Η συνέντευξη με τον Βασίλη Παπαδόπουλο, πρόεδρο του ΔΣ του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου συνέπεσε, δυστυχώς, με την τραγωδία του πολύνεκρου ναυαγίου στην Πύλου την Τετάρτη. Με φόντο τους τουλάχιστον 78 νεκρούς πρόσφυγες, μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, μιλάμε για το πρώτο στάδιο οριστικοποίησης του Συμφώνου, που όχι μόνο δεν πρόκειται να δώσει κάποια λύση στο νεκροταφείο της Μεσογείου, αλλά θα επιτείνει τις δυσκολίες όσων αναζητούν διεθνή προστασία.

 

 

Μετά από τόσα χρόνια διαπραγμάτευσης, έχουμε μια πρώτη κατάληξη για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου. Να πούμε αρχικά τι προβλέπει για τις διαδικασίες ασύλου και τι θα σημαίνουν αυτές οι αλλαγές;

Για το σύστημα ασύλου, το πιο σημαντικό που αλλάζει –και δεν είναι ευνοϊκή εξέλιξη τόσο για τους αιτούντες, όσο και για τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως είναι η Ελλάδα– είναι η κατ’ ουσίαν καθιέρωση μιας διαδικασίας συνόρων, κατά απομίμηση των διαδικασιών που εφαρμόζονται στα ελληνικά νησιά από τη Συμφωνία Ελλάδας-Τουρκίας και μετά. Πλέον αυτή η διαδικασία ορίζεται ως υποχρεωτική για προερχόμενους από χώρες με χαμηλά ποσοστά αναγνωρισιμότητας ασύλου, αλλά και γενικά για όλους τους αιτούντες άσυλο στην Ευρώπη. Στο Σύμφωνο υπάρχει, ακόμα, μια υπερβολική περιπτωσιολογία, που καταντά βυζαντινολογία, καθιστώντας πολύ δύσκολη την εφαρμογή του μηχανισμού. Προβλέπει παρατάσεις προθεσμιών καταγραφής και παραμονής στη διαδικασία συνόρων, που είναι ένα από τα πιο προβληματικά σημεία, καθώς από 4 εβδομάδες, η παραμονή στη διαδικασία συνόρων μπορεί να φθάσει και τις 16. Αυτό σημαίνει ότι κατά αυτό το διάστημα, οι άνθρωποι θα παραμένουν σε κράτηση ή σε μια παρεμφερή κατάσταση, όπως συμβαίνει με τα ελληνικά νησιά ή την Λαμπεντούζα. Για την ακρίβεια, το Σύμφωνο εισάγει την έννοια του πλάσματος μη εισόδου (fiction of non-entry), που σημαίνει ότι κατά το διάστημα αυτό δεν έχουν γίνει ακόμη δεκτοί στην επικράτεια. Η έννοια αυτή πέρα από τα προβλήματα που δημιουργεί στη διαδικασία, θα λειτουργήσει και ως ηθικό προκάλυμμα για τις πραγματικές αρνήσεις εισόδου, τις αποτροπές όπως τις ονομάζουν οι ελληνικές υπηρεσίες, τις επαναπροωθήσεις όπως αποτελούν στην πραγματικότητα.

 

Το Σύμφωνο προβλέπει επίσης τη μεταφορά των αιτούντων σε τρίτες, λεγόμενες ασφαλείς, χώρες. Τι συνεπάγεται αυτό για τους πρόσφυγες; Πρόκειται για καθιέρωση της πολιτικής της Ευρώπης να πληρώνει χώρες για να κάνουν τους δεσμοφύλακές της, θα το δεχτούν αυτές;

Αυτό αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές εξελίξεις του Συμφώνου, ιδιαίτερα δυσμενής και για τους πρόσφυγες και για τις χώρες πρώτης εισόδου. Η εφαρμογή της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας» προτείνεται κατ’ ουσίαν ως έννοια που θα πρέπει να εφαρμόζεται από όλες τις χώρες πρώτης εισόδου, όπως πράττει ήδη η Ελλάδα μετά την καθιέρωση της Τουρκίας ως τέτοιας, για τις περισσότερες κατηγορίες αιτούντων άσυλο. Για το σημείο αυτό επέμενε ιδιαίτερα η Ιταλία, έχοντας κατά νου πως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτσι η Τυνησία, προκειμένου να μπορεί να στέλνει εκεί αιτούντες. Να σημειωθεί, βέβαια, ότι η συζήτηση για το Σύμφωνο στο Συμβούλιο έκλεισε με μια πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παροχή βοήθειας στην Τυνησία, περίπου 1 και κάτι δισ. ευρώ, κατά τα πρότυπα της Συμφωνίας Ελλάδας-Τουρκίας, που έχει καταδείξει βέβαια ότι δεν ωφελεί σε κάτι, παρά μόνο λειτουργεί συμβολικά. Να την επικαλούνται, δηλαδή, για να συνεχίζουν τις επαναπροωθήσεις. Γενικά αυτές οι διαδικασίες συνόρων, όσο και η έννοια των ασφαλών τρίτων χωρών λειτουργούν ως άλλοθι σε παρεκκλίσεις από τις διαδικασίες ασύλου και συνολικά από το Δίκαιο Προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

 

Από την άλλη, το Σύμφωνο κατοχυρώνει την «ευέλικτη αλληλεγγύη», μέσω του μηχανισμού μετεγκαταστάσεων. Κατά πόσο, όμως, πρόκειται για αλληλεγγύη όταν οι χώρες μπορούν να «ξεφύγουν» από αυτήν, απλά πληρώνοντας; Αλλάζει τελικά σε τίποτα η λογική του Δουβλίνου;

Παραμένει το σύστημα του Δουβλίνου, που δημιουργεί τα προβλήματα διαχείρισης των αιτημάτων ασύλου στην ΕΕ, με ελάχιστες παραλλαγές. Μία τέτοια είναι η εισαγωγή του μηχανισμού αλληλεγγύης, που έχει, όμως, πολλές εξαιρέσεις και δεν αλλάζει τη λογική του Δουβλίνου, δηλαδή ότι οι πρόσφυγες θα μένουν στις χώρες πρώτης εισόδου. Καταρχήν ο μηχανισμός αυτός είναι από τα λίγα θετικά στοιχεία του Συμφώνου, αλλά είναι πολύ λίγος και εξαρτάται από τη διάθεση και τη βούληση των χωρών της ΕΕ. Ως ανώτατο όριο έχει τις 30.000 μετεγκαταστάσεις στην ΕΕ. Να σημειωθεί ότι η Ουγγαρία και η Πολωνία ψήφισαν αρνητικά για τη σύναψη του Συμφώνου, ενώ πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης απείχαν από την ψηφοφορία, λόγω ακριβώς αυτού του μηχανισμού. Παρόλ’ αυτά, οποιαδήποτε χώρα μπορεί να απέχει απ’ αυτόν, πληρώνοντας σε ένα κοινό ευρωπαϊκό ταμείο 20.000 ευρώ ανά πρόσωπο που της αναλογεί και δεν δέχεται για μετεγκατάσταση. Αξίζει να επισημάνουμε εδώ τη διαφορά αντιμετώπισης των προσφύγων από την Ουκρανία, που η ΕΕ τους διαχειρίστηκε με πολύ ομαλό τρόπο, σύντομες διαδικασίες παροχής προστασίας, ελεύθερη μετακίνηση εντός της, χωρίς να δημιουργηθεί κανένας κλυδωνισμός, παρά τους μεγάλους αριθμούς. Μιλάμε για αρκετά εκατομμύρια που πήραν καθεστώς προστασίας στην ΕΕ, ενώ με το Σύμφωνο προβλέπονται περίπλοκες διαδικασίες για πολύ μικρότερους αριθμούς αιτούντων άσυλο, με κύριο στόχο να λειτουργήσουν αποτρεπτικά.

 

Οι οποίοι, βέβαια, δεν θα αποτρέψουν όντως κανένα άνθρωπο που προσπαθεί να ξεφύγει από τον πόλεμο και τις διώξεις στη χώρα του και θέλει απλά να ζήσει. Το είδαμε για ακόμα μια φορά αυτό τώρα, με το πολύνεκρο ναυάγιο στην Πύλο. Έγινε ποτέ συζήτηση στα πλαίσια του Συμφώνου για δημιουργία ασφαλών και νόμιμων διόδων για τους πρόσφυγες ή έχει χαθεί εντελώς κάθε τέτοιο αίτημα;

Υπήρξαν κάποιες περιπτωσιολογικές ρυθμίσεις για τους μηχανισμούς αλληλεγγύης στο πλαίσιο επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης. Με την πρόταση του Συμβουλίου τώρα, όμως, και αυτές φεύγουν από το τραπέζι. Το ίδιο το Σύμφωνο δεν περιέχει κάποια δυνατότητα δημιουργίας ασφαλών δρόμων για παροχή ασύλου στην Ευρώπη, πέρα από κάποια ευχολόγια για μετανάστευση υψηλής ειδίκευσης μόνο. Αντίθετα αυτό που βλέπουμε, είναι οι συνήθεις εκκλήσεις της Ευρώπης προς τις χώρες διέλευσης της Αφρικής και της Ασίας για σύναψη ειδικών συμφωνιών επανεισδοχής, το οποίο μάλιστα λειτουργεί ως όρος για την παροχή οποιασδήποτε βοήθειας από την Ευρώπη.

 

Πώς θα εξελιχθεί τώρα η διαδικασία για την κύρωση του Συμφώνου, υπάρχει δυνατότητα αλλαγών;

Θα υπάρξει μια διαδικασία διαπραγματεύσεων μεταξύ του Συμβουλίου, του Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να καταλήξουν στην οριστικοποίηση του Συμφώνου, με προοπτική ολοκλήρωσης μέχρι τις επόμενες ευρωεκλογές. Μόνο μικρές αλλαγές αναμένονται, είτε ως προς τις ελάχιστα καλύτερες προτάσεις του Κοινοβουλίου, είτε προς αυτές του Συμβουλίου.

 

Τελικά, ποιο είναι το συμπέρασμά σας για το Σύμφωνο; Θα βοηθήσει καθόλου να μην υπάρχουν χώρες-αποθήκες ψυχών ή έρχεται να εδραιώσει την Ευρώπη-φρούριο;

Η σύναψη του Συμφώνου δεν θα αλλάξει τίποτα όσον αφορά στη διαχείριση των αιτούντων άσυλο, θα συνεχίσουν να υπάρχουν τα ίδια προβλήματα, ούτε οι δευτερογενείς μετακινήσεις θα επιλυθούν, που ήταν ο στόχος των βόρειων χωρών της ΕΕ, ούτε θα ελαφρύνει το βάρος των χωρών πρώτης εισόδου. Συνολικά, το μόνο που μπορεί να προκαλέσει, είναι να λειτουργήσει σαν άλλοθι για μια ακόμα χειρότερη αντιμετώπιση των αιτούντων άσυλο στο σύνολο πλέον της ΕΕ.

 

Η τραγωδία στην Πύλο θα μπορούσε να αποτραπεί

Εκατοντάδες αναμένεται να είναι οι νεκροί πρόσφυγες από το ναυάγιο της Τετάρτης ανοιχτά της Πύλου, που κλόνισε όχι όλους, δυστυχώς, αν κρίνουμε από τα σχόλια που αφήνουν αρκετοί κάτω από την είδηση για το τριήμερο εθνικό πένθος, αλλά τουλάχιστον όσους και όσες έχουν ακόμα λίγη ανθρωπιά μέσα τους.

Το ζήτημα, όμως, είναι πως αυτή η τραγωδία θα μπορούσε να είχε αποτραπεί. Πρώτον, με το να δημιουργούσαν τα κράτη ασφαλείς και νόμιμες διόδους για τους αιτούντες άσυλο, προκειμένου να μην διακινδυνεύουν τη ζωή τους μπαίνοντας μέσα στα σαπιοκάραβα για να σωθούν. Το αίτημα αυτό, όμως, έχει εξαφανιστεί τα τελευταία χρόνια από τη δημόσια ατζέντα (ούτε στα προεκλογικά προγράμματα, άλλωστε, κανενός από τα διατελέσαντα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν το συναντάμε), με πλήρη μετατόπιση της συζήτησης στην ανύψωση φράχτεων και σε αντιπροσφυγικές πολιτικές εν γένει.

Δεύτερον, όμως, που αφορά ειδικά αυτό το ναυάγιο, είναι ότι το ελληνικό λιμενικό γνώριζε ότι το καράβι είχε στείλει σήμα κινδύνου στην Alarm Phone που το ειδοποίησε, αλλά δεν τους διέσωσε και τους άφησε στην τύχη τους, γιατί όπως ισχυρίζεται το ίδιο, το στοιβαγμένο καράβι ήταν αξιόπλοο και επειδή τους ρώτησε, αλλά δεν ήθελαν βοήθεια!

«Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Distress δεν είναι μόνο όταν η βάρκα βουλιάζει. Σύμφωνα με τα διεθνή στάνταρ της ναυτιλίας, distress είναι όταν έχουμε λέμβους μη αξιόπλοες, φορτωμένες πολύ πάνω από το όριο, όταν κανείς δεν φοράει σωσίβια, όταν δεν υπάρχουν σωστικά μέσα κτλ. (…) άρα το λιμενικό είναι υποχρεωμένο να κάνει διάσωση ανεξάρτητα από τη βούληση των επιβαινόντων. (…) Οι άνθρωποι δεν αρνούνται τη διάσωση, αλλά την επαναπροώθηση. (…) Οι άνθρωποι φοβούνται το ελληνικό λιμενικό, αλλά αυτό δεν απαλλάσσει το λιμενικό από την ευθύνη που έχει να τους διασώσει», σημειώνει σε ανάρτησή του ο διασώστης Ιάσονας Αποστολόπουλος, ξεκαθαρίζοντας πως το ναυάγιο «δεν είναι ατύχημα, είναι δολοφονία!».

 

Πρόσφατα άρθρα ( Κοινωνία )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet