. Σα να επιστρέφουμε ολοταχώς στην εποχή των Χειρογράφων του ‘44 του Μαρξ. Υπερβολές, θα μου πουν. Έστω, αλλά με τη φόρα κυβερνώντων «βασιλικότερων του «βασιλέως», δεν θα αργήσουμε να φτάσουμε ως εκεί, αν δεν κάνουμε ό,τι μπορούμε για να συμπιέσουμε αυτό τον ζοφερό κύκλο της σύγχρονης Ιστορίας μας, αλλάζοντας ρότα. Δεν εννοώ μια δεύτερη Οκτωβριανή Επανάσταση, γιατί είναι βέβαιο πλέον ότι δεν θα μας πήγαινε εκεί που θέλουμε να πάμε σαν κοινωνία.
Αλλά έως ότου αριστερές και κεντροαριστερές δυνάμεις συναποφασίσουν να θέσουν το κράτος σε νέες βάσεις, οι θάνατοι ανθρώπων θα βοούν για την κατάντια της πολιτείας που, στα χέρια ανάλγητων πολιτευτών, επιτήδεια διαλύει κράτος και δημόσιους οργανισμούς σε κομματάκια, με εργαλαβίες και αναβολές εκτέλεσης των έργων, κατασπαράσσοντας τα δημόσια έσοδα, με την ιδιότητα ιθυνόντων που μπαίνουν στην πολιτική για ίδιον όφελος και όχι για τη λύση των προβλημάτων του δημοσίου που έχει βουλιάξει.
Εδώ που φτάσαμε, ονειρεύομαι το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα, που το συναποτελούν, να έχουν συναισθανθεί το βάρος των ευθυνών τους, ώστε να μην αγγίζουν ούτε ένα ευρώ εν είδει προμηθειών από τα δημόσια ταμεία, να μη διορίζουν σε θέσεις του δημοσίου δικούς τους, αλλά άξιους βάσει κατακτημένων με κόπο και πιστοποιημένων προσόντων. Που αντί να μιλούν ατελείωτα περί του πρακτέου, να ενημερώνουν τα ΜΜΕ για συγκεκριμένα έργα που έχουν εκπονήσει ως εντεταλμένοι της πολιτείας. Που θα ανεβάσουν τη χώρα από την 108η θέση στην ελευθερία της ενημέρωσης και των μίντια στην 8η θέση. Που θα μετατρέψουν το ίδιον συμφέρον σε κοινό αίσθημα δικαίου και προστασίας της χώρας και των πολιτών που τους παραδίδουν την τύχη της . Που θα εμπεδώσουν σε βάθος ότι η λύση των προβλημάτων της κοινωνίας δεν γίνεται με συνεχή αμφισβήτηση και γκρίνια για τους εκλεγμένους κομματικούς αρχηγούς, κυβερνώντες ή αντιπολιτευόμενους, αλλά με την ψήφιση νόμων, τη δημιουργία θεσμών και την επαγρύπνηση για την τήρησή τους
Με αυτούς τους όρους και υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, μπορούμε να ονειρευτούμε ολοήμερα σχολεία, δημόσια περίθαλψη για όλους με ελάχιστο κόστος διαβαθμισμένο από τα μικρότερα έως τα υψηλότερα εισοδήματα (εξαιρουμένων των απόρων), με φωτισμένους υπουργούς, διευθυντές, γραμματείς στο υπουργείο Παιδείας, με πλήρη συνείδηση του έργου που επιτελούν για να γίνει η κοινωνία καλύτερη.
Αριστερές και κεντροαριστερές δυνάμεις οφείλουν χωρίς τα τετριμμένα προσχήματα και προφάσεις να συνταχθούν με τον ΣΥΡΙΖΑ για να βγάλουν τη χώρα από την αυτο-καταβύθισή της.