Οι ώρες μέχρι τις κάλπες της Κυριακής είναι λίγες, δεν χωρούν πολλά λόγια. Ίσως μόνο κάποιες άξιες λόγου παρατηρήσεις, όπως ίσως αυτή που λέει ότι επί ένα μήνα στο δημόσιο λόγο, και όχι μόνο, κυριάρχησε –εύλογα– η συγκλονιστική διαφορά των 20,72 ποσοστιαίων μονάδων ανάμεσα στην Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στις κάλπες της 21ης Μαΐου, με αποτέλεσμα να απασχολήσει πολύ λιγότερο, έως ελάχιστα, μια άλλη, όχι λιγότερο σημαντική διαφορά, αυτή ανάμεσα στις εκλογικές επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2019 και σε εκείνες του περασμένου Μαΐου. Συγκεκριμένα, η απώλεια 596.557 ψήφων και 11,46 ποσοστιαίων μονάδων, από το 31,53% (1.781.057 ψήφοι και 86 έδρες) στο 20,07% (1.184.500 ψήφοι και 71 έδρες).
Ελάχιστα σχολιασμένο και αξιολογημένο πέρασε, εξάλλου, και το γεγονός ότι τα κέρδη της ΝΔ είναι της τάξεως του 0,94%, όση δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στο 40,79% (2.407.860 ψήφοι και 146 έδρες) τον Μάιο του 2023, με απλή αναλογική, και στο 39,85% (2.251.618 ψήφοι και 158 έδρες) τον Ιούλιο του 2019, με ενισχυμένη αναλογική. Η απόσταση ανάμεσα στο 0,94% της ανόδου της ΝΔ και το 11,46% την πτώσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι μια απόσταση που χρίζει ερμηνείας ως προς το ποιες –και προς τα πού— μετακινήσεις υποκρύπτουν. Όπως άλλωστε και η απόσταση ανάμεσα στις 596.557 ψήφους που απομακρύνθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και στις 256.242 ψήφους που προσελκύστηκαν από την ΝΔ, για τους ίδιους λόγους.
Μπορεί αυτά τα μεγέθη να είναι δείκτες του ορίου της πτώσης και του ορίου της ανόδου για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και την ΝΔ αντίστοιχα; Θα υπάρξουν και αυτή τη φορά μετακινήσεις που επιφυλάσσουν εκπλήξεις, δυσάρεστες ή ευχάριστες, αναλόγως; Την απάντηση θα δώσουν οι κάλπες σε μερικές ώρες από τώρα –λίγες ώρες, αλλά που μπορεί να αποδειχθούν αρκετές να κρίνουν αν η χώρα αφεθεί στη διαχειριστική ευχέρεια μιας ανεξέλεγκτης κυβέρνησης, χωρίς έναν υπολογίσιμο αντιπολιτευτικό πόλο απέναντί της, χωρίς μια αξιωματική αντιπολίτευση διατεθειμένη να συγκρουστεί πραγματικά. Το βάρος της ευθύνης πέφτει, χωρίς περιστροφές, στους δημοκρατικούς πολίτες που θέλουν να πιστεύουν ότι έχουν επίγνωση της ψήφου τους. Σε όλους εμάς –ατομικά και σαν σύνολο.
Το ψυχολογικό βάρος του 20,72% της διαφοράς είναι πολύ μεγάλο για να αγνοηθεί. Υπάρχει ωστόσο ένα κρίσιμο μέγεθος που, αν διατηρηθεί, αν ακόμη ξεπεραστεί έστω και ελάχιστα, θα αποδειχθεί λυτρωτικό. Δεν είναι άλλο από το 20,07% και τις 1.184.500 ψήφους των εκλογών του Μαΐου. Αν αυτή η παράμετρος έγινε κατορθωτό –χάρις και στις άοκνες προσπάθειες των μελών, των στελεχών και της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τον βραχύ, πιεστικό χρόνο που μεσολάβησε από τότε– αν, επαναλαμβάνουμε, έγινε κατορθωτό να κατανοηθεί αυτή η παράμετρος από τους εκλογείς, ώστε κάθε αριστερή, κάθε δημοκρατική συνείδηση να την χειριστεί υπεύθυνα, το σοκ από την απώλεια θα είναι διαχειρίσιμο.
Στις εκλογές της 6ης Μαΐου του 2012, όταν η μεταπολιτευτική Αριστερά, στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ, σημείωσε το πρωτοφανές 16,78%, μια διαφορά μόλις δύο ποσοστιαίων μονάδων από το 18,85% της ΝΔ, ξεκίνησε ένας θεμελιακά νέος κύκλος στον πολιτικό βίο της χώρας. Έντεκα χρόνια μετά, την Κυριακή 25 Ιουνίου 2023, ο κύκλος αυτός μοιάζει να ολοκληρώνεται. Εξαρτάται απόλυτα από την αποφασιστικότητα των μελών, των στελεχών και της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, από την προσήλωση και το σθένος των πολιτών που τον εμπιστεύονται, αν η δυνάμει κυβερνώσα ριζοσπαστική Αριστερά θα αποδειχθεί, ή όχι, παρένθεση, όπως το επιδιώκουν οι αντίπαλοί της, αν η Αριστερά θα αποκλειστεί, ή όχι, θεσμικά από τη διακυβέρνηση της χώρας στο διηνεκές, όπως συστηματικά και δηλωμένα μεθοδεύεται από την ακραία, αναθεωρητική και δυσανεκτική στη Δημοκρατία, Δεξιά, με την επικουρία του ακραίου Κέντρου.
Όλα είναι ανοιχτά μέχρι να κλείσουν οι κάλπες το βράδυ της Κυριακής. Στον πυκνό χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την ώρα εκείνη η ευθύνη μετακυλίεται στον κάθε ένα πολίτη, ατομικά και εξ ολοκλήρου. Το επιτάσσει η θεμελιώδης δημοκρατική αρχή του δικαιώματος στην καθολική ψήφο.
Παραφράζοντας μια ρήση που αποδίδεται στον Βίκτορα Ουγκό, σύμφωνα με την οποία «το δικαίωμα στην καθολική ψήφο κατάργησε καθολικώς το δικαίωμα στην εξέγερση», θα λέγαμε ότι, «το δικαίωμα στη μυστική ψήφο δεν εκχωρεί στον πολίτη το δικαίωμα να αποποιείται των ευθυνών για τις δικές του επιλογές, επιρρίπτοντάς τις στον ‘‘άλλον’’».
Η ψήφος είναι συνώνυμο της Δημοκρατίας για έναν θεμελιώδη, απαράβατο λόγο: επιμερίζει την ευθύνη των αποφάσεων. Μετά την απομάκρυνση από την κάλπη, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται –και ουδεμία ευθύνη μετατίθεται…