Τσέζαρε Παβέζε «Διάλογοι με την Λευκοθέα», μετάφραση: Μαρία Χατζηκυριακίδου - Γιάννης Η. Παππάς, εκδόσεις Καστανιώτη, 2023
«Στη σάρκα και το αίμα του καθενός βρυχάται μία μητέρα», γράφει ο ιταλός ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής και κριτικός Τσέζαρε Παβέζε (1908 - 1950) που σφράγισε τη μεταπολεμική λογοτεχνία της πατρίδας του και αφαίρεσε ο ίδιος τη ζωή του τέλη Αυγούστου του 1950 σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου.
Η εναρκτήρια φράση ανήκει στο βιβλίο του «Διάλογοι με τη Λευκοθέα» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε ωραία μετάφραση της Μαρίας Χατζηκυριακίδου και του Γιάννη Η. Παππά και γράφτηκε το 1947. Πρόκειται για ένα από τα γνωστότερα έργα του Παβέζε που μάλιστα μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά. Η σύρτις αποφάσισε αυτή τη μικρή παρέκκλιση από το ποιητικό κειμενικό είδος, γιατί πιστεύει πως οι είκοσι επτά Διάλογοι του βιβλίου είναι μια σημαντική στιγμή συνάντησης όχι μόνο με το μυθολογικό και το εθνολογικό στοιχείο του πυρήνα του, αλλά κυρίως με την ίδια την ποιητική του Παβέζε.
Έρωτας, εξουσία, μνήμη, θάνατος και μοίρα σε μια έκδοση εξαιρετικά πλούσια που περιλαμβάνει πολύ κατατοπιστική εισαγωγή του Γιάννη Η. Παππά προετοιμάζοντας μας για την εισαγωγή του Νικόλα Γκαρντίνι και το λιτό σημείωμα-παρουσίαση του ίδιου του Παβέζε. Εκεί ο συγγραφέας μιλά στο τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό του λέγοντας πως: «Σταμάτησε για μία στιγμή να πιστεύει ότι τα ιερά, αλλά και απαγορευμένα είδωλά του, οι άγριοί του, τα πνεύματα της φύσης, οι τελετουργικές δολοφονίες, η μυθική σφαίρα και η λατρεία των νεκρών ήταν άχρηστα, παράξενα στοιχεία και θέλησε να ψάξει σ’ αυτά το μυστικό κάποιου πράγματος που όλοι θυμούνται, όλοι θαυμάζουν κάπως κουρασμένα και χαμογελούν μπροστά του βαριεστημένα».
Μιλώντας για το ιερό και το τερατώδες –σ’ αυτό το πολύτιμο βιβλίο που όχι μόνο επιτρέπει, αλλά ουσιαστικά σε προκαλεί να το διαβάσεις άναρχα δημιουργώντας τη δική σου αναγνωστική διαδρομή από διάλογο σε διάλογο– ο Παβέζε τιμά τη Λευκή Θεά, τη Μεγάλη Μητέρα, τη Μούσα, καθώς πιστεύεται πως η Λευκοθέα του τίτλου δεν παρέπεμπε μονάχα στην Νηρηίδα προστάτιδα των Αργοναυτών και στο όνομα της αγαπημένης του συντρόφου Μπιάνκα. Η δεσπόζουσα γυναικεία μορφή των Διαλόγων θα μπορούσε να είναι η λογοτεχνία, η ποίηση;
Τα ενδεχόμενα μένουν ανοιχτά σε ένα βιβλίο με πολλά αντιθετικά ζεύγη στα πρόσωπα που συνδιαλέγονται, βιβλίο γραμμένο με απαράμιλλο ποιητικό ένστικτο, που μας καθηλώνει με την αμεσότητα του και μας εκπλήσσει σελίδα τη σελίδα, γιατί καταφέρνει να αναδείξει τα υλικά του μύθου σε τρόπο μιας γλώσσας και μιας αίσθησης διαχρονικής.
Πρόσωπα που περνούν από τους Διαλόγους, μεταξύ άλλων, πέρα από την Λευκοθέα είναι η Νεφέλη, ο Ηρακλής, ο Ορφέας, η Κίρκη, ο Ησίοδος.
Η σύρτις θα σταθεί στον διάλογο Ησιόδου-Μνημοσύνης.
ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ: Δεν καταλαβαίνεις ότι ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, γεννιέται μέσα σ’ αυτόν τον βάλτο από αίμα; Κι ότι το ιερό και το θεϊκό συνοδεύουν κι εσάς, μέσα στο κρεβάτι, στα χωράφια, μπροστά στην εστία; Κάθε κίνηση που κάνετε επαναλαμβάνει ένα θεϊκό πρότυπο. Μέρα και νύχτα, δεν έχετε καμία στιγμή, ακόμα και την πιο ασήμαντη, που να μην αναβλύζει από τη σιωπή των απαρχών σας.
ΗΣΙΟΔΟΣ: Όταν μιλάς, Μελέτη, δεν μπορώ να μην σε πιστέψω. Άφησε με μόνο να σε λατρεύω.
ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ: Υπάρχει κι άλλος τρόπος, καλέ μου.
ΗΣΙΟΔΟΣ: Ποιος;
ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ: Δοκίμασε να πεις στους θνητούς αυτά που ξέρεις.