Από εδώ και πέρα είμαστε καταδικασμένοι να γνωρίζουμε τα πάντα. Κάθε τι που χρειάζεσαι βρίσκεται στην παλάμη του χεριού σου. Ημερομηνίες, αποστάσεις, ονόματα, εξακριβώσεις, επιβεβαιώσεις. Δεν χρειάζεται πια να συζητάς αναρωτώμενος. Κάθε τι μπορεί να απαντηθεί από τη μαζική ικανότητα του διαδικτύου. Πληροφορίες, αξιολογήσεις, τοποθεσίες. Είναι όλα εκεί τοποθετημένα έτσι ώστε να τα βρεις χωρίς προσωπικό κόστος. Χωρίς καν έρευνα. Δεν το βρίσκεις; Κάνε μια ερώτηση στο πιο εύκαιρο σύστημα A.I. να στο απαντήσει αυτό. Τίποτα δεν ξεφεύγει. Δε υπάρχει εδώ πρωτοτυπία. Μόνο συστηματική επανάληψη των ίδιων διαδρομών. Κι όμως, παρά τη συλλογική δυνατότητα πρόσβασης δεν έχεις την αίσθηση πως η συλλογική διάνοια αυξάνεται. Δεν πράττουμε εξυπνότερα, δεν αναπτυσσόμαστε ατομικά. Δεν είναι η πρόσβαση αυτή που θα μας αλλάξει προς το καλύτερο, αυτή που θα μας κάνει ή έστω θα μας πείσει να τη χειριστούμε. Ο πολιτισμός μας δεν μας κάνει να είμαστε πιο έξυπνοι. Εφευρίσκει νέους τρόπους να είμαστε ηλίθιοι. Σύνθετους, πολύπλοκους, εκλεπτυσμένους τρόπους ηλιθιότητας. Η πληροφορία δεν ήταν ποτέ το ζητούμενο. Και η χρήση της δεν εξαρτάται από την προσβασιμότητα της.
Αυτό που περισσεύει στις συζητήσεις μας -στις συζητήσεις αυτές που μπορούμε να έχουμε με τους άλλους ή με τον εαυτό μας- είναι οι προσωπικές κρίσεις. Οι εμπειρίες, η αίσθηση που αποκομίζουμε από κάποιο ερέθισμα, ο τρόπος που το περιγράφουμε και το μεταδίδουμε. Το προσωπικό γούστο, οι επιλογές, τα ψηφία της προσωπικής φαντασίας. Κάθε τι άλλο είναι επαληθεύσιμο, προσβάσιμο, ορατό. Η απομνημόνευση πληροφοριών βουλιάζει όλο και περισσότερο στην αχρηστία. Γιατί να θυμάσαι κάτι από τι στιγμή που μπορείς ανά πάσα στιγμή να το ανασύρεις από τη λήθη με μια γρήγορη έρευνα στην οθόνη του κινητού; Η απομνημόνευση γενικά. Ένα μεγάλο κομμάτι της μνήμης. Το διαδίκτυο γνωρίζει τα πάντα. Το μόνο που δεν γνωρίζει είναι να ξεχνά. Κάθε τι παραμένει εκεί. Γεγονότα, διατυπώσεις, αμαρτίες. Καταπλακωμένα από στοιβάδες άλλων γεγονότων, διατυπώσεων, αμαρτιών. Τίποτα δεν διαγράφεται. Ο μόνος τρόπος για να χαθεί είναι να κρυφτεί πίσω από άλλες πληροφορίες. Το διαδίκτυο δεν μας βοηθά να θυμόμαστε. Εφευρίσκει και εφαρμόζει νέους τρόπους να ξεχνάμε.
Και όμως υπάρχει πάντοτε κάτι που περισσεύει. Κάτι που δεν μπορεί να καταταχθεί, δεν μπορεί να αναπαραχθεί από την ψηφιακή λειτουργικότητα. Είναι το κομμάτι του εαυτού που τώρα γίνεται πιο συμπαγές. Το κομμάτι αυτό στο οποίο τώρα μπορούμε να εστιάσουμε. Ένας εαυτός που μπορούμε να χτίσουμε. Ένας εαυτός με πιο καθαρή την ατομική μοναδικότητά του, τα στοιχεία αυτά που τον διαχωρίζουν από άλλους εαυτούς. Είναι το ατομικό όπως αναδύεται από τον συλλογικό θόρυβο. Και η περιφρούρησή του. Η οικοδόμησή του μέσα από τη διαρκή παράκαμψή του σε χίλιες φεισμπουκικές συμφωνίες, σε χιλιάδες διαδικτυακές συνομαδώσεις, σε άπειρες μικρές και μεγάλες στιγμιαίες καταφάσεις και αρνήσεις. Το διαδίκτυο δεν μας ενώνει με τους άλλους. Το διαδίκτυο εφευρίσκει νέους τρόπους να είμαστε μόνοι.
Ο εαυτός που προκύπτει απ όλα αυτά δεν μπορεί να είναι όμοιος με έναν παλαιό εαυτό. Έχει νέα χαρακτηριστικά, νέες δυνατότητες, νέες αδυναμίες. Και αυτό που προκύπτει είναι ένα νέο μοντέλο ανθρώπου. Ένα μοντέλο που ανακαλύπτεται ξανά στην κάθε ανάδυσή του. Γιατί αν ο άνθρωπος κάποτε εφηύρε το διαδίκτυο, τώρα είναι η σειρά του διαδικτύου να εφεύρει έναν νέο άνθρωπο. Αλλά όχι με τον άνθρωπο απόντα. Είναι ατομική μας ευθύνη να ορίσουμε ακριβώς αυτή την παρουσία. Το πώς αναδυόμαστε ατομικά σε μια νέα συνθήκη. Τους όρους, τις απαιτήσεις και τα όριά μας. Δεν είναι κάτι καινούριο. Κάθε μεγάλη εφεύρεση εφευρίσκει τον άνθρωπο. Αλλά το ανθρώπινο κομμάτι του νέου ανθρώπου, αυτό εφευρίσκεται πάντοτε από τον άνθρωπο.