Η προεκλογική εκστρατεία περιστρέφεται γύρω από θέματα που απέχουν πολύ από την ατζέντα της πλειοψηφίας, λέει στην Εποχή ο κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Πλόβντιβ, Γκεόργκι Μεντάροφ, καθώς η Βουλγαρία πηγαίνει προς τις πέμπτες εκλογές μέσα στα δύο τελευταία χρόνια.
Πώς βλέπεις τα πράγματα ενόψει των εκλογών της 2ης Απριλίου;
Τις εκλογές αυτές τις βλέπω ως ένα ακόμα παράδειγμα της αποτυχίας των διαδηλώσεων του 2020, κατά της διαφθοράς του κεντροδεξιού GERB του Μπόικο Μπορίσοφ. Εκείνη την εποχή το GERB βρισκόταν στην εξουσία σχεδόν συνεχώς για δέκα χρόνια, από το 2009, και τα τεράστια σκάνδαλα διαφθοράς οδήγησαν σε μεγάλες διαμαρτυρίες εναντίον του και στην επακόλουθη πολιτική απομόνωσή του. Μετά από μια σειρά έξυπνων τακτικών ελιγμών, την ανεπάρκεια των άλλων κομμάτων και τον τρόπο με τον οποίο η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αναδιαμόρφωσε το πολιτικό τοπίο στη Βουλγαρία, το GERB κατάφερε να αποκτήσει ξανά κάποια νομιμότητα. Επιπλέον, τα κόμματα κατά του GERB δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν έναν σταθερό συνασπισμό και ορισμένα από αυτά περιθωριοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένου του κατ’ όνομα κεντροαριστερού BSP (Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα). Οι δημοσκοπήσεις δίνουν περίπου 25% για το GERB και το PP-DB, που είναι ένας συνασπισμός μεταξύ παλαιότερων κεντροδεξιών κομμάτων και του φιλελεύθερου PP, ο οποίος σχηματίστηκε μετά το 2020. Το PP-DB παρουσιάζεται ως ριζικά ενάντια στο GERB λόγω της διαφθοράς του, αλλά πρακτικά είναι πανομοιότυπα στις πολιτικές τους, φιλοδυτικές, οικονομικά φιλελεύθερες, και με έντονο αντικομουνισμό. Μετά από το GERB και το PP-DB, ακολουθούν το προσφάτως ιδρυθέν ακροδεξιό Vazrazhdane με 12% και το φιλελεύθερο DPS που είναι υπέρ των εθνοτικών μειονοτήτων. Το BSP θα πάρει 7-9%, αφού ο αριθμός των ψηφοφόρων του σε απόλυτους αριθμούς έχει μειωθεί περίπου πέντε φορές μέσα σε πέντε χρόνια. Η κατάρρευσή του ξεκίνησε όταν αποφάσισε να επιλέξει μια σκληρή συντηρητική ρητορική ενάντια στην «ιδεολογία του φύλου», αντί να αλλάξει το φιλελεύθερο οικονομικό του πρόγραμμα. Τα μοιρασμένα αποτελέσματα μεταξύ του GERB και του PP-DB σημαίνουν ότι δεν είναι σαφές ποιος θα είναι πρώτος, και πιθανότατα θα πάρουν παρόμοιο αριθμό βουλευτών (στη Βουλγαρία το πρώτο κόμμα δεν παίρνει κανένα μπόνους). Η πρώτη θέση είναι σημαντική μόνο συμβολικά. Εάν κερδίσει το PP-DB θα προτείνει ένα υπουργικό συμβούλιο, το οποίο, κάνοντας μια συμμαχία με το GERB, θα είναι ευκολότερο να πουληθεί στους ψηφοφόρους τους. Οι φιλελεύθεροι ειδήμονες ήδη τον υποστηρίζουν ως τον μόνο «λογικό», αντιρωσικό, υπέρ της λιτότητας, και αντικομουνιστικό συμβιβασμό. Όλα αυτά φυσικά είναι εικασίες, καθώς τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Επίσης, τα κόμματα μπορεί να αποφασίσουν ότι δεν θα σχηματίσουν κάποιον κυβερνητικό συνασπισμό και να πάνε σε νέες εκλογές το φθινόπωρο που γίνονται και οι αυτοδιοικητικές εκλογές.
Μέσα σε ποιες συνθήκες γίνονται αυτές οι εκλογές;
Εν μέσω μιας συνεχούς κρίσης πληθωρισμού και των αυξανόμενων κοινωνικών ανισοτήτων, η προεκλογική εκστρατεία περιστρέφεται γύρω από θέματα που απέχουν πολύ από την ατζέντα της πλειοψηφίας. Ένα παράδειγμα είναι μια πρόσφατη απόφαση του Δήμου της Σόφιας, όπου το GERB εξακολουθεί να κατέχει την πλειοψηφία, να κατεδαφίσει το Μνημείο του Σοβιετικού Στρατού. Ήταν μια ιδιοφυής κίνηση για να μετατοπιστεί η προσοχή του κοινού προς την πολιτική της μνήμη, και για να κατηγορηθούν τα άλλα κεντροδεξιά κόμματα του συνασπισμού PP-DB, τα οποία συσπειρώθηκαν αμέσως πίσω από το GERB, για αντιρωσική διάθεση. Από την άλλη, το BSP στάθηκε πιο κοντά στο ακροδεξιό, αλλά και φιλορωσικό, Vazrazhdane, υποστηρίζοντας το Μνημείο. Τα δύο αυτά κόμματα είχαν αυτή την στάση όχι λόγω του αντιφασισμού τους ή για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής ιστορίας, αλλά επειδή βλέπουν το σημερινό καθεστώς στη Ρωσία ως άμεση συνέχεια της ΕΣΣΔ και της ρωσικής αυτοκρατορίας αντίστοιχα. Και σε αυτό το σημείο εδώ συμφωνούν απόλυτα με την αντικομουνιστική και φιλοδυτική Δεξιά. Έτσι, συνολικά, όπως συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια, η κύρια συζήτηση δεν έχει καμία σχέση με τα καθημερινά θέματα της κοινωνίας, σε μια χώρα τεράστιων ανισοτήτων, ακραίας φτώχειας, και εκτεταμένων παραβιάσεων των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων.
Τι προσδοκίες έχει ο βουλγαρικός λαός από αυτές τις εκλογές;
Υπάρχει τεράστια δυσφορία με το πολιτικό σύστημα. Η συμμετοχή είναι ήδη στο 40% και θα μειωθεί περισσότερο. Όμως τα πολιτικά κόμματα δεν προσπαθούν να κινητοποιηθούν με κάποια υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά μέσω του μίσους για τα υπόλοιπα κόμματα. Στην πράξη όλοι κατηγορούν τους υπόλοιπους ως ανήθικους, διεφθαρμένους και ανίκανους, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολο τον σχηματισμό ενός σταθερού συνασπισμού, όπως φαίνεται από τις συνεχείς εκλογές τα τελευταία δύο χρόνια. Δυστυχώς η δυσαρέσκεια τείνει να στρέφεται περισσότερο ενάντια στο πολιτικό και όχι στο οικονομικό σύστημα. Τα κοινωνικά προβλήματα φαίνεται να γίνονται ευρέως κατανοητά ως αποτέλεσμα του πολιτικού και εκλογικού συστήματος, και όχι των οικονομικών πολιτικών που συμμερίζονται όλα τα πολιτικά κόμματα.
Γιατί το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί, από την στιγμή που δεν υπάρχουν ουσιώδεις διάφορες στα προγράμματα των κομμάτων;
Ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές είναι δύσκολο για τα πολιτικά κόμματα να κερδίσουν υποστήριξη με άλλο τρόπο, εκτός από να κατηγορούν το ένα το άλλο. Η αδυναμία τους να σχηματίσουν έναν σταθερό συνασπισμό, ειδικά έναν συνασπισμό που να αντανακλά κατά κάποιο τρόπο τους πραγματικούς αγώνες και τις ανησυχίες της πλειοψηφίας, ανοίγει την πόρτα για κάθε είδους αυταρχικές λύσεις, τη λαϊκή απάθεια, και την άνοδο της Ακροδεξιάς.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει μια νέα γενιά αριστερών ακτιβιστών, και μια σειρά από νέες εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις και ΜΚΟ, που κάνουν εξαιρετική δουλειά στην αναζωογόνηση της Αριστεράς. Γιατί δεν μπορεί να προκύψει κάτι με εκλογική δυνατότητα;
Η νέα γενιά αριστερού ακτιβισμού δεν είναι τόσο πρόσφατη. Υπήρξαν πολύ ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με τα συνδικάτα. Μια άλλη πολλά υποσχόμενη εξέλιξη είναι ένα νέο κύμα αριστερού φεμινισμού, που εμφανίστηκε τα τελευταία πέντε χρόνια. Έχουν κυκλοφορήσει ιδέες για τη δημιουργία ενός πολιτικού κόμματος, αλλά δεν έχει προκύψει ακόμη τίποτα ουσιαστικό. Επιπλέον, ο νέος αριστερός ακτιβισμός δεν κατάφερε να αναπτυχθεί κυρίως έξω από τους κύκλους διανόησης σε μεγαλύτερες πόλεις, ιδίως στη Σόφια. Ένα από τα προβλήματα είναι ο κατακερματισμός, όπως όλοι γνωρίζουμε. Δυστυχώς η Αριστερά αρέσκεται να διαφωνεί για ασήμαντες ιδεολογικές και προσωπικές διαφορές, και όταν πρόκειται για στρατηγικά ζητήματα, όπως η στάση απέναντι στο ορυκτό κεφάλαιο, η εισβολή στην Ουκρανία ή η δυνατότητα άκριτης μεταφοράς δυτικών αριστερών αντιλήψεων, οι διαφορές γίνονται ακόμη μεγαλύτερες. Σαφώς αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα είναι βασικά, αλλά μπορεί να φαίνονται αφηρημένα σε σχέση με τα πιεστικά προβλήματα της εργατικής τάξης στη Βουλγαρία, όπου τα μεγάλα προβλήματα του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι απίθανο να επιλυθούν. Πιθανώς αυτές οι εσωτερικές διαφορές είναι ο λόγος που πολλοί αποφάσισαν να ακολουθήσουν ένα είδος εισοδισμού. Υπάρχουν και αυτοί που μπήκαν στα συνδικάτα, ενώ κάποιοι προσπάθησαν να ξαναπλησιάσουν το BSP και να το αλλάξουν, και παρά τις επαναλαμβανόμενες εκκαθαρίσεις εξακολουθούν να υπάρχουν μερικοί γνήσιοι αριστεροί άνθρωποι μέσα στο κόμμα. Οι ριζοσπάστριες φεμινίστριες προσπαθούν να συνεργαστούν με πιο mainstream γυναικείες οργανώσεις. Άλλοι αριστεροί προσέγγισαν τα φιλελεύθερα αστικά κινήματα, ειδικά στη Σόφια, τα οποία έχουν επίσης πολλά προβλήματα που σχετίζονται με την τεχνοκρατική τους στάση και την έλλειψη ισχυρής κοινωνικής ευαισθησίας. Άλλοι, συνδεδεμένοι με τη νέα Αριστερά, αν και πιο κεντρώου τύπου, προσχώρησαν στην υπηρεσιακή κυβέρνηση που διορίστηκε από τον πρόεδρο. Έτσι συνολικά οι μεμονωμένοι νέοι αριστεροί ακτιβιστές έχουν κάποια, όχι πάντα αόρατη αν και περιορισμένη, επιρροή. Αλλά η νέα Αριστερά έχει ακόμη δρόμο να διανύσει, πριν διαμορφώσει την εικόνα της ως μια βιώσιμη πολιτική εναλλακτική στην κυρίαρχη συντηρητική-φιλελεύθερη συναίνεση.
*Ο Γκεόργκι Μεντάροφ είναι μέλος της ΚΟΙ (Συλλογική Κοινωνική Παρέμβαση), μιας οργάνωσης που εδρεύει στη Σόφια και ειδικεύεται στις ριζοσπαστικές εκδόσεις και την αριστερή πολιτική.