Θα ήταν τρομερά επιπόλαιο και εξαιρετικά άστοχο να αποδώσουμε την επίθεση κατά του ΣΥΡΙΖΑ και των μουσουλμάνων υποψηφίων βουλευτών του στη Ροδόπη στην πρόθεση της ΝΔ να αποκομίσει μόνο κάποια επιπλέον εκλογικά οφέλη στις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Δεν πρόκειται για εκλογικό τακτικισμό. Είναι κίνηση στρατηγικής σημασίας. Εντάσσεται γενικότερα στη στρατηγική της αποδόμησης της μεταπολίτευσης του 1974 και ειδικότερα στη διαδικασία μετάπτωσης από τη σύγκρουση με τον πολιτικό αντίπαλο στη δημιουργία του πολιτικού εχθρού.
Τέλος εποχής
Για να γίνει κατανοητό τι εννοούμε, θα περιγράψουμε με συντομία τι έπραξε η ΝΔ υπό την ηγεσία του ιδρυτή της τους πρώτους μήνες της μεταπολίτευσης. Κατάργησε τη νομοθεσία που έθετε εκτός πολιτικού πλαισίου τη δράση των κομμουνιστών (αλλά έπαιρνε μπάλα και οποιονδήποτε άλλο), βασικός πυλώνας της οποίας υπήρξαν οι διατάξεις περί κατασκοπίας, το νομικό υπόβαθρο, δηλαδή, που επέτρεπε τη μετατροπή του πολιτικού αντίπαλου σε εχθρό, και μάλιστα του έθνους. Οι πολιτικοί αντίπαλοι και του καθεστώτος ακόμα, αλλά και όσοι απέρριπταν το «ανήκομεν εις την Δύσιν», όσοι απέρριπταν την ευρωπαϊκή προοπτική, επίσημα τουλάχιστον, δεν θεωρήθηκαν, δεν υποδείχθηκαν ως εχθροί των εθνικών συμφερόντων, εξοβελιστέοι και αποδιοπομπαίοι, αν και πολεμήθηκαν σκληρά.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα υπό την ηγεσία Μητσοτάκη, μας αναπέμπει στη μετεμφυλιακή εποχή. Ο επικίνδυνος για την παντοδυναμία της αυτοδυναμίας του πολιτικός αντίπαλος στιγματίζεται ως εθνικώς ύποπτος, ως επικίνδυνος για τα εθνικά συμφέροντα, που δέχεται να παίξει παιχνίδια με τον χειρότερο εχθρό της πατρίδας, τον οποίο αναγκαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε οικοδομώντας ακόμα και τείχη στα σύνορά μας. Η θέση του είναι εκτός, στη γωνία. Αυτό είναι που δένει τόσο στέρεα τον «ευρωπαϊστή μεταρρυθμιστή» με τους ενσωματωμένους ακροδεξιούς στη ΝΔ.
Η σιωπή των «μένουμε Ευρώπη»
Αν αυτά σας φαίνονται παλαιοντολογίες, θα σας θυμίσουμε ότι η ίδια ακριβώς τακτική ακολουθήθηκε από τη νέα ΝΔ τις ημέρες της χρεοκοπικής κρίσης, όταν οικοδομούσε τη συμμαχία των «μένουμε Ευρώπη», για να υπερασπιστεί το πεπρωμένο του έθνους από τους λαϊκιστές της Αριστεράς που το απειλούσαν, μόνο και μόνο επειδή αρνούνταν την πολιτική της λιτότητας. Η λογική της δαιμονοποίησης του αντιπάλου, ώστε να αποβάλλεται εκτός παιδιάς και στη μία και στην άλλη περίπτωση ήταν κοινή και καθόλου παλαιοντολογική και παρωχημένη. Είναι, άλλωστε, συνέχεια και αρνητική εξέλιξη της εθνοκαπηλείας γύρω από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Γεγονός που αποδεικνύεται αυτή τη στιγμή, αφενός, από τη νεκρική σιωπή των υπερασπιστών του ευρωπαϊκού πνεύματος ακροκεντρώων και κεντρώων μπροστά στην ανατριχιαστική αναβίωση του πνεύματος της εθνικοφροσύνης. Όσοι έχουν διαφορετική γνώμη, όσοι προτείνουν διαφορετική πολιτική, δεν είναι απλά επικίνδυνοι επειδή απειλούν την πολιτική επικράτηση των αντιπάλων τους, είναι επικίνδυνοι για το έθνος (ακροδεξιά εκδοχή), έστω για τη χώρα (ακροκεντρώα εκδοχή). Αφετέρου, από την απαράδεκτα ουδέτερη στάση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που βλέπει στη Ροδόπη μια αδιάφορη τάχα για το ίδιο διαμάχη μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για μερικές ψήφους. Και δεν τολμάει να θέσει ούτε καν τις ενστάσεις που θέτει ο Ευ. Βενιζέλος για τη στάση της ΝΔ, ούτε πολύ περισσότερο ερωτήματα αποκαλυπτικά της γενικής υποκρισίας, όπως το ακόλουθο: «Έχουμε αναρωτηθεί γιατί το ελληνικό κράτος εδώ και πολλές δεκαετίες μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης δέχτηκε να λειτουργεί ένα τουρκικό προξενείο στην Κομοτηνή;» (ΕΡΤ «Στο κέντρο», 13-6-2023).
Προφανώς υπάρχουν ορισμένοι που θεωρούν ότι μπορούν να αποφύγουν τις κακοτοπιές και τις καθαρές απαντήσεις εγκολπούμενοι στοιχεία της λογικής της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, προκειμένου να αποφύγουν τη σύγκρουση με ένα ρεύμα που δημιουργείται για να τους παρασύρει, γιατί κάτι τέτοιο μπορεί να τους κοστίσει εκλογικά στον βραχύ χρόνο. Στον μέσο και τον μακρό χρόνο έχουν σκεφτεί, άραγε, τι αβάντα είναι αυτή για τις ακροδεξιές αντιλήψεις και για την επικράτησή τους όχι μόνο στη Δεξιά, αλλά και στην πλειονότητα της κοινωνίας;
Βλάβη σε βάθος
Ψύλλοι στ’ άχυρα θα πείτε, όταν το μέγα θέμα είναι πώς θα αποκτήσει η ΝΔ αξιόπιστη και μη λαϊκιστική αξιωματική αντιπολίτευση στο πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ή πώς θα χτυπηθεί πιο πολύ τώρα που σκόνταψε ο ΣΥΡΙΖΑ, μια που υπήρξε η χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης κατά Κουτσούμπα, γεγονός που του επιτρέπει, με τα εύσημα της «σοβαρής» (και ακίνδυνη προς το παρόν) πολιτικής δύναμης, να πετάει τη μπάλα στην αντιπαράθεση συμφερόντων των αστικών τάξεων Τουρκίας και Ελλάδας και να ξεχνάει τι έχει τραβήξει η πλάτη της Αριστεράς, αλλά και του κοσμάκη, του εν Χριστώ ή εν Αλλάχ, από την καλλιέργεια του πνεύματος της εθνικοφροσύνης και την άσκηση της αντίστοιχης πρακτικής. Και να μην καταλαβαίνει τι ακόμα μπορεί να τραβήξουν εν έτει 2023.
Όμως και οι άμεσα θιγόμενοι δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν το βάθος της βλάβης. Αλλιώς θα αντιδρούσαν διαφορετικά και όχι μόνο θεσμικά και επικοινωνιακά. Θα έκαναν το παν για να κινητοποιηθούν δυνάμεις ευρύτερες, προσωπικότητες κύρους από τον χώρο των επιστημόνων, της διανόησης, των τεχνών, από το εσωτερικό και στο εξωτερικό σε μια κίνηση κατά της παλινόρθωσης της εθνικοφροσύνης υπό τη σκέπη του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού, που ενεργεί ως προπομπός της νέας ακροδεξιάς και της εθνικιστικής αναδίπλωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Κανείς δεν πρέπει να θεωρεί ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι συγκυριακό και περαστικό. Όποιος ξεχνάει τα λόγια του Βορίδη, ότι η πιθανότητα επιστροφής της Αριστεράς στην κυβέρνηση πρέπει να αποκλειστεί διά παντός, θα υποστεί τις συνέπειες της αδύνατης μνήμης.