Το προηγούμενο Σάββατο δημοσιεύσαμε στις Ιδέες το πρώτο μέρος του άρθρου «Οι Γερμανοί στο μέτωπο», στο οποίο ο συγγραφέας του, Βόλφγκανγκ Στρέεκ, διατυπώνει την άποψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποφασίσει να «ευρωπαϊκοποιήσουν»/«γερμανοποιήσουν» τον πόλεμο στην Ουκρανία. Στο σημερινό δεύτερο μέρος, ο Στρέεκ αναφέρει αναλυτικά τους βαθύτερους λόγους που κατά την γνώμη του εξηγούν την αποδοχή αυτής της απόφασης από την Γερμανία, και συγκεκριμένα από την κυβέρνηση συνεργασίας Σοσιαλδημοκρατών, Πράσινων και Φιλελεύθερων, υπό τον Όλαφ Σολτς. Λόγω της μεγάλης έκτασης του κειμένου, δεν περιλαμβάνονται εδώ οι λεπτομέρειες του-όχι κολακευτικού για την κυβέρνηση της ισχυρότερης χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης-τρόπου με τον οποίο πραγματοποιήθηκε σταδιακά η ριζική αλλαγή της γερμανικής θέσης στο ζήτημα του εξοπλισμού της Ουκρανίας. Όσοι και όσες ενδιαφέρονται να μάθουν αυτές τις λεπτομέρειες, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τον σαρκαστικό κυνισμό της γραφής του Στρέεκ, μπορούν να βρουν το πλήρες κείμενο στην ιστοσελίδα της εφημερίδας.
Όπως και στο πρώτο μέρος, οι μεσότιτλοι του άρθρου έχουν προστεθεί από τον επιμελητή του.
Χ.Γο.
Η Γερμανία, ως η κατά πολύ μεγαλύτερη δυτικοευρωπαϊκή χώρα, ήταν εκείνη που περισσότερο από όλες τις άλλες έπρεπε να αποδείξει, υπό το άγρυπνο βλέμμα των Ηνωμένων Πολιτειών και των διεθνών μέσων ενημέρωσης, την ετοιμότητά της να «σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας».
Το τέλος του γερμανικού πασιφισμού
Για τον γερμανικό κυβερνητικό συνασπισμό, αλλά και για την κυβέρνηση Μπάιντεν, ένα κρίσιμο ερώτημα σε σχέση με την ανάθεση ηγετικού ρόλου στη Γερμανία είναι κατά πόσον ο μεταπολεμικός πασιφισμός της χώρας είναι ακόμη αρκετά ισχυρός ώστε να παρέμβει για την αποτροπή της. Η απάντηση είναι ότι μπορεί να μην είναι. Όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, η κατάργηση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, φαίνεται ότι διευκόλυνε τη θεώρηση του πολέμου ως του κατάλληλου μέσου στην υπηρεσία του καλού: σε αντίθεση με την Ουκρανία, οι γιοι, οι φίλοι, οι σύζυγοι στη Γερμανία δεν κινδυνεύουν να πάνε στο πεδίο της μάχης. Σε ένα μεγάλο μέρος της νέας γενιάς, ο ηθικός ιδεαλισμός κρύβει τον χυδαίο υλισμό του φόνου και του θανάτου σε έναν πόλεμο. Στο εσωτερικό και στον περίγυρο του κόμματος των Πρασίνων έχει προκύψει κάτι σαν μια νέα διάθεση για ηρωισμό, από μια γενιά που μέχρι πριν από λίγο καιρό θεωρούταν μετα-ηρωική. Δεν υπάρχουν πια γονείς, ούτε παππούδες και γιαγιάδες που μπορούν να δώσουν μαρτυρίες από πρώτο χέρι για τη ζωή και τον θάνατο στα χαρακώματα. Κάποιοι ονειρεύονται έναν αποστειρωμένο πόλεμο, που θα διεξάγεται αυστηρά σύμφωνα με τις Συμβάσεις της Χάγης1, τουλάχιστον από τη δική μας πλευρά. Δεν πρόκειται πλέον για θέμα πολέμου και ειρήνης, αλλά εγκλήματος και τιμωρίας, με απώτερο στόχο –έστω και με κόστος την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών– την προσαγωγή του Πούτιν σε κάποιο δικαστήριο.
Μπορεί επίσης να συντρέχουν κάποιοι συγκεκριμένοι λόγοι [για την εγκατάλειψη του παραδοσιακού πασιφισμού] που αφορούν κυρίως τη σημερινή Γερμανία. Στη λεγόμενη γερμανική «πράσινη» γενιά, ο εθνικισμός ως τρόπος κοινωνικής ενσωμάτωσης έχει ουσιαστικά αντικατασταθεί, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη, από έναν διάχυτο μανιχαϊσμό που χωρίζει τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα, το καλό και το κακό. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να κατανοήσουμε αυτή τη μετατόπιση του γερμανικού Zeitgeist [πνεύμα των καιρών], η οποία φαίνεται να έχει πραγματοποιηθεί σταδιακά παραμένοντας, σε μεγάλο βαθμό, απαρατήρητη. Αυτό συνεπάγεται ότι, σε αντίθεση με την κατάσταση που υπήρχε παλιότερα σε έναν κόσμο εθνών-κρατών, σήμερα δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη που να βασίζεται στην ισορροπία δυνάμεων και συμφερόντων∙ η μόνη λύση είναι ο αδυσώπητος αγώνας ενάντια στις δυνάμεις του κακού, οι οποίες είναι ουσιαστικά οι ίδιες τόσο διεθνώς όσο και στο εσωτερικό της χώρας. Είναι σαφές ότι όλα αυτά έχουν κάποια ομοιότητα με την αμερικανική αντίληψη της πολιτικής, που την συμμερίζονται τόσο οι νεοσυντηρητικοί όσο και οι ιδεαλιστές του Δημοκρατικού Κόμματος, και την οποία ενσαρκώνει μία πολιτικός όπως η Χίλαρι Κλίντον. Το συγκεκριμένο σύνδρομο φαίνεται να είναι ιδιαίτερα έντονο στην αριστερή πλευρά του γερμανικού πολιτικού φάσματος, η οποία στο παρελθόν θα αποτελούσε τη φυσική βάση ενός αντιπολεμικού και φιλειρηνικού κινήματος, ή τουλάχιστον ενός κινήματος για την κατάπαυση του πυρός. Σήμερα, όμως, ούτε καν το Ντι Λίνκε δεν μπόρεσε να υποστηρίξει τη διαδήλωση υπέρ της ειρήνης που διοργάνωσαν στις 25 Φεβρουαρίου η Σάρα Βάγκενκνεχτ και η Αλίς Σβάρτσερ, το φεμινιστικό είδωλο της Γερμανίας, γιατί υπήρχε ο κίνδυνος να διασπαστεί το κόμμα και να πάψει να αποτελεί μια υπαρκτή πολιτική δύναμη.
Επιπλέον, οι Γερμανοί της μεταπολεμικής γενιάς έχουν από καιρό την τάση να δείχνουν κατανόηση στους μη Γερμανούς, αποδίδοντάς τους συλλογικές ηθικές ανεπάρκειες και απαιτώντας από αυτούς κάποιας μορφής ταπεινοφροσύνη. Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η εξαιρετική δημοτικότητα που απολαμβάνει ο ουκρανός πρέσβης στη Γερμανία, Αντρέι Μέλνικ, ένας ανεκδιήγητος θαυμαστής του τρομοκράτη, συνεργάτη των Ναζί και εγκληματία πολέμου, Στεπάν Μπαντέρα, και του συνονόματού του, Αντρέι Μέλνικ, ο οποίος ήταν μαζί με τον Μπαντέρα στην ηγεσία των ουκρανών εθνικιστών τα χρόνια του μεσοπολέμου και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ο Μέλνικ έχει κατακεραυνώσει αμείλικτα με τα τουίτ του διάφορες πολιτικές προσωπικότητες της Γερμανίας, αρχίζοντας από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάϊερ, για την ανεπαρκή συμπαράστασή τους στην Ουκρανία, με εκφράσεις που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα οδηγούσαν στην ανάκληση της διαπίστευσής του. Δεν υπήρξε σχεδόν ούτε μία εβδομάδα που ο Μέλνικ να μην προσκληθεί σε κάποια από τις εβδομαδιαίες τηλεοπτικές συζητήσεις (talk shows), όπου κατηγορεί τους γερμανούς πολιτικούς ηγέτες για γενοκτονική συνωμοσία με τη Ρωσία εναντίον του ουκρανικού λαού. Μετά τον διορισμό του στη θέση του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών της Ουκρανίας, το φθινόπωρο του 2022, ο Μέλνικ συνέχισε να έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική συζήτηση που διεξάγεται στη Γερμανία σχετικά με τις υποχρεώσεις της χώρας απέναντι στη χώρα του. Για παράδειγμα, αναφερόμενος σε ένα άρθρο της Suddeutsche Zeitung, στο οποίο ο Γιούργκεν Χάμπερμας υποστήριζε την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία για να μπορέσουν να αρχίσουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, ο Μέλνικ έγραψε το ακόλουθο τουίτ: «Το γεγονός ότι ο Γιούργκεν Χάμπερμας είναι, και αυτός, τόσο ξεδιάντροπα στην υπηρεσία του Πούτιν με αφήνει άφωνο. Ντροπή για τη γερμανική φιλοσοφία. Ο Ιμμάνουελ Καντ και ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ θα στριφογύριζαν στους τάφους τους από ντροπή».
Η σημασία για τη Γερμανία ενός «ευρωπαϊκού στρατού»
Αν λάβουμε υπόψη μας όλα αυτά, φαίνεται ότι υπάρχει μια συντονισμένη προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ να σύρουν τη Γερμανία στον πόλεμο, από την οποία απαιτούν μια όλο και πιο εμφανή και ενεργή παρουσία.
Ένας πιθανός ρόλος που θα μπορούσε σταδιακά να αναλάβει η Γερμανία είναι αυτός του προνομιακού πολιτικού και στρατιωτικού υπεργολάβου των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Γερμανία έχει καταλάβει ότι για να αποφύγει την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να είναι έτοιμη να ηγηθεί της Ευρώπης μόνη της, λαμβάνοντας εντολές από την Ουάσιγκτον μέσω των Βρυξελλών, με τις Βρυξέλλες να μην είναι η ΕΕ αλλά το ΝΑΤΟ, μια αναδυόμενη διοικητική ιεραρχία που οπτικοποιείται από τη διάταξη των καθισμάτων στις διασκέψεις του Ραμστάιν, με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ουκρανία και τη Γερμανία να βρίσκονται στην κεφαλή του τραπεζιού. Με αυτή την υπό διαμόρφωση νέα αρμοδιότητά της, η Γερμανία θα είναι επιφορτισμένη τόσο με τη συγκέντρωση όσο και με την πληρωμή εκείνου του οπλισμού που οι ουκρανικές δυνάμεις μπορεί να θεωρούν ότι χρειάζονται για την τελική τους νίκη - με τον κίνδυνο, αν δεν έρθει αυτή η νίκη, αντί των Ηνωμένων Πολιτειών, να κριθεί ένοχη η Γερμανία για ανικανότητα, δειλία, τσιγκουνιά και, βέβαια, συμπάθεια προς τον εχθρό.
Όσο περνάει ο καιρός, η έμμεση γερμανική συμμετοχή στον πόλεμο μπορεί να γίνεται όλο και πιο άμεση: να ακολουθήσει δηλαδή το προδιαγεγραμμένο γι’ αυτήν ολισθηρό μονοπάτι της προμηθεύτριας πολεμικού υλικού. Ήδη εκπαιδεύεται στη Γερμανία ένας σημαντικός αριθμός ουκρανικών στρατευμάτων, κυρίως σε αμερικανικές βάσεις, αλλά όλο και περισσότερο και σε βάσεις του γερμανικού στρατού, και δεν είναι λίγοι οι Γερμανοί, κυρίως δεξιοί ριζοσπάστες, που έχουν ενταχθεί σε διεθνείς λεγεώνες οι οποίες πολεμούν μαζί με τον ουκρανικό στρατό. Πολύ σύντομα, τα άρματα μάχης τύπου Λέοπαρντ που έχουν αναπτυχθεί στα εδάφη της Ουκρανίας θα πρέπει να συντηρηθούν και να επισκευαστούν, πράγμα που μπορεί να απαιτήσει την επιστροφή τους στη Γερμανία. Η εταιρεία παραγωγής όπλων Rheinmetall ανακοίνωσε ότι θα εγκαταστήσει στην Ουκρανία ένα εργοστάσιο για την κατασκευή περίπου 400 αρμάτων μάχης Λέοπαρντ ετησίως, προβλέποντας προφανώς ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει ένα αρκετά μεγάλο διάστημα, ώστε και να χρησιμοποιηθούν τα ουκρανικής παραγωγής άρματα μάχης και το εργοστάσιο να είναι κερδοφόρο. Φυσικά, το εργοστάσιο πρέπει να προστατεύεται από αντιαεροπορικά συστήματα - τα οποία, όπως μπορεί κανείς να υποθέσει, θα τα λειτουργούν καλύτερα κάποιες έμπειρες γερμανικές ομάδες. Όσο για τα μαχητικά αεροσκάφη, αυτά θα μπορούσαν με μεγαλύτερη ασφάλεια να σταθμεύουν μακριά από το πεδίο της μάχης, ίσως κάπου στη Ρηνανία, όπου υπάρχουν ήδη οι απαραίτητες εγκαταστάσεις για τη συντήρησή τους. Θα υπάρξει διάλογος μεταξύ των ειδικών σε θέματα διεθνούς δικαίου αν αυτού του είδους η παρασκηνιακή υποστήριξη καθιστά ή όχι μια χώρα εμπόλεμη∙ τελικά, οι Κινέζοι είναι αυτοί που θα αποφασίσουν ποια θα είναι η αντίδραση της Ρωσίας, όχι ένα δικαστήριο.
Στις 4 Μαρτίου, ο Σολτς πραγματοποίησε μια αιφνιδιαστική επίσκεψη στην Ουάσιγκτον για να συναντήσει τον Μπάιντεν. Καμιά από τις δύο πλευρές δεν έδωσε πληροφορίες για το περιεχόμενο της 80λεπτης συζήτησης που είχαν μεταξύ τους οι δύο άνδρες. Είναι πιθανόν, μεταξύ άλλων, να συζήτησαν για το τι πρέπει να κάνουν από την στιγμή που δεν θα μπορεί να κρατηθεί μυστική η κοινότοπη πεποίθηση όλων των στρατιωτικών εμπειρογνωμόνων ότι ένας χερσαίος πόλεμος μπορεί τελικά να κερδηθεί παρά μόνο στο έδαφος. Εδώ, πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα με ποιον τρόπο θα αντικατασταθούν οι πολλοί νεκροί, τραυματίες ή αγνοούμενοι ουκρανοί στρατιώτες. Μήπως ήρθε η ώρα για έναν «ευρωπαϊκό στρατό», εκπαιδευμένο από τον γερμανικό ομοσπονδιακό στρατό, και εξοπλισμένο με ποιοτικά προϊόντα της Rheinmetall και άλλων επιχειρήσεων, οι δαπάνες του οποίου θα βαρύνουν τον γερμανικό προϋπολογισμό; Οι εθελοντές θα μπορούσαν να στρατολογηθούν από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ή από μελλοντικούς μετανάστες προερχόμενους από άλλες χώρες, στους οποίους θα δίνεται η ευρωπαϊκή υπηκοότητα μετά την υπηρέτηση της θητείας τους, κατά το πρότυπο των πολυεθνικών ρωμαϊκών λεγεώνων που ήταν ο πρώτος ευρωπαϊκός στρατός. Οι διοικητές στο πεδίο της μάχης, απαραίτητοι ακόμη και στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, θα μπορούσαν σ’ αυτήν την περίπτωση να έχουν δύο διαβατήρια, το ένα από αυτά ουκρανικό ή «ευρωπαϊκό». Μπορούν, λοιπόν, να βρεθούν και άλλοι τρόποι για να εμπλακεί η Γερμανία στον πόλεμο, εκτός από την επιστροφή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, δεδομένου ότι από την στιγμή που οι Ουκρανοί, σύμφωνα με την φον ντερ Λάιεν, θυσιάζουν πρόθυμα τη ζωή τους για τις «αξίες» μας, δεν θα υπήρχε ανάγκη για τη Γερμανία να επαναφέρει την υποχρεωτική στράτευση με κίνδυνο να χάσει τη λαϊκή υποστήριξη. Αν και ποτέ δεν ξέρει κανείς.
Μπορεί η Γερμανία να περιορίσει τις φιλοπόλεμες απαιτήσεις της Ουκρανίας;
Υπάρχει, ωστόσο, ένας άλλος δρόμος που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Γερμανία ως η χώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες τής έχουν παραχωρήσει τη χρήση δικαιωμάτων (το γνωστό franchise) στην Ευρώπη. Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι ατελείωτες απαιτήσεις της ουκρανικής κυβέρνησης για όλο και περισσότερο πολεμικό υλικό έχουν προκαλέσει δυσαρέσκεια στους Αμερικανούς για τον ουκρανικό σύμμαχό τους, ιδίως καθώς μειώνεται η προθυμία του Κογκρέσου να συνεχίσει την χρηματοδότηση του πολέμου. Στο παρασκήνιο μπορεί επίσης να πλανάται η ανάμνηση της δημόσιας απαίτησης του Ζελένσκι για πυρηνικά αντίποινα των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια υποτιθέμενη προσγείωση ρωσικού πυραύλου σε πολωνικό έδαφος, η οποία αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν ένας ουκρανικός πύραυλος που αποκλίνει της πορείας του. Σε όλα αυτά να προσθέσουμε και το δημόσιο αίτημα της Ουκρανίας για την απόκτηση βομβών διασποράς.
Αποχωρώντας από την επί του πεδίου διεξαγωγή του ουκρανικού πολέμου και αναθέτοντάς την στη Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα απέφευγαν να βρεθούν στη δύσκολη θέση να πληροφορήσουν το Κίεβο ότι η δυτική υποστήριξη των φιλόδοξων πολεμικών στόχων του έχει όρια. Η Γερμανία, από την πλευρά της, μπορεί να προσπαθήσει να κάνει αυτό που κάνουν μερικές φορές οι πράκτορες, αν ο εντολέας τους δεν μπορεί να ελέγξει όλες τις πράξεις τους που γίνονται, υποτίθεται, για λογαριασμό του. Έχοντας αναλάβει την ευρωπαϊκή ηγεσία, όπως απαιτούν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία μπορεί να είναι σε θέση να αποκρούσει τις ουκρανικές προσπάθειες να εντείνουν την εμπλοκή της στον πόλεμο. Ίσως να στοχεύει σε κάτι περισσότερο από ένα απλό πάγωμα της σύγκρουσης, σε κάτι που να μοιάζει με διευθέτηση στο πνεύμα των συμφωνιών Μινσκ ΙΙ. Βοηθώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να μειώσουν μερικώς τη δική τους παρουσία στην Ουκρανία, θα μπορούσαν να αναθερμάνουν μια θαυμάσια συνεργασία.
Η δυνατότητα της Γερμανίας να το κάνει αυτό θα εξαρτηθεί εν μέρει από το αν θα καταφέρει να μετριάσει τον πρόσφατο ενθουσιασμό του γερμανικού κοινού για τον πόλεμο, ιδίως αυτών που υποστηρίζουν τους Πράσινους. Η Μπέρμποκ και οι οπαδοί της καταγγέλλουν ως προδοσία και περιφρόνηση της Ουκρανίας οτιδήποτε λιγότερο από αυτό που είναι αναγκαίο για την αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα. Τα φαντάσματα που επιστρατεύτηκαν στην ομιλία του Σόλτς στη βουλή για το «τέλος εποχής» της γερμανικής πολιτικής μπορεί να μην είναι εύκολο να εξαφανιστούν όταν τους δοθεί η εντολή να το πράξουν. Η ρητορική του πρώτου έτους του πολέμου μπορεί να έχει αποκλείσει προς το παρόν κάθε ειρηνευτική κίνηση πέραν αυτής που θα προκύψει μετά από τη νίκη των ουκρανικών δυνάμεων, καθιστώντας έτσι αδύνατο να τερματιστεί η σφαγή σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόμη και στην περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες πάψουν να ενδιαφέρονται για την εξέλιξη του πολέμου. Επιπλέον, το γεγονός ότι η κατεδάφιση του αγωγού στέρησε, πιθανότατα σκοπίμως, από τη Γερμανία τη δυνατότητα να προτείνει στη Ρωσία την επανέναρξη της παράδοσης φυσικού αερίου με αντάλλαγμα τη συμμετοχή της σε κάποια ειρηνευτική διαδικασία, κατά προτίμηση με έναν οδικό χάρτη - για να μην αναφερθούμε στην ομοβροντία των οικονομικών κυρώσεων που καθοδηγούνται, de facto, από τις Ηνωμένες Πολιτείες
Επίλογος
Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Μπόξερ το 19002, το Ευρωπαϊκό Εκστρατευτικό Σώμα με επικεφαλής τον Σερ Έντουαρντ Χόμπαρτ Σέιμουρ, ναύαρχο του Βασιλικού Ναυτικού, κατευθυνόταν από το Τιεντσίν στο Πεκίνο. Σε μικρή απόσταση από τον προορισμό του συνάντησε τη σθεναρή κινεζική αντίσταση. Εκείνη την κρίσιμη στιγμή, ο ναύαρχος Σέιμουρ έδωσε στον διοικητή του γερμανικού αγήματος, Γκουίντο φον Γιούζντοφ τη διαταγή: «Οι Γερμανοί στο μέτωπο!». Στη γερμανική στρατιωτική παράδοση αναφέρεται σ’ αυτό το επεισόδιο με ιδιαίτερη υπερηφάνεια, θεωρώντας το ως μια στιγμή ύψιστης διεθνούς αναγνώρισης της ανδρείας των γερμανών στρατιωτών. Μερικές φορές, η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Μετάφραση - επιμέλεια: Χάρης Γολέμης
Σημειώσεις:
1. ΣτΜ: Οι Συμβάσεις της Χάγης του 1899 και του 1907 είναι σειρά διεθνών συνθηκών και δηλώσεων, που αναφέρονται στους νόμους του πολέμου και στα εγκλήματα πολέμου. Αφορούν, μεταξύ άλλων, την προστασία των αμάχων και της ιδιοκτησίας, τους αιχμάλωτους πολέμου, τους ομήρους, τις εκεχειρίες, τις ανταλλαγές αιχμαλώτων κλπ.
2. Η εξέγερση των Μπόξερ, γνωστή σε παλαιότερη βιβλιογραφία και ως Εξέγερση των Δίκαιων Γροθιών, ήταν μια αιματηρή εξέγερση των μελών της λεγόμενης "Ομάδας της Ηθικής Αρμονίας της Κίνας", ενάντια σε κάθε ξένη και ιδιαίτερα ευρωπαϊκή, ιμπεριαλιστική επιρροή στην Κίνα. Η εξέγερση διήρκεσε από το Νοέμβριο του 1889 μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου του 1901, και καταπνίγηκε στο αίμα. (πηγή: Wikipedia).