Η Δεξιά κερδίζει τις αυτοδιοικητικές και ο Σάντσεθ ανακοινώνει πρόωρες βουλευτικές εκλογές
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές της 28ης Μαΐου προκάλεσαν έναν πραγματικό πολιτικό σεισμό στην Ισπανία. Όχι μόνο επειδή η Δεξιά πέτυχε μια σαρωτική νίκη, αλλά και επειδή αιφνιδιαστικά ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ανακοίνωσε πρόωρες βουλευτικές εκλογές για την 23η Ιουλίου. Σε λιγότερο από 24 ώρες, ο πρόεδρος της κυβέρνησης συνασπισμού, που αποτελείται από τους σοσιαλιστές και από το αριστερό Unidas Podemos, εξήγε τα συμπεράσματα των πολιτικών συνεπειών των εκλογών. Έτσι, αποφάσισε να προκηρύξει πρόωρα τις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες προβλέπονταν αρχικά για τον Δεκέμβριο, θέτοντας τέλος με βιαστικό τρόπο στη νομοθετική περίοδο.
Ο στόχος του Σάντεθ είναι διπλός. Αφενός, να αναλάβει εκ νέου την πολιτική πρωτοβουλία, αιφνιδιάζοντας τους αντιπάλους και αποφεύγοντας έτσι την παράταση της προβλεπόμενης αγωνίας. Αφετέρου, να προσπαθήσει να κινητοποιήσει και πάλι τους προοδευτικούς ψηφοφόρους μετά την επιτυχία της Δεξιάς. Ας λάβουμε υπόψη μας ότι στις προσεχείς εβδομάδες θα πρέπει να καθοριστούν οι πλειοψηφίες στα περιφερειακά και στα δημοτικά συμβούλια που πήραν μέρος στις εκλογές της 28ης Μαΐου. Εκτός από τις λίγες εξαιρέσεις στις οποίες η Δεξιά του Λαϊκού Κόμματος (PP) πέτυχε την απόλυτη πλειοψηφία, οι ισπανοί συντηρητικοί πρέπει να έρθουν σε συμφωνία με το ακροδεξιό Vox. Ο σχηματισμός υπό την ηγεσία του Σαντιάγο Αμπασκάλ αύξησε τη συναίνεσή του σε αυτές τις εκλογές και μετατράπηκε στο τρίτο ή τέταρτο κόμμα στις διάφορες περιφέρειες, με ποσοστά που κινούνται μεταξύ του 5 και του 17%. Απέναντι σε αυτό το σενάριο, οι αριστεροί ψηφοφόροι, που έμειναν σπίτι στις 28 Μαΐου, θα αφήσουν την ακροδεξιά, σύμμαχο της Μελόνι, του Ορμπάν και του Τραμπ να μπει στο υπουργικό συμβούλιο σε συνασπισμό με το Λαϊκό Κόμμα;
Ο Σάντσεθ αποφάσισε να το παίξει κορώνα-γράμματα. Ή να σώσει ό,τι σώζεται και να κατορθώσει να μείνει στην κυβέρνηση μαζί με την Αριστερά και με την εξωτερική στήριξη των διάφορων τοπικιστικών και εθνικιστικών σχημάτων, πρώτα-πρώτα των Καταλανών και των Βάσκων, όπως έκανε σε αυτή τη νομοθετική περίοδο, ή να χάσει με κάποια αξιοπρέπεια. Tertium non datur [ΣτΜ: (λατινικά) δεν υπάρχει τρίτη περίπτωση]. Αυτή η γενναία και ταυτόχρονα ριψοκίνδυνη κίνηση, συμπίπτει, εκτός των άλλων, με την αρχή, την πρώτη Ιουλίου, του ευρωπαϊκού εξαμήνου της ισπανικής προεδρίας.
Το συντηρητικό κύμα των αυτοδιοικητικών εκλογών
Την 28η Μαΐου οι Ισπανοί ψήφισαν σε όλους τους δήμους και σε δώδεκα περιφέρειες από τις δεκαεπτά. Με μια συμμετοχή λίγο μικρότερη από το 2019 (από το 65,2 στο 63,9%), το Λαϊκό Κόμμα διατήρησε τα προπύργιά του στα οποία ήδη κυβερνούσε και κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος των περιφερειών και των μεγάλων πόλεων της ιβηρικής χώρας. Στη Μαδρίτη, ιστορικό προπύργιο της Δεξιάς, η νίκη υπήρξε συντριπτική, με την απόλυτη πλειοψηφία τόσο στον δήμο, όσο και στην περιφέρεια, όπου λάμπει τον αστέρι της Ισαμπέλ Ντίαθ Αγιούσο, που αντιπροσωπεύει την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα του κόμματος.
Η Αριστερά χάνει τις διοικήσεις της Αραγόνα, της Βαλένθια, των Βαλεαρίδων, των Καναρίων, της Καντάμπρια και της Εστρεμαδούρα, όπου, όμως, το Λαϊκό Κόμμα θα χρειαστεί τις ψήφους του Vox. Οι Σοσιαλιστές διατηρούν μόνο τρεις περιφέρειες: τις Αστούριες, την Καστίλλη Λα Μάντσα και τη Ναβάρα (στην τελευταία περίπτωση σε συνασπισμό με τους εθνικιστές της Ναβάρα). Εάν σε αυτά προσθέσουμε και τις πέντε περιφέρειες που δεν ψήφισαν αυτή τη φορά, (Ανδαλουσία, Γαλικία, Καστίλλη και Λεόν, Καταλονία και Χώρα των Βάσκων), ο ισπανικός χάρτης χρωματίζεται γαλάζιος, στο χρώμα των Λαϊκών: μόνο στις δύο τελευταίες περιφέρειες υπάρχουν εθνικιστικές κυβερνήσεις με μια χροιά λιγότερο ή περισσότερο προοδευτική.
Το σκηνικό είναι παρόμοιο και στους δήμους. Η Δεξιά ανακτά στην ουσία όλες τις μεγάλες και μεσαίες πόλεις που έχασε την τελευταία δεκαετία (Βαλένθια, Πάλμα ντε Μαγιόρκα, Σεβίλλη, Μούρθια, Καντίθ, Γρανάδα, Χιχόν) και διατηρεί τα οχυρά της (την προαναφερθείσα Μαδρίτη, τη Μάλαγα, τη Σαραγόσα, το Αλικάντε, το Οβιέδο, τη Σανταντέρ). Οι σοσιαλιστές βελτιώνουν τα αποτελέσματά τους μόνο στην Καταλονία, όπου επιβεβαιώνουν τη θέση τους ως πρώτο κόμμα σε περιφερειακό επίπεδο και μπορούν να επιστρέψουν στη διοίκηση των κυριότερων καταλανικών πόλεων, έστω και σε συνασπισμό. Μεγάλο το καρδιοχτύπι στη μάχη για το πετράδι του στέμματος, τη Βαρκελώνη, στην οποία νίκησε για λίγες ψήφους ο Σαβιέ Τρίας, υποψήφιος των δεξιών καταλανών εθνικιστών, ενώ η Άντα Κολάου –που διοίκησε την πόλη τα τελευταία οκτώ χρόνια– ήρθε τρίτη, σε απόσταση μιας εκατοστής ψήφων από τον σοσιαλιστή Τζάουμε Κολμπόνι. Πάντως, η μάχη είναι ακόμη ανοιχτή για να μάθουμε ποιος θα είναι ο επόμενος δήμαρχος: θα εξαρτηθεί από τις μετεκλογικές συμφωνίες.
Άλλη μια εξαίρεση είναι η Χώρα των Βάσκων, όπου κερδίζουν τις εκλογές οι εθνικιστές και όπου διεξάγεται ένας σκληρός αγώνας μεταξύ της κεντροδεξιάς του Βασκικού Εθνικιστικού Κόμματος και της αυτονομιστικής αριστεράς του Eh Bildu για την περιφερειακή ηγεμονία. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι και τα δύο κόμματα στήριξαν σε αυτή τη νομοθετική περίοδο την κυβέρνηση Σάντσεθ.
Ένα αποτέλεσμα ήδη προδιαγεγραμμένο;
Έπειτα από όλα αυτά, το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών μοιάζει προδιαγεγραμμένο. Το σενάριο μιας πλειοψηφίας Λαϊκού Κόμματος–Vox είναι πιθανό, αλλά θα πρέπει να δούμε μήπως το παιχνίδι του Σάντσεθ αλλάξει τα πράγματα. Οι Λαϊκοί υπό την ηγεσία του Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό κατάφεραν να μετατρέψουν τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε ένα δημοψήφισμα για την προοδευτική κυβέρνηση, κινητοποιώντας όλους τους ψηφοφόρους τους, που ψήφισαν με εθνικά και όχι τοπικά κριτήρια. Τώρα ο Σάντσεθ απαντά στην πρόκληση και θέτει στους Ισπανούς το ίδιο ερώτημα με άλλους όρους: τα τελευταία χρόνια το ΑΕΠ μεγεθύνθηκε, η ανεργία μειώθηκε, οι κοινωνικές πολιτικές αυξήθηκαν περισσότερο από όσο αυξήθηκαν στο παρελθόν και στην Καταλονία επανήλθε ο διάλογος. Θέλετε να επιστρέψει η κυβέρνηση της Δεξιάς, και επιπλέον με τη υποστήριξη του Vox;
Επίσης, ας λάβουμε υπόψη ότι το εκλογικό σύστημα για τις βουλευτικές εκλογές –μια απλή αναλογική διορθωμένη με το νόμο d’Hondt, που πλήττει μεν τα μικρότερα κόμματα, αλλά όχι τα τοπικιστικά– δεν είναι το ίδιο με το σύστημα των αυτοδιοικητικών, με το οποίο το 2019 η νίκη της Αριστεράς ήταν εξαιρετικά ισχνή σε πολλές περιφέρειες και σε πολλούς δήμους. Σε σχέση με τις εκλογές που έγιναν πριν από τέσσερα χρόνια, το Εργατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ισπανίας έχασε συνολικά μόνο 400.000 ψήφους, ενώ το Λαϊκό Κόμμα, το οποίο προηγείται των Σοσιαλιστών κατά 750.000 ψήφους, κατόρθωσε να επωφεληθεί από την εξαφάνιση των Ciudadanos, οι ψήφοι των οποίων –περίπου 2 εκατομμύρια– απορροφήθηκαν εξολοκλήρου από τους Λαϊκούς.
Το αδύναμο σημείο του προοδευτικού συνασπισμού ήταν το Unidas Podemos, το οποίο δεν κατόρθωσε καν να περάσει το όριο του 5% σε περιφέρειες-κλειδί, όπως η Βαλένθια και η Μαδρίτη, καθιστώντας ανέφικτη οποιαδήποτε προοδευτική πλειοψηφία. Το σχήμα τέκνο των Αγανακτισμένων πλήρωσε αναμφίβολα για το τέλος ενός πολιτικού κύκλου, εκείνου που άρχισε με τις διαμαρτυρίες ενάντια στις πολιτικές λιτότητας κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, αλλά και για τις εσωτερικές εντάσεις μεταξύ του Podemos, υπό τη σκιώδη ηγεσία του Πάμπλο Ιγκλέσιας, και του Sumar, της νέας πλατφόρμας που προωθεί η υπουργός Εργασίας Γιολάντα Ντίαθ.
Η μοναδική ελπίδα για τον Σάντσεθ είναι το Podemos και το Sumar να συμφωνήσουν γρήγορα και να ξαναφέρουν στην κάλπη τους ψηφοφόρους που έχασαν τα τελευταία χρόνια. Η αποστολή είναι πολύ δύσκολη, αλλά όχι ανέφικτη. Στις 23 Ιουλίου θα έχουμε την απάντηση.
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς