Η καταθλιπτική επικαιρότητα, με τους εκατοντάδες πρόσφυγες πνιγμένους στα ανοιχτά της Πύλου κα την αναβίωση της πολιτικής της εθνοκαπηλείας με αφορμή τα εκλογικά αποτελέσματα στη Ροδόπη, διαμόρφωσε ένα πεδίο αντιπαράθεσης στο οποίο συγκρούστηκαν δύο ριζικά αντίθετες αντιλήψεις. Από τη μία, η ξενοφοβική και απάνθρωπη στάση απέναντι στον «Άλλο», για τον οποίο επιφυλάσσεται η διάκριση και η απώθηση τη στιγμή που ζητάει αλληλεγγύη και δικαιοσύνη. Από την άλλη, η ανθρωπιστική και υπαγορευμένη από ένα διεθνές κεκτημένο δημοκρατικών λαϊκών αγώνων στάση αλληλεγγύης και απόρριψης των διακρίσεων.
Σ’ αυτό το πεδίο τοποθετήθηκαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις με πράξεις ή παραλείψεις. Οι δυνάμεις της Αριστεράς βρέθηκαν γενικά από τη σωστή πλευρά. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, με ιδιαίτερη συμβολή της νεολαίας του, σήκωσε με επάρκεια το βάρος που του αναλογούσε από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πράγμα που, σε τέτοιες ανατρεπτικές των δεδομένων συνθήκες, ούτε αυτονόητο ούτε δεδομένο πρέπει να θεωρούμε, παρότι είναι ταυτοτικό για κάθε δύναμη της Αριστεράς. Η απειλή του πολιτικού κόστους έχει συχνά οδηγήσει σε ολισθηρότατες υποχωρήσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εξελέξατο, απλώς την αγαθήν μερίδα, ηγήθηκε αυτού του αγώνα, παρά τις ανηλεείς επιθέσεις που δέχθηκε και συνεχίζει να δέχεται, οι οποίες αποκλείεται να μην του κοστίσουν. Και το έκανε όχι μόνο με δηλώσεις από άμβωνος, αλλά και επί του πεδίου, με ενσώματη παρουσία. Όπως είχε κάνει ο κόσμος του και το 2015, συμβάλλοντας σε ένα πρωτόγνωρο κίνημα αλληλεγγύης.
Η μοίρα των αντιφάσεων είναι η άρση τους
Δεν κάνουμε αυτές τις διαπιστώσεις για να επαναπαυθούμε ανίδεοι για τις αντιφάσεις της πορείας του και τους δισταγμούς της ηγεσίας του και χορτάτοι από ικανοποίηση. Τις κάνουμε γιατί τις θεωρούμε στοιχεία που, αφενός, δεν πρέπει με τίποτα να υποτιμηθούν, αφετέρου, πρέπει να αποτελέσουν, μεταξύ άλλων, βάση για την επιχείρηση ανασυγκρότησης των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και διαλόγου και κοινής δράσης με τις δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς στη νέα περίοδο που εισερχόμαστε, η οποία προδιαγράφεται πολύ δυσκολότερη για το λαϊκό κίνημα. Γιατί, αν υπάρχει κάποιος που δεν το κατάλαβε, στις 21 Μαΐου δεν ηττήθηκε μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ. Ηττήθηκαν ακόμα και όσοι τσίμπησαν τα ποσοστά τους, τόσο που να αυταπατώνται ότι νίκησαν. Πολύ περισσότερο όσοι δεν επαλήθευσαν τις θεμιτές προσδοκίες τους.
Αν, όμως, έτσι έχουν τα πράγματα για την έτσι κι αλλιώς ισχυρότερη δύναμη της Αριστεράς στον τόπο μας, τότε η ευθύνη της είναι πολύ μεγαλύτερη όχι μόνο για τη βελτίωση των εκλογικών συσχετισμών, αλλά για το μέλλον και τον προσανατολισμό της Αριστεράς στο σύνολό της.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή που οι ίδιες οι πολιτικές επιλογές της την τοποθετούν σ’ αυτή τη θέση ευθύνης, η επαναλαμβανόμενη ρητορική που παραπέμπει σε λογικές της «χαμένης ψήφου», δεν την απομακρύνει απλώς από μια αντίστοιχη προοπτική, την τοποθετεί στην αντιδιαμετρικά αντίθετη θέση. Και το σημαντικότερο στην περίπτωση αυτή δεν είναι ότι πιθανότατα θα βλάψει ακόμα και εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή η τακτική επινόηση. Είναι κάτι πολύ βαθύτερο: αφήνει έκθετο και υπονομεύει τον στρατηγικό στόχο της συγκρότησης του συνασπισμού πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που αποτελεί υπόβαθρο οποιουδήποτε σχεδίου σχηματισμού προοδευτικών κυβερνήσεων με προγράμματα αντίπαλα των προγραμμάτων της Δεξιάς σε μια στιγμή ολομέτωπης επίθεσής της. Και τείνει να συναινέσει σε μια λογική δικομματισμού, με όλες τις αρνητικές συνέπειες, τη στιγμή που θα όφειλε να καλλιεργεί την ιδέα ακόμα και της συνταγματικής κατοχύρωσης της απλής αναλογικής.
Κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον ορατό
Αλλά και από μια εντελώς τακτική σκοπιά, αυτό το τσουβάλιασμα των πάντων στη θεωρητικοποίηση του «ολέθρου» μιας πολυκομματικής Βουλής ποιον, άραγε, ευνοεί; Πάντως όχι την ανάγκη διάκρισης ανάμεσα στα ακροδεξιά και τα απολίτικα σχήματα με τις καρδούλες, από τη μια, και τα μικρότερα έως μικρότατα κόμματα της Αριστεράς που αγωνιούν για την είσοδό τους στη Βουλή, από την άλλη.
Αυτή η νέα τοποθέτηση προκύπτει, άραγε, από μια εκτίμηση ότι τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ στην κάλπη της 21ης Μαΐου τις έχουν καρπωθεί μικρά κόμματα στα αριστερά του; Δεν βγάζει μάτι το συμπέρασμα από την προχειρότερη ανάλυση των αποτελεσμάτων ότι το σύνολο της Αριστεράς, με πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ, είχε απώλειες κατ’ ευθείαν προς τη ΝΔ; Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, δυστυχώς.
Να το πούμε άλλη μια φορά. Ό,τι σκεφτόμαστε, ό,τι λέμε, ό,τι πράττουμε προκύπτει και από την αγωνία μας γι’ αυτό το κόμμα που δεν το συναντήσαμε τυχαία στον δρόμο μας, αντιπροσωπεύει ένα ιστορικό συλλογικό εγχείρημα της ελληνικής Αριστεράς και η τύχη του αφορά πολύ περισσότερους από τα μέλη του.
Αύριο θα κλειστούμε ξανά στο παραβάν για λίγα λεπτά. Προσωπικά, θα έχω μαζί μου ένα σημείωμα με αυτά τα «ξένα» και τόσο «δικά μας» λόγια: «Όχι, δεν πιστεύω ότι δεν πρέπει να μείνει τίποτα όρθιο από τη συλλογική εμπειρία της τελευταίας 15ετίας. Όσο έδαφος χάνεται, δύσκολα θα ξανακερδηθεί χωρίς μια κρίσιμη πολιτική μάζα. Χωρίς ένα πολιτικό υποκείμενο παρόν στο σήμερα και το αύριο για την επόμενη τετραετία, η οποία θα έχει συγκεκριμένα ζοφερά χαρακτηριστικά».