Οι εκλογές ως πυροκροτητής ριζοσπαστικών κοινωνικών συμβάντων

 

Ήρθε η ώρα των εθνικών εκλογών και έχει αξία να επερωτήσουμε την θεσμική σημασία τους υπό την οπτική του σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Κάπου στην εφηβεία άκουσα για πρώτη φορά το γνωστό σύνθημα «Αν οι εκλογές άλλαζαν κάτι, θα ήταν παράνομες». Πάντα θεωρούσα ως σημαντικό ερώτημα, αν, και κατά πόσο, στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της καπιταλιστικής κυριαρχίας οι εκλογικές αναμετρήσεις μπορούν να αποτελούν κάτι παραπάνω από ένα διασκεδαστικό ιβέντ με νικητές και ηττημένους. Παράλληλα, καθώς μεγάλωνα άρχισε να με απασχολεί κάτι επιπλέον, εφόσον κάποιος/α αποφασίσει να πάει στην κάλπη, ποιο είναι το καταλληλότερο κριτήριο ψήφου.

Ξεκινώντας απ’ το πρώτο ερώτημα, στις νεωτερικές κοινωνίες οι εκλογές αποτελούν το κορυφαίο από άποψη μαζικότητας και σημασίας πολιτικό γεγονός. Τα οικογενειακά τραπέζια,  οι φιλικές παρέες και –τα τελευταία χρόνια–οι ψηφιακές μας κοινότητες συζητούν για το ποιο κόμμα αποτελεί την βέλτιστη επιλογή για τον τόπο, πολιτικοποιώντας, θέλοντας και μη, ανθρώπους χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Πολιτική. Η βασική προκείμενη της σκέψης μου είναι πως οποιοσδήποτε βαθύς (ειρηνικός) κοινωνικός μετασχηματισμός προϋποθέτει τη συνείδηση των υποκειμένων για το που βρίσκονται, και ποιες είναι οι πολιτικές αιτίες της δυσμενούς τους κατάστασης. Με λίγα λόγια, είναι αδύνατη μια κοινωνική αλλαγή που θα αντέξει στο χρόνο, αν δεν υφίσταται μια ιδεολογική ηγεμονία που προτάσσει ως θεμελιώδεις, τις έννοιες της κοινωνικής αυτονομίας, ελευθερίας και ισοπολιτείας. Στη λογική αυτή, η ενεργή συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί αναγκαία προσφορά του κάθε πολίτη με προοδευτικά οράματα, στην υπόθεση της κοινωνικής χειραφέτησης. Ο αγώνας έχει μεγαλύτερη σημασία (και επιρροή) όταν παίζεται στο κεντρικό γήπεδο (ευνοϊκό πεδίο διάδοσης πολιτικών θέσεων και ιδεολογίας), και όχι σε χωμάτινες συνοικιακές αλάνες. Επομένως, για κάθε συλλογικότητα-κόμμα με χειραφετητικά οράματα οι εκλογές αποτελούν βασική ευκαιρία προώθησης της καταστατικής του στόχευσης.

Όσα ανέφερα παραπάνω γίνονται αποδεκτά απ’ την πλειονότητα των αριστερών σχηματισμών. Η ριζικότερη διαφωνία ωστόσο, κρύβεται κάπου άλλου· Μας ενδιαφέρει να είμαστε στο μπλοκ των νικητών των εκλογών, και να επηρεάσουμε με άμεσο τρόπο τις κυβερνητικές αποφάσεις για την επόμενη τετραετία; Εδώ, το ζήτημα γίνεται περισσότερο ακανθώδες. Η πλειονότητα των ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων (εγχώρια και ευρωπαϊκά) προτιμούν τη θέση της αντιπολίτευσης, είτε γιατί φοβούνται μην χαρακτηριστούν ως συστημικά κόμματα, και άρα χάσουν την ριζοσπαστική τους ταυτότητα, είτε γιατί πολύ απλά δεν πιστεύουν πως η συμμετοχή σε μία αστική κυβέρνηση μπορεί να προσφέρει οποιαδήποτε υπηρεσία στην κατεύθυνση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Η θέση αυτή, ιδιαίτερα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης (που ανέδειξε τις σημαντικές παθογένειες του μονοκομματικού λενινιστικού-σταλινικού μοντέλου, αφήνοντας την καπιταλιστική κοσμοθεωρία, κυρίαρχη στο πεδίο των ιδεών), φαντάζει εξόχως προβληματική και ανίκανη να δώσει άμεση ανακούφιση (αλλά και μελλοντικό όραμα) στις υποτελείς τάξεις.

Γενικότερα, σε εποχές ιδεολογικής κυριαρχίας των καπιταλιστικών ελίτ, αυτό που χρειάζεται είναι η χρήση κάθε διαθέσιμου δημοκρατικού εργαλείου προς όφελος των υποτελών. Το δημοκρατικό άνοιγμα στο κράτος που παρέχεται μέσω των εκλογών οφείλει να λειτουργεί για τα κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς ως χρυσή ευκαιρία στη μάχη με τις οικονομικές-πολιτικές ελίτ (αρκεί βέβαια να μην τα αποξενώνει απ’ την ιδεολογική και κοινωνική τους ρίζα). Ένα καινοτόμο και προοδευτικό σχολείο ανοίγει τα μυαλά των νέων ανθρώπων στις άπειρες κοινωνικές δυνατότητες· μια δημόσια τηλεόραση με ποιοτικό, προοδευτικό περιεχόμενο λειτουργεί ως αντίβαρο στην φαυλότητα της κουλτούρας των ριάλιτι, και ένα εργασιακό νομοσχέδιο που προστατεύει τις συλλογικές συμβάσεις και αυξάνει τον κατώτατο μισθό δίνει την ευκαιρία για ένα τριήμερο φυγής απ’ την μονότονη καθημερινότητα. Αυτά (και άλλα πολλά) δεν είναι καθόλου δεδομένα στην νεοφιλελεύθερη εποχή μας, και άρα αξίζουν ως σκοπός την προσπάθεια αριστερών σχηματισμών να συμμετέχουν με όρους διακυβέρνησης στις εκλογές. Ταυτόχρονα όμως λειτουργούν και ως μέσο για μια διαρκή περιπλάνηση με ορίζοντα τις χειραφετητικές ουτοπίες του 21ου αιώνα. Όσα ανέφερα παραπάνω, συνεισφέρουν συχνά στο να γυρίσει το μυαλό ενός ανθρώπου και να καταλάβει πως ότι παρουσιάζεται ως καπιταλιστικός μονόδρομος είναι απλά μια ιδεολογική κατασκευή, που μπορεί να καταρρεύσει, αν οι άνθρωποι το αποφασίσουν. Οι λειτουργικές αστικές δημοκρατίες αφήνουν περιθώρια για μια σταδιακή διαδρομή προς ένα πιο πράσινο, κοινωνικά δίκαιο και γνήσια δημοκρατικό μέλλον. Για να μετακινηθούμε ωστόσο μακριά απ’ την σημερινή νεοφιλελεύθερη συνθήκη χρειαζόμαστε όσο τίποτε άλλο σοβαρά (με ικανά, καταρτισμένα στελέχη) αριστερά κόμματα, και ενεργή -πληθυντική- κοινωνία των πολιτών (η καθημερινή συμμετοχή στα κοινά είναι επίσης ζωτικής σημασίας) να ζυμώνουν τις συνθήκες για ιδεολογική ηγεμονία και κοινωνική αλλαγή.

Υπο αυτό το πρίσμα, πολίτες που επιζητούν μια κοινωνία ισοπολιτείας και δικαιοσύνης χρειάζεται να πάνε στην κάλπη με διαύγεια και καθαρή συνείδηση, κατανοώντας τη μεγάλη ευθύνη τους. Ρωτάνε πολλοί, μα καλά, μια ψήφος τι μπορεί να αλλάξει; Γιατί να χάσω μία ώρα που θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω πιο παραγωγικά προς όφελος μου; Με σκληρά αριθμητικούς όρους, πράγματι σε ένα σώμα 5-6 εκατομμύρια ψηφοφόρων, μια ψήφος είναι απλά ασήμαντη. Ο λόγος που κάποιος/α σηκώνεται απ’ το σπίτι και πάει μέχρι το εκλογικό του κέντρο, είναι ο ίδιος που τον κάνει να μην πετάει μια γόπα στην παραλία. Είναι δηλαδή η αίσθηση ότι ανήκει σε μια κοινότητα προοδευτικών ανθρώπων και λειτουργεί με συλλογική διάθεση. Είναι πρωτίστως η ιδέα της κοινωνικής συνείδησης και ευθύνης που καθορίζει τις πράξεις μας πολλές φορές και όχι μια rational choice προσέγγιση που απλά μετρά το υλικό κέρδος μιας πράξης.

Κλείνοντας, οι εκλογές δεν μπορούν προφανώς να αλλάξουν τα πάντα μονομιάς, αποτελούν όμως ένα κρίσιμο σταυροδρόμι που τροχοδρομεί τα βήματα της επόμενης τετραετίας, δείχνοντας αν οι μικροί διάδρομοι των αστικών δημοκρατιών, μπορούν να μετατραπούν σε λεωφόρους, σταδιακού, και ουσιαστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. 

 

Αλέξανδρος Ντάφλος Ο Αλέξανδρος Ντάφλος είναι λέκτορας στην Πολιτική Επιστήμη, Leiden University Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet