Τα χιλιόμετρα του Αμπέμπε Μπικιλα στη ζωή και τους στίβους
Αθήνα 7 Μαΐου του 1961, ο δύο φορές χρυσός ολυμπιονίκης, Αιθίοπας Αμπέμπε Μπικίλα τερματίζει πρώτος στον μαραθώνιο δρόμο. Αν και έτρεξε ξυπόλυτος, κατάφερε να βελτιώσει το ρεκόρ της διαδρομής. Ο Αμπέμπε Μπικίλα γεννήθηκε στο Γιάτο της Αιθιοπίας στις 7 Αυγούστου 1932, την ημέρα που γινόταν ο Μαραθώνιος στους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες. Ήταν γιος φτωχού βοσκού και σε νεαρή ηλικία αποφάσισε να καταταγεί στον στρατό για να συντηρεί την πολυμελή οικογένειά του. Ξεκίνησε με τα πόδια για την πρωτεύουσα Αντίς Άμπαμπα και επιλέχθηκε για την Αυτοκρατορική Φρουρά του Χαϊλέ Σελασιέ, όπου υπηρέτησε ως στρατιώτης. Η ζωή του άλλαξε, όταν τον ανακάλυψε ο σουηδός προπονητής της εθνική ομάδας Όνι Νισκάνεν και του πρότεινε να γίνει δρομέας μεγάλων αποστάσεων. Για καλή του τύχη θα επιλεγεί την τελευταία στιγμή για την ομάδα της Αιθιοπίας στους Ολυμπιακούς της Ρώμης, όταν ο μαραθωνοδρόμος Βάμι Μπιράτου στραμπούληξε τον αστράγαλό του, παίζοντας ποδόσφαιρο.
Την ημέρα διεξαγωγής του Μαραθωνίου στην Αιώνια Πόλη, τα πράγματα δεν ξεκίνησαν καλά για τον Μπικίλα. Η Adidas, που ήταν η αποκλειστική χορηγός των αθλητικών υποδημάτων, δεν είχε το κατάλληλο ζευγάρι για τον αιθίοπα αθλητή. Όταν στάθηκε στη σειρά για να πάρει τα παπούτσια της εταιρίας, που θα έντυνε τους φτωχούς αθλητές της Αιθιοπίας, βρήκε μονάχα δυο αριστερά παπούτσια. «Θα τρέξω ξυπόλητος», είπε στους δικούς του, εκείνοι γέλασαν, κι εκείνος καθόλου δεν γέλασε, αφού στη ζωή του ολόκληρη με γυμνές πατούσες έτρεχε στους σκληρούς σαν το ατσάλι και τους άγριους σαν τον θαλασσόδαρτο βράχο, δρόμους του χωριού του. Όταν παρατάχθηκε το απόγευμα της 10ης Σεπτεμβρίου 1960 μπροστά στην Αψίδα του Κωνσταντίνου για την εκκίνηση του αγώνα, οι συναθλητές του δεν έκρυβαν την έκπληξή τους για την εμφάνιση του Μπικίλα, ενώ δεν έλειψαν τα ειρωνικά σχόλια. Κι έτρεξε ξυπόλητος! Φθάνοντας πρώτος στο Ολυμπιακό Στάδιο, έπειτα από έναν μαραθώνιο περίπατο στην Απία Οδό, περνώντας κάτω από την Porta San Sebastiano, διασχίζοντας τα πλακόστρωτα μέχρι να αφήσει πίσω του την Αψίδα του Κωνσταντίνου και να αναληφθεί στην αιωνιότητα, ξυπόλητος και μοναδικός!
Ο Μπικίλα επέστρεψε στην πατρίδα του που τον υποδέχθηκε ως ήρωα, ενώ η νίκη του χαιρετίστηκε σε όλη την Αφρική. Ο αυτοκράτορας Χαϊλέ Σελασιέ τον παρασημοφόρησε και τον προήγαγε στον βαθμό του δεκανέα. Το 1961 κέρδισε μαραθωνίους στην Ελλάδα, την Ιαπωνία και την Τσεχοσλοβακία και στη συνέχεια αποσύρθηκε για δύο χρόνια από τους στίβους. Στο διάστημα αυτό παραλίγο να χάσει τη ζωή του, όταν χωρίς τη θέλησή του πήρε μέρος σ' ένα αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα για την ανατροπή του αυτοκράτορα. Καταδικάστηκε σε θάνατο δι' απαγχονισμού, αλλά σώθηκε με τη χάρη που του απένειμε ο Χαϊλέ Σελασιέ, λόγω των εξαιρετικών του υπηρεσιών προς την πατρίδα.
Ο Μπικίλα επανήλθε στους στίβους την προολυμπιακή χρονιά του 1963, όπου υπέστη και την πρώτη του ήττα, τερματίζοντας 5ος στον Μαραθώνιο της Βοστώνης. Τον επόμενο χρόνο προετοιμάστηκε εντατικά και μεθοδικά για να υπερασπίσει τον τίτλο του στους Ολυμπιακούς του Τόκιο. Σαράντα μέρες πριν από την έναρξη των αγώνων διαγνώστηκε με οξεία σκωληκοειδίτιδα. Υποβλήθηκε αμέσως σε εγχείρηση και κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης άρχισε να κάνει ελαφρά προπόνηση στην αυλή του νοσοκομείου, ξεγελώντας τα βράδια τους γιατρούς. Παρά την ελλιπή προετοιμασία επανέλαβε το θαύμα της Ρώμης. Έτρεξε κανονικά με παπούτσια και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο.
Ο Μπικίλα επέστρεψε για δεύτερη φορά θριαμβευτής στην πατρίδα του και ο αυτοκράτορας του έδωσε μία ακόμη προαγωγή και του έκανε δώρο ένα αυτοκίνητο, ένα λευκό «σκαραβαίο» της Volkswagen, το οποίο για τα μέτρα της πάμφτωχης Αιθιοπίας ισοδυναμούσε με Πόρσε. Ο Μπικίλα επέστρεψε στους στίβους λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού το 1968. Πήρε μέρος για τρίτη συνεχόμενη φορά σε Μαραθώνιο Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά ήταν άτυχος, καθώς στο 17ο χιλιόμετρο της διαδρομής τραυματίστηκε και αποχώρησε.
Ένα χρόνο αργότερα στην προσπάθειά του να αποφύγει μια ομάδα διαδηλωτών, που εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά του, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, που έπεσε σε χαντάκι. Ανασύρθηκε βαρύτατα τραυματισμένος και έμεινε παράλυτος, παρά τις προσπάθειες των γιατρών. Στις 25 Οκτωβρίου 1973 έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία μόλις 41 ετών, από εγκεφαλική αιμορραγία, επιπλοκή από το αυτοκινητιστικό ατύχημα του 1969.