Βρισκόμαστε μία βδομάδα πριν ανοίξουν οι κάλπες για δεύτερη φορά. Ο στόχος της ΝΔ είναι η ισχυρή αυτοδυναμία, όπως λέει. Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ποιος είναι;
Η ανατροπή του δυσμενούς αποτελέσματος της πρώτης κάλπης. Πρέπει να αποτρέψουμε με κάθε τρόπο μια ανεξέλεγκτη κυβέρνηση Μητσοτάκη χωρίς ισχυρό αντίπαλο. Χωρίς δηλαδή ένα αξιόπιστο πόλο εξουσίας με σαφές αντινεοφιλελεύθερο πρόσημο, ο οποίος θα μπορεί με ιδεολογικούς και προγραμματικούς όρους να αντιπαρατεθεί με μια σκληρή, κοινωνικά άδικη και αλαζονική κυβέρνηση της Δεξιάς. Στόχος μας είναι να είμαστε ταυτόχρονα και «ανάχωμα» και εναλλακτική πολιτική διέξοδος.
Είναι ιδεολογική η νίκη της ΝΔ ή απάντησε σε κάποιες κοινωνικές ανάγκες, τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Πρώτον, απάντησε στο κρίσιμο ερώτημα της κυβερνησιμότητας, στο οποίο εμείς δεν μπορέσαμε να απαντήσουμε πειστικά. Ο κόσμος σήμερα βιώνει πολυεπίπεδη ανασφάλεια (για την εργασία, το εισόδημα, την περίθαλψη, το μέλλον των παιδιών του κλπ) και προφανώς δεν ήθελε να προστεθεί μια ακόμα πηγή ανασφάλειας, υποτίθεται λόγω ενδεχόμενης κυβερνητικής αστάθειας. Δεύτερον, κατάφερε να πείσει ότι οι πολλαπλές κρίσεις ήταν μια μεγάλη δοκιμασία για όλες τις χώρες και η ελληνική κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε. Τρίτον, αξιοποίησε με τον πιο μεθοδικό και πελατειακό τρόπο την τεράστια δημοσιονομική επέκταση των 60 δισ. ευρώ. Τέταρτον, η ΝΔ κατάφερε να ηγεμονεύσει ιδεολογικά σε κρίσιμα πεδία όπως πχ της φορολογίας και της μετανάστευσης, παρότι το νεοφιλελεύθερο αφήγημα ότι «η αγορά δίνει τις λύσεις», υπέστη μια σοβαρή ρωγμή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η αντιπαράθεση αυτή τη φορά προσπαθείτε να είναι προγραμματική. Βλέπετε να πλησιάζει ο κόσμος με ενδιαφέρον να ακούσει την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ;
Είναι θετική εξέλιξη η μετατόπιση της δημόσιας συζήτησης από τα σενάρια για το σχηματισμό κυβέρνησης στα διλήμματα για την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθεί η χώρα. Για τις κρίσιμες προτεραιότητες του ελέγχου των τιμών, της ενίσχυσης του εισοδήματος, της ρύθμισης του ιδιωτικού χρέους και της στήριξης του κοινωνικού κράτους. Το αφήγημα αυτό έχει μεγάλο κοινωνικό ακροατήριο και συνεχώς αυξάνεται το ενδιαφέρον για το δικό μας πολιτικό σχέδιο. Το ερώτημα είναι αυτή η ατζέντα θα αποτελέσει κριτήριο ψήφου;
Επειδή είναι πιθανό να μην φτάσει ο χρόνος, φτιάχνετε παράλληλα δεσμούς με τον κόσμο, που είναι ένα από τα βασικά ελλείμματα του ΣΥΡΙΖΑ;
Η έμφαση στα θέματα που αφορούν την καθημερινότητα των ανθρώπων και στην ανάγκη δραστικής αντιμετώπισης των πολλαπλών ανισοτήτων, δημιουργεί τις προϋποθέσεις μιας σταθερής κοινωνικής αναφοράς και συμμαχίας, η οποία μας έλειπε.
Γιατί γίνεται τώρα η επικέντρωση στο πρόγραμμα; Γιατί δεν παρουσιάστηκε με άνεση χρόνου; Οι εκλογές δεν ήταν έκτακτες, έγιναν στο τέλος του εκλογικού κύκλου.
Το θέμα δεν είναι ότι δεν παρουσιάσαμε το πρόγραμμα μας έγκαιρα, αλλά ότι δεν πήραμε σοβαρές πρωτοβουλίες σε μη προεκλογικό χρόνο, που να δημιουργούν βάσιμα τη δυνατότητα προοδευτικών προγραμματικών συγκλίσεων. Αυτό θα ενίσχυε και την επιρροή της στρατηγικής της απλής αναλογικής και θα αποφεύγαμε να εγκλωβιστούμε σε ένα αφήγημά που έμοιαζε εκτός τόπου και χρόνου. Θα μπορούσαμε σε κρίσιμα μέτωπα (ακρίβεια, εργασιακά, ΕΣΥ, ρεύμα, νερό, κράτος δικαίου) να είχαμε πάρει πρωτοβουλίες προγραμματικού διαλόγου και αναζήτησης κοινά αποδεκτών λύσεων.
Τα αποτελέσματα των εκλογών έχουν ερμηνευθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ επαρκώς;
Δεν είχαμε την πολυτέλεια ούτε το χρόνο να κάνουμε μια βαθύτερη ανάλυση για τα αίτια αυτής της επώδυνης ήττας. Απόλυτη προτεραιότητα ήταν η τόνωση ηθικού των αριστερών και προοδευτικών ανθρώπων και η συστράτευση όλων των δυνάμεων μας για να αντιστρέψουμε το κλίμα και να ανακάμψουμε εκλογικά.
Μετά τις εκλογές πώς πρέπει να οργανωθεί η εσωκομματική συζήτηση, ώστε ο απολογισμός και ο ανασχεδιασμός να είναι παραγωγικός;
Είναι βέβαιο ότι θα γίνει συλλογική αποτίμηση, ότι θα υπάρξει αναστοχασμός και ότι θα αναζητηθούν διορθωτικές κινήσεις. Είναι ανάγκη να τα δούμε όλα πάλι από την αρχή και να ερμηνεύσουμε το πώς η χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης κατάφερε να μην έχει πολιτική φθορά και, κυρίως, το γιατί εμείς δεν πείσαμε για την αξιοπιστία των θέσεων μας και για τη χρησιμότητα της κυβερνώσας αριστεράς.
Δεν ηττήθηκε μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΜέΡΑ25, που προέρχεται από την ίδια μήτρα, από τις ιδέες και τις αξίες της ριζοσπαστικής αριστεράς. Το γεγονός αυτό στέλνει ένα μήνυμα απόρριψης των ιδεών αυτών;
Δεν συμφωνώ. Μπορεί κάποιος κόσμος να θεωρεί ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά είναι ξεπερασμένη αλλά δεν πιστεύω ότι έχουν ηττηθεί στρατηγικά οι ιδέες και οι αξίες της Αριστεράς. Και αυτό, θα έλεγα, είναι το πιο σημαντικό μας κεκτημένο. Μάλιστα, οι επάλληλες κρίσεις κάνουν τις ιδέες της αλληλεγγύης, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αναδιανομής του πλούτου, ακόμα πιο επίκαιρες. Το θέμα είναι πώς θα μετουσιωθούν σε συγκεκριμένο και εφαρμόσιμο πολιτικό σχέδιο και πώς θα πείσουμε ότι έχουμε τη δυνατότητα να το υλοποιήσουμε. Νομίζω ότι θέλει πολύ βαθιά ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ανασυγκρότηση, για να μπορέσουμε να απαντήσουμε στα σκληρά μέτωπα που θα ανοίξει μια ενδεχόμενη νέα διακυβέρνηση Μητσοτάκη.
Επαναλαμβάνεται συχνά η θεωρία της χαμένης ψήφου, δηλαδή αν δεν ψηφιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά ψηφιστούν άλλα κόμματα, ενισχύεται η παντοδυναμία της ΝΔ. Δεν αντιβαίνει στον πλουραλισμό της Αριστεράς, αλλά και δεν διαλύει το στόχο των συγκλίσεων, μεταξύ όμορων χώρων;
Αυτό κρίθηκε στην προηγούμενη φάση. Φέραμε ένα δίκαιο εκλογικό σύστημα που ενίσχυε την κουλτούρα των συνεργασιών και υπερέβαινε τη λογική της χαμένης ψήφου. Ενώ υπήρξε πολιτικός πλουραλισμός και κατακερματισμός της αντικυβερνητικής ψήφου, με ευθύνη των υπόλοιπων αντιδεξιών, προοδευτικών, αριστερών δυνάμεων δεν πείστηκε η κοινωνία για την προοπτική μιας συνεργατικής κυβέρνησης προοδευτικού προσανατολισμού. Τώρα είμαστε σε άλλη φάση. Αντικειμενικά δημιουργούνται συνθήκες διπολισμού και εμείς επιδιώκουμε να προκύψει ένας διακριτός και αντιπαραθετικός στη ΝΔ πόλος, μέσω της σοβαρής ενίσχυσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Εφόσον προκύψει κυβέρνηση ΝΔ, αυτή θα είναι σαρωτική. Πώς θα φτιαχτούν αναχώματα; Στην προηγούμενη κυβέρνηση φτιάχτηκαν εστίες αντίστασης αλλά δεν προέκυψαν ισχυρά κινήματα, εξαιτίας και της πανδημίας. Τώρα;
Η στρατηγική μας στο πεδίο των συλλογικών αντιστάσεων και της κοινωνικής διαμαρτυρίας θέλει πολύ καλό σχεδιασμό και προετοιμασία. Δεν υπάρχουν εύκολες συνταγές. Πρέπει να αποκαταστήσουμε το έλλειμα επαφής μας με κρίσιμους κοινωνικούς χώρους. Δεν έγινε τα προηγούμενα χρόνια, παρά τις προσπάθειες για άνοιγμα και διεύρυνση. Πρέπει να δώσουμε το μήνυμα ότι μας ενδιαφέρει το «από τα κάτω», ότι αυτό είναι κρίσιμο σε μια περίοδο που ηγεμονεύει η Δεξιά, αλλά μας ενδιαφέρει και το «από τα πάνω», η δυνατότητα δηλαδή εφαρμογής σε κυβερνητικό επίπεδο πολιτικών κοινωνικής ανακούφισης και προστασίας.
Η ΝΔ έθεσε το ΕΣΥ ως πρώτη της προτεραιότητα. Τι να περιμένουμε, όταν στην πανδημία κατάφερε να αποτύχει σε όλα τα επίπεδα;
Με αυτή την εξαγγελία της, ουσιαστικά αποδέχεται ότι δεν ήταν προτεραιότητα το ΕΣΥ στην πανδημία και στην υγειονομική κρίση. Τώρα που επιδεινώνεται δραματικά η κατάσταση στην υγεία, η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος αποτελεί υψηλή προτεραιότητα για τους πολίτες και γι’ αυτό η ΝΔ σπεύδει να μιλήσει υποκριτικά για το ΕΣΥ. Το πραγματικό της σχέδιο το ξέρουμε, δεν περιμέναμε τον κ. Πνευματικό να μας το αποκαλύψει. Είναι η απαξίωση και ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ, ξεκινώντας από το ιδιωτικο-οικονομικό μάνατζμεντ στα δημόσια νοσοκομεία. Αυτό οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε περικοπές θεραπειών που θα κριθούν «μη συμφέρουσες» θεραπείες, σε κατάργηση ή συγχώνευση μη «αποδοτικών» δομών, σε διαφοροποιημένες παροχές πολλαπλών ταχυτήτων, όχι με επιστημονικά κριτήρια αλλά με κριτήρια οικονομικής αποτελεσματικότητας. Ο νεοφιλελευθερισμός στην Υγεία εμπεριέχει τη λογική του «υγειονομικού δαρβινισμού». Η Ιατρική της Ακριβείας και οι γονιδιακές θεραπείες, οι σύγχρονες διαγνωστικές και θεραπευτικές εξελίξεις, είναι πολύ ακριβή υπόθεση. Ή θα αλλάξουμε επομένως το παγκόσμιο μοντέλο έρευνας, παραγωγής νέας γνώσης, προστασίας της πατέντας, δίκαιων τιμών στα νέα φάρμακα και τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα μέσα από υπερεθνικού τύπου ρυθμίσεις , έτσι ώστε να έχουμε βιώσιμα και ισχυρά δημόσια συστήματα υγείας ή θα πάμε σε ακραίες ανισότητες υγειονομικού χαρακτήρα, οι οποίες φάνηκαν ήδη στην πανδημία. Για να το καταφέρουμε αυτό, απαιτείται στρατηγική άρσης των ανισοτήτων, δηλαδή αριστερή και προοδευτική στρατηγική, τόσο στη χώρα μας όσο και στην Ευρώπη. Δεν μπορούμε να περιμένουμε βελτίωση του ΕΣΥ στην Ελλάδα χωρίς σύγκλιση με το μέσο όρο της Ευρώπης στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7,5% του ΑΕΠ).
Από τους πρώτους στόχους της ΝΔ είναι τα νοσοκομεία να μετατραπούν σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Και πάλι στην υπηρεσία της δημόσιας υγείας θα είναι, όπως λένε. Είναι έτσι;
Αυτή είναι η γραμμή «άλλο δημόσιο, άλλο κρατικό». Η αλήθεια όμως είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει το «γονίδιο του κέρδους», δηλαδή της προκλητής ζήτησης, της σπατάλης υπηρεσιών και της μετακύλισης του επιπλέον κόστους στην τσέπη του ασθενή. Και σήμερα που η ΝΔ έχει καταργήσει όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, το βιώνουν πολύ πιο έντονα οι πολίτες. Ο επιχειρηματικά οργανωμένος ιδιωτικός τομέας, ακόμα και όταν συμβάλλεται με τον ΕΟΠΥΥ, δημιουργεί πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις στους ασθενείς, οι οποίες οδηγούν σε ανισότητες και αποκλεισμούς. Μόνο οι δημόσιες –οι κρατικές– δομές εξασφαλίζουν καθολική και ισότιμη κάλυψη υγείας. Το στοίχημα όμως είναι να γίνουν πιο ποιοτικές και αποτελεσματικές. Να διασφαλίζουν ισότητα όχι μόνο στην πρόσβαση, αλλά και στο αποτέλεσμα της φροντίδας.
Ποια είναι επομένως η δική σας φιλοσοφία για την Υγεία, η οποία υπερβαίνει τη ποσοτική σύγκριση στα μέτρα που προτείνει το κάθε κόμμα;
Οι διαφορές μας με τη ΝΔ δεν είναι ποσοτικές. Έχουμε άλλη φιλοσοφία, με πρόταγμα την ισότητα στην υγεία μέσα από την ενδυνάμωση του ΕΣΥ. Εμείς θεωρούμε ότι δεν υπάρχουν «κεντρώες» λύσεις στην Υγεία, ούτε «υβριδικά» μοντέλα (πχ ΣΔΙΤ) που απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες. Η διαχωριστική γραμμή είναι η γενναία επένδυση στο δημόσιο σύστημα υγείας και η άρση των ανισοτήτων. Με νέο πλαίσιο αμοιβών, συνθηκών εργασίας, εκπαίδευσης και επιστημονικής εξέλιξης των επαγγελματιών υγείας, έτσι ώστε να ανακοπεί η τάση παραίτησης και φυγής ιατρικού δυναμικού και ο δραστικός περιορισμός του brain drain. Και με «θετική διάκριση» υπέρ των οικονομικά αδύναμων, των ευπαθών ομάδων, των ευάλωτων πληθυσμών και όσων ζουν σε απομακρυσμένες-νησιωτικές περιοχές (βλ. υγειονομικό ισοδύναμο).