Πολύς λόγος για τις εκλογές και για το μέλλον του τόπου. Μία κυβέρνηση αποτυχημένη σε όλα τα πεδία, προηγείται ακόμη στις δημοσκοπήσεις. 36.000 νεκροί στην πανδημία, παρακολουθήσεις, παιδεραστές, απευθείας αναθέσεις, διορισμοί, μισθός στη ΔΕΗ 360.000 ευρώ τον χρόνο και άλλα ων ουκ έστι αριθμός. Τι είναι χειρότερο; Αυτά που κάνει η κυβέρνηση ή η ανοχή του κόσμου απέναντί της; «Ο κάθε λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει» μπορούμε να πούμε για να βγάλουμε εύκολα την ουρά μας απ’ έξω. Τι να κάνουμε; Πικετοφορίες, διαδηλώσεις; Να μοιράζουμε την Αυγή όπως την δεκαετία του ’80 και αφισοκόλληση; Εκτός από τον (ανεκτίμητο κατά τα άλλα) ακτιβισμό έχει σημασία και η στάση που κρατάμε απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα. Θυμάμαι την περίοδο της 7ετίας κάποιοι δεν καταλάβαιναν πως είχαμε χούντα και έπρεπε να τους το πεις. Δεν το καταλάβαιναν όχι γιατί δεν το βλέπανε αλλά γιατί αν το συνειδητοποιούσαν θα έπρεπε και αυτοί κάτι να κάνουν. Τουλάχιστον να αλλάξουν στάση, να ανήκουν στους «ψιθυριστές» (κατά τον ορισμό της χούντας) σε αυτούς δηλαδή που κουβεντιάζανε σιγά και κάπως να εκδηλώνονταν ενάντια στην χούντα. Για αυτό προτιμούσαν (καλύτερα: επέλεγαν) να μην το καταλαβαίνουν. Χούντα όμως είχαν και αυτοί που δεν την λέγανε έτσι. Η ζωή συνεχιζόταν, οι τσέπες του κόσμου δεν ήταν και τόσο άδειες, κάποιοι (θεωρούμενοι τότε) γραφικοί στο εξωτερικό έκαναν προπαγάνδα (η Μελίνα, ο Παπανδρέου κ.α.). Μήπως σήμερα ζούμε μία ανάλογη κατάσταση;
Μετά από πολλά στρατιωτικά πραξικοπήματα η πολιτική του συστήματος άλλαξε. «Αντί να κρύψουμε την αλήθεια, να την αντικαταστήσουμε. Αντί να κάνουμε χούντες για να επιβάλλουμε την γνώμη μας να πείσουμε, με οργουελικές μεθόδους τον κόσμο πως έχουμε δίκιο». Να παραδεχτούμε πως το σύστημα, σε αυτόν τον τομέα νίκησε κατά κράτος. Μπερλουσκόνι, Μπέπε Γκρίλο, Μακρόν, Θεοδωράκης (Ποτάμι), πορτοκαλί «επαναστάσεις», όλα δημιουργήματα των ΜΜΕ. Λιγνάδης, Πάτσης, Καραμανλής, υποκλοπές παρακολούθηση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, εντατικές στην πανδημία, η τραγωδία του τρένου, κόκκινα δάνεια, πρώτη κατοικία, ακρίβεια και ο Μητσοτάκης όχι μόνο δεν παραιτήθηκε αλλά δημοσκοπικά παραμένει ο καταλληλότερος πρωθυπουργός. Παρακολούθησα την ομιλία του Τσίπρα στην Πάτρα. Ήταν πολύ καλός. Όπως πολύ καλός ήταν και κάθε φορά που κατατρόπωνε με σοβαρά επιχειρήματα τον Μητσοτάκη στην Βουλή. Γιατί δεν βγήκε μπροστά όπως έκανε στον καιρό του ο Ανδρέας Παπανδρέου; Γιατί ο Τσίπρας καλά τα λέει αλλά το παιχνίδι παίζεται αλλού. Και η αριστερά των κινητοποιήσεων, των αγανακτισμένων, της εργατιάς, του αντιδικτατορικού αγώνα, των θυσιών για την πατρίδα και την δημοκρατία κινδυνεύει να χάσει το παιχνίδι όχι γιατί δεν έχει δυνατή ομάδα αλλά γιατί παίζει σε λάθος γήπεδο. Το σκηνικό θυμίζει την αποχώρηση του Μητσοτάκη από την Βουλή αφήνοντας τον Τσίπρα να παίζει μόνος του. Τι ποσοστό των ψηφοφόρων ασχολείται με τις υποκλοπές; 12%; 15%; Δεν θυμάμαι.
Ας το καταλάβουμε μια και καλή. Μπροστά μας δεν έχουμε μόνο έναν αποτυχημένο πρωθυπουργό αλλά και ένα σύστημα που μπορεί να πείσει τους ψηφοφόρους πως καταλληλότερος πρωθυπουργός είναι αυτός που γουστάρει το σύστημα. Τώρα κάνει παιχνίδι με τον Μητσοτάκη, αύριο με κάποιον άλλο, ίσως χειρότερο. Στην Ιταλία πέρασαν από τον Μπερλουσκόνι στην νεοφασίστα Μελόνι. Τώρα που ο Μητσοτάκης άνοιξε τον δρόμο με σκάνδαλα σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, σκάνδαλα που όχι μόνο δεν τον ανάγκασαν σε παραίτηση αλλά και του επέτρεψαν να κρατήσει την δημοσκοπική πρωτιά, ο επόμενος Μητσοτάκης μπορεί να κάνει τα ίδια και χειρότερα. Το πρόβλημα δεν είναι πλέον ο Μητσοτάκης αλλά ο μητσοτακισμός. Την ώρα που στον ΣΥΡΙΖΑ ξημεροβραδιάζονται για να φτιάξουν προγράμματα για την οικονομία, τις μετακινήσεις, την πρώτη κατοικία (και καλά κάνουν) οι εχθροί μας ετοιμάζονται να ανατρέψουν όλα αυτά με το επιχείρημα «ο Τσίπρας ο σκαφάτος». Μην βιαστούμε να τους πούμε γελοίους (είναι) γιατί συχνά τα καταφέρνουν. Όταν εμείς πηγαίνουμε για ύπνο αυτοί σχεδιάζουν επιστημονικά όχι μόνο τις λέξεις αλλά και το κόμμα και την τελεία των ανακοινώσεων και της πολιτικής τους. Μπορούμε και εμείς; Δεν ξέρω. Πολλοί θα με ρωτήσουν: «και τι να κάνουμε;» Δεν έχω απάντηση. Μπορώ μόνο να σκεφτώ: Να μην επαναπαυόμαστε στο αναμφισβήτητο χάρισμα του Τσίπρα και να δοκιμάζουμε διαρκώς νέες επικοινωνιακές πολιτικές μέχρι να βγούμε μπροστά στις δημοσκοπήσεις. Μην αφήσουμε να εννοεί εμάς ο ποιητής όταν λέει: «Και περισσότερη τιμή τους πρέπει όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν) πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος, κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε.» Δεν μας αξίζει.