Δημήτρης Τερζής «Ο παππούς στο τζάκι και άλλες ιστορίες», εκδόσεις Πόλις, 2023

 

- Να μ’ αγαπάς στα ψέματα, μπορείς;

- Όχι δεν μπορώ. Δεν μπορώ και σ’ το λέω. Όλοι κάτι παίρνουν απ’ την αγάπη, κάτι αφήνουν, πολύ ή λίγο.

Είναι μια στιχομυθία από την ιστορία με τίτλο «Η μηχανή», τελευταία στην καινούργια, τέταρτη συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Τερζή. Απόσπασμα από μια επιστολή γραμμένη στο χέρι, με ένα αίτημα για φρέσκο αέρα. Εκείνη είναι σε πανικό. «Σου τελειώνει ο χρόνος που δεν ζεις», της υπενθυμίζει σκληρά ο αποστολέας. «Θα μπορούσες εσύ να επιλέξεις τα όνειρά σου, και όχι οι φόβοι σου. Και θα τα ’κανες να είναι αληθινά. (…) Θα ’ξερες ότι αντέχεις ν’ αγαπήσεις και να σ’ αγαπήσουν στ’ αλήθεια, και όχι στα ψέματα...»

Έχουμε εδώ μια αρχινισμένη συζήτηση δυο ανθρώπων ανασφαλών που έχει φτάσει στα όριά της. Διότι «οι άνθρωποι δεν θέλουν να καταλαβαίνουν γενικώς. Η κατανόηση των πραγμάτων σημαίνει επίγνωση. Η επίγνωση γεννάει ευθύνη». Έτσι όμως όπως είναι γραμμένη αυτή η ιστορία, μάς κεντρίζει να την διαβάσουμε αναστοχαστικά. Θα μπορούσε να είναι ένα γράμμα προς την Αριστερά…

 

Όλα τα διηγήματα της συλλογής «Ο παππούς στο τζάκι» έχουν ένα δεύτερο επίπεδο. Και παρότι πουθενά ο συγγραφέας δεν χρησιμοποιεί ένα πολιτικό λεξιλόγιο ούτε γίνεται λόγος για το πολιτικό τοπίο, όλες οι ιστορίες μπορούν να διαβαστούν σαν πολιτικές αλληγορίες ή έστω και σαν πολιτικές αλληγορίες. Σε όλες παρακολουθούμε μια στάση ζωής. Δεν πρόκειται για μια ομφαλοσκοπική στάση ζωής, αλλά για μια προσωπική στάση με κοινωνική συνείδηση απέναντι λ.χ. στα εκβιαστικά διλήμματα, απέναντι στην οικογενειοκρατία, στην υποκρισία της ορθότητας, στον μιλιταρισμό, στη βιοπολιτική, απέναντι στο παλιό γινάτι, απέναντι στη διάψευση, στη μοναξιά, στο αναπόφευκτο, στη συλλογική ευθύνη….

Είναι χαρακτηριστική η «Πικροδάφνη». Ακούμε τον τρυφερό και σπαραχτικό μονόλογο μιας μάνας που απευθύνεται στον νεαρό γιο της ο οποίος πέθανε. «Συχνά αναρωτιέμαι αν γελάς εκεί που είσαι…» Αλλά αυτή η τόσο δυνατή φωνή μάς οδηγεί να σκεφτούμε και το τι σημαίνει να θάβεται το μέλλον μιας κοινωνίας. Τι σημαίνουν οι πολιτικές επιλογές που επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Η πρώτη εκδοχή αυτής της ιστορίας γράφηκε το 2013-2014 στην κορύφωση της απελπισμένης φυγής της ελληνικής νεολαίας μακριά από το εσωτερικό, οικονομικό και κοινωνικό, αδιέξοδο της κρίσης. Η τελική εκδοχή της ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2022. Και την διαβάζουμε σήμερα, μετά από την τραγωδία στα Τέμπη, και τον χαμό τόσων νέων στη διαδρομή των σπουδών τους.

Αλλά δεν είναι μόνο το δεύτερο επίπεδο που έχει ενδιαφέρον στα διηγήματα του Τερζή. Είναι και το σάουντρακ από το πάντρεμα του κάθε «μότο» με το επόμενο: στίχοι των Queen, του Leonard Cohen, των Dire Straits, επίσης Λουκιανός, Ντίνος Χριστιανόπουλος και Σαμαράκης αλλά και Τζον Ντον, Ντίκενς και Μουρακάμι, Κραουνάκης, Chris de Burgh και Little Aida, μια αλυσίδα που συγκροτεί ένα παράλληλο αφήγημα. Είναι και η χρήση μιας γλώσσας γεμάτης χυμούς, επίσης η ποικιλομορφία του γλωσσικού ύφους που αφυπνίζει το αναγνωστικό ενδιαφέρον και απογειώνει τα διηγήματα του Τερζή αναδεικνύοντας και την κοινωνική του ευαισθησία. Κι από κοντά, κρίσιμη για την ατμόσφαιρα και την επιδραστικότητα αυτής της συλλογής, είναι και η απουσία οποιασδήποτε επιτήδευσης στον λόγο ο οποίος είναι χαμηλότονος και χωρίς δημοσιογραφική πατίνα. Καθόλου απλό, αφού ο συγγραφέας ήδη από το 1998 είχε μπλεχτεί με τη δημοσιογραφία.

 

Δεν εξαργυρώνει γνώσεις

 

Γεννημένος στον Πύργο Ηλείας, ο Δημήτρης Τερζής μπήκε στα 24 του στη δημοσιογραφία ξεκινώντας από το «ελεύθερο» ρεπορτάζ, και το 2018 πέρασε στο πολιτικό ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών. Ήταν οι παραμονές της Συμφωνίας των Πρεσπών και κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τον έβλεπαν με καχυποψία, καθώς ούτε ήταν ούτε έγινε κομματικό μέλος. Από τότε εξελίχθηκε σε έναν από τους εγκυρότερους και διεισδυτικότερους πολιτικούς συντάκτες στα ελληνικά ΜΜΕ, με κοινωνική οξυδέρκεια και κρίση, με λέγειν και εντιμότητα, σε ένα τοπίο ναρκοθετημένο, ανταγωνιστικό και αδίστακτο, γεμάτο παγίδες.

Άνετα λοιπόν θα μπορούσε ο Τερζής να είχε γράψει πολιτικά διηγήματα, αλλά δεν το έκανε. Ίσως να το κάνει κάποτε. Αλλά σήμερα, αυτό που χρειάζεται να επαινεθεί είναι ότι στη συλλογή του δεν εξαργυρώνει τις γνώσεις που έχει για την κουζίνα της τρέχουσας πολιτικής. Δεν ρίχνει πολιτικά δολώματα στο αναγνωστικό κοινό. Καταφέρνει κάτι πιο δύσκολο: προκαλεί έναν προβληματισμό, πολιτικό και κοινωνικό. Προβληματισμό, π.χ. για το πόσο παραπλανητικά είναι τα εκβιαστικά διλήμματα που σερβίρουν οι ισχυροί, ενώ η λύση μπορεί να βρίσκεται δίπλα μας, σε μια σύνθεση της σοφίας των παλιών με τις προσδοκίες των νεότερων. Όπως στο διήγημα «Εκείνο που καίγεται», το οποίο διαδραματίζεται μετά από το πρώτο λοκντάουν και παρακολουθεί την κωμικοτραγική, παραλίγο μοιραία αλλά διδακτική, περιπέτεια ενός ζευγαριού από την Ελλάδα στη Σικελική επικράτεια της Μαφίας. Είναι το πιο χαρούμενο της συλλογής.

 

Η εκδίκηση των ονείρων

 

Γελάς …αλλά από μέσα σου κλαις και με το διήγημα που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή. Ένα αιχμηρό μαύρο χιούμορ διαπερνά τον Παππού στο τζάκι. Στο κέντρο, η παραδοσιακή αγία ελληνική οικογένεια του συντηρητισμού, με το επιτελικό της επίχρισμα, την υποκρισία της, τη φιλαργυρία, την ιδιοτέλεια και τον κυνισμό της. Οι χαρακτήρες δεν έχουν ονόματα, μόνο ρόλους. Οι σχέσεις διέπονται από μια τυφλή υπακοή στον «πατέρα» ο οποίος καλεί τους συγγενείς -και τον συμβολαιογράφο- στο αστικό σπίτι του παππού για να «κουμπώσει» την κληρονομιά του. Ο παππούς καταφθάνει στην …τεφροδόχο, και τότε γίνεται η σουρεαλιστική ανατροπή που γκρεμίζει τη βιτρίνα αυτού του γκροτέσκου απολιθώματος. Απ’ όλη αυτή την υπόθεση, μας λέει ο συγγραφέας, ίσως να διασωθεί ο μικρότερος εγγονός…

Ξεχωρίζω και την Τελευταία νύχτα του κόσμου για το ειδικό βάρος της έννοιας του «συλλογικού», με ντεκόρ ένα μοτέλ στην εθνική για άστεγους εραστές. Το κυρίαρχο κλίμα είναι το καταστροφολογικό των χολιγουντιανών ταινιών, που εξελίσσεται στο αδιέξοδο και μελαγχολικό κλίμα των ελληνικών road movies. Έχουμε εδώ μια ωδή σ’ αυτό το «Μαζί θα αντιμετωπίσουμε τις αντιξοότητες για να τις αντέξουμε». Το τέλος, με τη μορφή μιας πλανητικής καταστροφής, έχει αναγγελθεί. Άλλοι αυτοκτονούν, άλλοι κλείνονται στο σπίτι, όμως δυο άγνωστοι -η καθαρίστρια στο μοτέλ και ένας περαστικός- ενώνουν τη μοναξιά τους για να αντικρύσουν τον ορίζοντα μαζί, κι ας είναι όλα να τελειώσουν εκείνη τη στιγμή.

Έχουμε λοιπόν εδώ, δέκα ιστορίες που μιλούν για τον θάνατο - φυσικό, ψυχικό, συναισθηματικό, βίαιο ή αργό, ηθελημένο ή τυχαίο, προαναγγελθέντα ή ματαιωμένο. Συγκατοικούν με το δόγμα Τ.Ι.Ν.Α. ότι Δεν Υπάρχει Εναλλακτική, όμως δεν το ενστερνίζονται. Με διαφορετικό τρόπο η καθεμία, καλλιεργούν την ιδέα ότι: «Ήρθε η ώρα να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση».

 

Μικέλα Χαρτουλάρη Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Βιβλίο )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet