Το 2015 το Παρίσι γνώρισε δύο πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις. Στις 7/1 στα γραφεία του περιοδικού Σαρλί Εμπντό με 12 νεκρούς και στις 13/11 σε έξι διαφορετικά σημεία της πόλης με 129 νεκρούς και με την πιο αιματηρή στο θέατρο Μπατακλάν όπου σκοτώθηκαν 90 άνθρωποι. Μια τέτοια τρομακτική ιστορία αφηγείται η Αλίς Βινοκούρ στην ταινία «Παρίσι ξανά» (Paris revoir) η οποία αφενός φέρνει άσχημες μνήμες, αφετέρου επιχειρεί να διερευνήσει τα ψυχολογικά τραύματα, τα συναισθήματα και τις πιθανές ενοχές των επιζώντων.
Η Μιά η οποία εργάζεται ως διερμηνέας ρωσικών, μετά από μια ραδιοφωνική εκπομπή και καθώς επιστρέφει στο σπίτι της μπαίνει σε ένα μπιστρό για να γλιτώσει τη δυνατή φθινοπωριάτικη μπόρα. Ενώ πίνει το κρασί της εντελώς ξαφνικά κάποιοι ένοπλοι εισβάλλουν στον χώρο και αρχίζουν να πυροβολούν τους θαμώνες. Η Μιά θα επιζήσει από το μακελειό και, ενώ προσπαθεί να διαχειριστεί το τραύμα που της άφησε το τραγικό γεγονός, γνωρίζεται με μια ομάδα επιζησάντων οι οποίοι προσπαθούν, ακολουθώντας ομαδική θεραπεία να ξεπεράσουν τους εφιάλτες τους. Τότε θα διαπιστώσει πως υπάρχει ένα κενό στη μνήμη της που της δημιουργεί ενοχές. Έτσι η Μιά θα ξεκινήσει μια προσπάθεια να θυμηθεί και ταυτόχρονα θα βρεθεί πιο κοντά με ανθρώπους σαν αυτήν και ιδίως με έναν άνδρα τον Τομά, ο οποίος το βράδυ της επίθεσης γιόρταζε στο μπιστρό τα γενέθλιά του. Η διαδρομή της προς την αναζήτηση της αλήθειας θα την κάνει να δει διαφορετικά την πραγματικότητα, τους ανθρώπους αλλά και το ίδιο το Παρίσι.
Ταινία που ξεφεύγει από την καθιερωμένη αφήγηση των γεγονότων. Η Αλίς Βινοκούρ περνά αυτομάτως σε ένα δεύτερο επίπεδο, αφήνοντας το πρώτο, δηλαδή την επίθεση αυτή καθ’ αυτή, ως φόντο. Γιατί αυτό που ενδιαφέρει τη σκηνοθέτρια είναι η επώδυνη διαδικασία επούλωσης του τραύματος. Η διαδικασία αποδοχής, η διαχείριση του σοκ και η επαναφορά της μνήμης στη θέση της βασανιστικής αμνησίας. Επιπλέον, η Βινοκούρ βάζει τη Μιά σε μια διαδικασία γνωριμίας με την ανθρωπογεωργαφία της γαλλικής πρωτεύουσας. Με τους μετανάστες, τους ανθρώπους χωρίς χαρτιά, τους περιθωριακούς, τα κυκλώματα μαύρης εργασίας. Με έναν κόσμο άγνωστο, αόρατο, παρόλα αυτά υπαρκτό.
Με τη συγκλονιστική ερμηνεία της Βιρζινί Εφιρά η ταινία απογειώνεται. Τόσο αληθινή, τόσο ευαίσθητη, τόσο βαθιά ανθρώπινη. Μια ταινία που προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στα «γιατί» και τα «πως», που επιχειρεί να κοιτάξει το «μετά» καθώς η ζωή συνεχίζεται κι ύστερα από την τραγωδία.