Έχουν αρχίσει να ξετυλίγονται οι προεκλογικές καμπάνιες των κομμάτων και η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο πανεπιστήμιο Bournemouth Αναστασία Βενετή αξιολογεί τις στρατηγικές αυτές. Η επικοινωνία, όπως τονίζει, είναι άμεσα συνυφασμένη με την εκλογική αναμέτρηση και η ψηφιακή εποχή είναι εδώ και θα φανεί και στο δρόμο για τις κάλπες. Επειδή όμως οι επερχόμενες εκλογές είναι ιδιαίτερα πολωμένες, η δια ζώσης παρουσία είναι κρίσιμη.

 

 

Μπήκαμε και επίσημα πια σε προεκλογική περίοδο, με τα πρώτα σποτ (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ) να δίνονται στη δημοσιότητα. Ποια είναι η στρατηγική που διαφαίνεται και πώς την αποτιμάς;

Η ΝΔ θέλει να επικοινωνήσει πρωτίστως την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης και να προβάλει τα πεπραγμένα  της. Παράλληλα θέτει στους ψηφοφόρους το ενδεχόμενο μιας πιθανής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜέΡΑ25 προσπαθώντας να αναβιώσει κυρίως το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Το μότο του ΣΥΡΙΖΑ «Δικαιοσύνη Παντού» έχει διττό στόχο: από τη μία, να αναδείξει τα κακώς κείμενα της κυβέρνησης και, από την άλλη, να παρουσιάσει εαυτόν ότι έχει τις λύσεις. Θεωρώ σωστά στοχευμένο το κεντρικό σύνθημα, όπως και τα σποτάκια που έβγαλε την προηγούμενη περίοδο με τον γενικό τίτλο «How to», στην προσπάθεια του να προσελκύσει το νεανικό κοινό, το οποίο είναι περισσότερο φιλικά προσκείμενο στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ αντίθετα αποτελεί αδυναμία για το κυβερνών κόμμα. Όσον αφορά το πρώτο σποτ του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το οποίο βγήκε μετά την τραγωδία των Τεμπών εστιάζει και αυτό στα νεανικά κοινά. Βεβαίως και τα τρία κόμματα, έχουν αρχίσει να βγάζουν νέα σποτ, αλλά το ξεδίπλωμα της επικοινωνιακής καμπάνιας τους θα το δούμε τις επόμενες εβδομάδες.

 

Οι καμπάνιες θα εστιάσουν, κατά τη γνώμη σου, πρωτίστως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε μότο-τσιτάτα ή θα προταχθούν τα προεκλογικά προγράμματα;

Δεν υπάρχει εκλογική αναμέτρηση, η οποία να μην στηρίζεται στην επικοινωνία, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Οι συγκεκριμένες εκλογές είναι ιδιαίτερα πολωμένες -τουλάχιστον όσον αφορά στα κομματικά επιτελεία-, οπότε και τα σλόγκαν θα παίξουν το ρόλο τους. Το αν και σε ποιο βαθμό θα αναπτυχθεί ουσιαστικός πολιτικός λόγος, μένει να το δούμε. Προς το παρόν, είναι πολύ συγκεκριμένοι και αρκετά περιχαρακωμένοι οι ρόλοι που έχει το κάθε κόμμα, όπως είπαμε. Πάντως, τη χρήση των social media δεν μπορεί πια να αποφύγει κανείς πολιτικός και κανένα πολιτικό κόμμα. Η ψηφιακή εποχή είναι εδώ και το ζητούμενο δεν είναι αν θα χρησιμοποιηθούν τα social media, αλλά πώς. Μια βασική παράμετρος για το «πώς» είναι ο προϋπολογισμός που διατίθεται για αυτό το σκοπό, ειδικά στις περιπτώσεις που κάποιος ή κάποια δεν έχει τη τεχνογνωσία να τα χειριστεί ο/η ίδιος/α.

 

Τα κλασικά μέσα ενημέρωσης (τύπος, ραδιόφωνο και τηλεόραση) έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των τηλεθεατών, ακροατών και αναγνωστών τους, όπως καταγράφεται συχνά σε σχετικές έρευνες. Έχουν χάσει και το ρόλο τους στην επιρροή προεκλογικά;

Ναι, σε όλες τις έρευνες, βλέπουμε ότι η εμπιστοσύνη στα κλασικά ΜΜΕ είναι πολύ χαμηλή. Όμως οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ακόμα κατέχουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ελληνική κοινωνία, με τη λογική του ότι μπορούν να θέτουν την ατζέντα. Βέβαια, το κοινό στο οποίο απευθύνονται είναι μεγαλύτερης ηλικίας από αυτό στο οποίο απευθύνονται τα social media. Μην ξεχνάμε επίσης, ότι παρότι καταγράφεται συχνά ένα ποσοστό πολιτών που δηλώνει ότι δεν ενημερώνεται από τα mainstream μέσα, στην πραγματικότητα σε αυτά ανατρέχει όποτε αναζητά μια είδηση στο google, αφού η πηγή της πληροφορίας είναι συνήθως ένα παραδοσιακό μέσο, στη διαδικτυακή του μορφή.

 

Έχουν αναδειχθεί τα επίδικα των εκλογών; Έχουν γίνει τόσα πολλά την τελευταία τετραετία, από τα σκάνδαλα, τις υποκλοπές, την αποτυχία διαχείρισης κρίσεων, και τα mainstream media κατάφεραν να ελέγξουν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μπορούν να αποτελέσουν την προεκλογική ατζέντα;

Είναι απολύτως αναμενόμενο κάθε κόμμα να προβάλλει μέσα από όλα τα κανάλια επικοινωνίας ό,τι θεωρεί ότι είναι υπέρ του και να προσπαθήσει να κρύψει, στο βαθμό που είναι εφικτό, οτιδήποτε θεωρείται αδυναμία. Η γνώμη μου είναι ότι το επίδικο των εκλογών για την μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων είναι το αύριο και όχι το χθες. Φυσικά όλοι κρίνονται και για τα πεπραγμένα τους, αλλά το βασικό διακύβευμα είναι πιστεύω το ποιος και πως μπορεί να διασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον στην χώρα και στους πολίτες, σε ένα πολύ «βαρύ» και δύσκολο διεθνές περιβάλλον.

 

Η επικοινωνιακή στρατηγική των δύο πρώτων κομμάτων κυρίως, αλλά όχι μόνο είναι αρχηγοκεντρική και συμβαδίζει με το αμερικάνικο, προεδρικό μοντέλο. Από τη στιγμή που δεν έχουμε προεδρικό σύστημα, μπορεί να αποδώσει αυτού του είδους η επικοινωνία;

Δεν είναι κάτι καινούριο. Η πολιτική επικοινωνία στην Ελλάδα, από τις αρχές της, επηρεάστηκε κυρίαρχα από το αμερικάνικο μοντέλο, ανεξάρτητα από το σύστημα που εφαρμόζεται. Μπορεί να μην έχουμε προεδρικό μοντέλο, όμως οι αρχηγοί κομμάτων παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο και στην Ελλάδα, ακολουθώντας μια γενικότερη τάση μιας πολιτικής που εστιάζει στο πρόσωπο του πολιτικού αρχηγού, αλλά και μιας προσωποκεντρικής πολιτικής, εστιάζοντας στην προσωπική ζωή του υποκειμένου. Αυτό έχει πολύ μεγάλη απήχηση, κυρίως σε μια εποχή που οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των κομμάτων δεν είναι τεράστιες. Βεβαίως, δεν είναι κάτι που απαραίτητα ευνοεί τον δημοκρατικό ή τον ουσιαστικό πολιτικό διάλογο, αλλά είναι ένα trend (τάση) της εποχής και έχει απήχηση ιδιαίτερα στα νεανικά, εκλογικά ακροατήρια, και όχι μόνο.

 

Αν πάρουμε και πάλι το αμερικάνικο υπόδειγμα, στις τελευταίες εκλογές είδαμε να οργανώνεται πολιτικά πολύς κόσμος μέσα από τα social media και κατόπιν να προσπαθεί με πιο παραδοσιακούς τρόπους να πείσει όσους δεν προσέγγισε από το διαδίκτυο: πόρτα-πόρτα, φυλλάδια, ανοιχτές συζητήσεις, συγκεντρώσεις, κλπ. Εδώ να έχουμε καμία ελπίδα για αντίστοιχη εξέλιξη;

Αυτό το είδαμε πρώτα να συμβαίνει με την καμπάνια του Ομπάμα, όταν η διαδικτυακή καμπάνια του απέφερε πολλούς εθελοντές -ζωτικό κομμάτι των αμερικάνικων καμπανιών- οι οποίοι μπόρεσαν να γυρίσουν ανά την επικράτεια και να κερδίσουν τις εκλογές. Τα social media, τότε, είχαν μια συμπληρωματική χρήση, αποτέλεσαν το μέσο για να αποδώσουν στο πεδίο. Μην ξεχνάμε ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε και η τεχνολογία συνεχώς παίζει μεγαλύτερο ρόλο όχι μόνο στην πολιτική, αλλά και στην καθημερινότητα μας. Πλέον οι καμπάνιες είναι σε μεγάλο βαθμό ψηφιακές και ο  ρόλος της προεκλογικής χρήσης των social media είναι πολλαπλός, όπως η διείσδυση σε νέα κοινά, η διάδραση με το εκλογικό ακροατήριο, η επικοινωνία θέσεων, η παρουσίαση προσώπων και το χτίσιμο ενός πολιτικου brand. Παρόλα αυτά η διά ζώσης παρουσία παραμένει κρίσιμη και οι πολιτικοί οφείλουν να κάνουν τέτοιου είδους δράσεις. Και επειδή μιλάμε για αμερικάνικο μοντέλο επικοινωνίας, το πρώτο που λένε οι σύμβουλοι στις ΗΠΑ είναι «όσο περισσότερα χέρια σφίξεις, τόσο καλύτερες πιθανότητες εκλογής έχεις».

 

Το να κατέβει κάποιος στις εκλογές είναι πολυδάπανο και για πολλούς απαγορευτικό. Το είδαμε και τώρα να συμβαίνει, όπως είδαμε να προκρίνονται αναγνωρίσιμοι άνθρωποι, έναντι πολιτικά αξιόλογων υποψηφιοτήτων. Οι νέου τύπου προεκλογικές καμπάνιες επιδεινώνουν αυτό το πρόβλημα ή μπορεί και να το θεραπεύσουν σε ένα βαθμό;

Δεν θα έλεγα ότι επιδεινώνεται, με την έννοια ότι ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι μπορούν να αποκτήσουν μια διεισδυτικότητα σε ένα εκλογικό κοινό, μέσω των social media. Και αυτό είναι ένα από τα πλεονεκτήματα των social media, στην κατεύθυνση ενίσχυσης της δημοκρατίας, το γεγονός ότι δίνουν κανάλια επικοινωνίας σε ευρύτερα ακροατήρια, σε ανθρώπους που δεν θα είχαν αυτή τη δυνατότητα με τις πολυδάπανες καμπάνιες του παρελθόντος. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι κάποιος ξέρει μόνος του να τα χρησιμοποιεί και είναι ενεργός στα social media, έχοντας δημιουργήσει μια βάση ακολούθων. Επίσης, μέσα από τα social media αρθρώνεται αδιαμεσολάβητα πολιτικός λόγος, χωρίς να χρειάζεται ένας μηχανισμός πρόσβασης στα mainstream media. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει δυνατούς λογαριασμούς υποψηφίων να έχουν δημιουργήσει κάποιου είδους δημοφιλία και κατόπιν να κληθούν από τα παραδοσιακά μέσα. Βέβαια, από την άλλη, αντικειμενικά η συμμετοχή στις εκλογές παραμένει πολυδάπανη πρακτική, και αυτό εκ των πραγμάτων αποκλείει αξιόλογους ανθρώπους που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα, όπως και συνεχίζεται διαχρονικά η επιλογή αναγνωρίσιμων υποψηφίων με μόνο κριτήριο αυτή τη δημοφιλία τους. Δεν είναι καταστάσεις που ενισχύουν τη δημοκρατία, αλλά δυστυχώς συμβαίνουν σε όλα τα πολιτικά συστήματα.

 

   Ο πολιτικός διάλογος, ως εργαλείο, έχει νομίζεις αποδυναμωθεί πια; Από τη μια δεν υπάρχει ιδιαίτερη προθυμία για συμμετοχή σε debate και, από την άλλη, αποφεύγεται πολύ συχνά η πολιτική αντιπαράθεση ή και η συζήτηση μεταξύ πολιτών και πολιτικών.

Τα debates είναι ένα χρήσιμο, επικοινωνιακό εργαλείο, εφόσον στηθούν σωστά, διαφορετικά δεν μπορούν να παράξουν πολιτικό αποτέλεσμα. Από εκεί και πέρα, τα social media μπορούν να αποτελέσουν έναν χώρο πολιτικού λόγου και διαλόγου. Το μέσο, δηλαδή, έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί διάλογος μεταξύ πολιτικού και πολίτη, αλλά σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να αναπτυχθεί έως και λόγος μίσους. Σε έρευνα που έχω κάνει, πολιτικοί και ειδικά γυναίκες αισθανόντουσαν τρομερά άβολα και δήλωναν διστακτικές στο να χρησιμοποιήσουν social media –κυρίως το twitter που είναι war zone (εμπόλεμη ζώνη)- γιατί αισθανόντουσαν ευάλωτες στην επιθετικότητα και σε ρητορική μίσους, μέσα στα οποία καταφεύγουν κατά βάση μέλη ακροδεξιών, φασιστικών οργανώσεων. Είναι όμως στην ευθύνη των πολιτικών κομμάτων να ανοίξουν έναν πολιτικό διάλογο, να επιμείνουν περισσότερο στην παρουσίαση των πολιτικών τους θέσεων.

 

Είπες πριν ότι θα πρέπει τα κόμματα να εστιάσουν σε μια θετική ατζέντα. Παρατηρούμε να εστιάζουν, πέραν του δέοντος, στην αρνητική κριτική  των άλλων κομμάτων, είτε για κάποια πολιτική θέση είτε ακόμα και για τα ψηφοδέλτια. Αυτό επικοινωνιακά μπορεί να αποδώσει;

Η αρνητική ατζέντα κατά τη γνώμη μου πολώνει μεν, δε σε βοηθά να κερδίσεις μακροχρόνια δε. Σε κάποια φάση θα σου γυρίζει μπούμερανγκ. Εάν για παράδειγμα εστιάζεις αποκλειστικά στον αρνητικό λόγο, όπως ήταν η περίπτωση Τραμπ, τότε παράγεις μια τοξικότητα στην κοινωνία. Μπορεί να έχει ένα πρόσκαιρο θετικό εκλογικό αποτέλεσμα αλλά δε θα πας μακριά. Ας θυμηθούμε για παράδειγμα τη περίπτωση Φάρατζ με το Brexit.. Το χειρότερο όμως είναι ότι με τέτοιου είδους καμπάνιες ανοίγουν βαθιά ρήγματα στην καρδιά της δημοκρατίας, δημιουργούνται διχασμοί που πληγώνουν τις κοινωνίες. Πάντως,  η γνώμη μου είναι ότι στην Ελλάδα αν κάποιος ακολουθήσει μόνο μια τέτοια ρητορική δεν θα καταφέρει πολλά, μετά από  10 και πλέον χρόνια διάφορων κρίσεων οι πολίτες έχουν ανάγκη να ακούσουν και το τι μπορείς να κάνεις, όχι μόνο να κατακρίνεις. Και κυρίως να τους πείσεις ότι θα κάνεις αυτό που υπόσχεσαι.

 

Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet