Με τον πλανήτη να βρίσκεται αντιμέτωπος με την κατάσταση έκτακτης κλιματικής ανάγκης, ο λέκτορας Πολιτικής Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, Κάι Χερόν, μιλάει στην Εποχή για τον πράσινο καπιταλισμό, για τις σημερινές κρίσεις ως αποτέλεσμα της επιδίωξης του κεφαλαίου για κέρδος και για τον οικολογικό λενινισμό ως μια στρατηγική που είναι απαραίτητη για μια ουσιαστική μετάβαση.

 

 

Πώς αλληλοεπιδρά σήμερα η οικολογική κρίση με την κρίση του καπιταλισμού και ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της αλληλοεπίδρασης;

Αυτό είναι ένα σημαντικό ερώτημα. Θα ήθελα να  απαντήσω στεκόμενος σε κάτι σχετικά με το πώς τέθηκε η ερώτηση, καθώς βοηθά να δείξουμε τι διακυβεύεται. Δεν πρέπει να πούμε ότι η οικολογική κρίση αλληλεπιδρά με τις αναρίθμητες κρίσεις του καπιταλισμού, επειδή η λέξη αλληλεπίδραση υποδηλώνει έναν προηγούμενο διαχωρισμό. Αντίθετα, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την κατανόηση ότι οι σημερινές οικολογικές κρίσεις και οι κοινωνικές κρίσεις είναι αποτελέσματα της ίδιας αιτίας, που είναι η οργάνωση της κοινωνικο-οικολογικής μεταβολικής ανταλλαγής και η αδιάκοπη επιδίωξη της υπεραξίας από το κεφάλαιο. Για να πραγματοποιήσει την υπεραξία, το κεφάλαιο πρέπει να εκμεταλλεύεται τη μισθωτή και την άμισθη εργασία. Nα χειραγωγεί, να υποβαθμίζει και να καταστρέφει τη μη ανθρώπινη φύση. Αυτό το φαινομενικά αφηρημένο και λεπτομερειακό σημείο έχει σημασία, γιατί η ιδέα ότι η φύση και η κοινωνία είναι ξεχωριστές είναι μέρος του προβλήματος. Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε τις κοινωνικές και οικονομικές διαδικασίες σαν να είναι διαφορετικές από τις οικολογικές, αντί να αντιλαμβανόμαστε την καθεμία ως μια πτυχή του ίδιου κοινωνικο-οικολογικού μεταβολισμού. Όπως δείχνουν στοχάστριες σαν την Μαρία Μις και την Κλαούντια φον Βέρλχοφ, η «φύση» μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κάθε είδους τρόπο για την αναπαραγωγή του καπιταλισμού και από αυτό, αν μη τι άλλο, μπορεί να υποτεθεί ότι η οικολογική κρίση είναι διαφορετική από την καπιταλιστική οικονομία και ότι επομένως θα μπορούσε να επιλυθεί χωρίς να καταργηθεί ο ίδιος ο καπιταλισμός. Σήμερα, ωστόσο, είναι ολοένα και πιο εμφανές ότι η επιδίωξη του κεφαλαίου για κέρδος υπονομεύει αυτό που ο Τζέιμς Ο’ Κόνορ αποκάλεσε συνθήκες αναπαραγωγής του κεφαλαίου, με το οποίο εννοούσε τη μισθωτή και άμισθη εργασία και τη μη ανθρώπινη φύση. Το αποτέλεσμα είναι η αταξία που βλέπουμε γύρω μας: πληθωρισμός, στασιμότητα, διογκούμενοι πλεονάζοντες πληθυσμοί, κλιμάκωση του ιμπεριαλιστικού πολέμου, αναζωπύρωση της ακροδεξιάς, απώλεια της βιοποικιλότητας, άνοδος της στάθμης των θαλασσών, ξηρασία, πυρκαγιές, πλημμύρες, αποτυχίες καλλιεργειών, υπερθέρμανση του πλανήτη, κ.λπ. Η καταστροφική σύγκλιση και η αμοιβαία ενίσχυση αυτών των κρίσεων είναι μέρος αυτού που αποκαλώ καπιταλιστικός καταστροφισμός.

 

Πώς βλέπεις τη στροφή αρκετών κυβερνήσεων και διάφορων νεοφιλελεύθερων κύκλων προς τον πράσινο καπιταλισμό, και ποια είναι η κριτική σου;

Ο πράσινος καπιταλισμός είναι η ιδέα ότι δεν είναι ο καπιταλισμός αυτός καθαυτός που καταστρέφει το περιβάλλον, αλλά ο καπιταλισμός που τροφοδοτείται από ορυκτά καύσιμα. Με κίνδυνο να φανεί επιπόλαιος, πιστεύει ότι τα οικολογικά προβλήματα του κόσμου μπορούν να λυθούν με μια-δυο βιαστικές επιδιορθώσεις. Πρώτον, αποσυνδέοντάς τα από ένα είδος τεχνολογιών και συνδέοντάς τα με ένα άλλο. Τα ορυκτά καύσιμα όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο πρόκειται να αντικατασταθούν από αιολική και ηλιακή ενέργεια, υδρογόνο και ίσως πυρηνικά. Για τους πιο προοδευτικούς πράσινους καπιταλιστές, το προσωπικό αυτοκίνητο αντικαθίσταται επίσης από τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Δεύτερον, με τη δημιουργία αγορών για «φυσικό κεφάλαιο», όπως η αντιστάθμιση της βιοποικιλότητας και η εμπορία άνθρακα. Αυτό πρέπει να συμβεί, πιστεύουν οι πράσινοι καπιταλιστές, γιατί το πρόβλημα είναι ότι ο κοινωνικο-οικολογικός μεταβολισμός δεν εντάσσεται αρκετά στη λογική της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Μόλις γίνουν αυτές οι αλλαγές, τίποτα ουσιαστικό σχετικά με την τρέχουσα διαμόρφωση της έμφυλης, φυλετικής και ταξικής εξουσίας και εκμετάλλευσης δεν πρέπει να αλλάξει. Δεν είναι περίεργο που αυτή η ιδέα είναι ελκυστική σε ορισμένες καπιταλιστικές κυβερνήσεις και οικονομολόγους. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι πολύ απλά. Ο καπιταλισμός, πράσινος ή άλλος, δεν μπορεί να τηρήσει κοινωνικά ή οικολογικά όρια. Όπως το θέτει ο Μαρξ στο Grundrisse, το κεφάλαιο καταστρέφει «όλα τα εμπόδια που περιορίζουν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, τη διεύρυνση των αναγκών, την ολόπλευρη ανάπτυξη της παραγωγής, και την εκμετάλλευση και ανταλλαγή φυσικών και πνευματικών δυνάμεων». Το κεφάλαιο πρέπει να το κάνει αυτό για να επιδιώξει την πραγματοποίηση της υπεραξίας, και με αυτόν τον τρόπο βάζει το ίδιο το κεφάλαιο και εμάς σε μια πορεία σύγκρουσης με τα οικολογικά όρια.

 

Πώς βλέπεις τη δράση των περιβαλλοντικών κινημάτων τα τελευταία χρόνια, και ποιες θεωρείς ότι είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα; Ποια θα μπορούσε να είναι μια πιο ριζοσπαστική προσέγγιση στον ακτιβισμό για το κλίμα, με δεδομένο ότι οι ελίτ δεν είναι διατεθειμένες να αναλάβουν ουσιαστικές δράσεις για την αποτροπή της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής;

Έχω εμπνευστεί τα τελευταία χρόνια από τη γενναιότητα περισσότερων περιβαλλοντικών αγώνων από ό,τι θα μπορούσα ενδεχομένως να αναφέρω εδώ: Ende Gelände, Just Stop Oil, Standing Rock, Valve Turners, η μάχη στο Sainte-Soline, η σύγκρουση στο Lützerath, και πολλά άλλα επίσης. Αυτά τα κινήματα είναι πιο ισχυρά και πιο επιτυχημένα όταν ξεπερνούν τα στενά όρια τού να είναι «ένα περιβαλλοντικό κίνημα». Ζητώντας από το κράτος να κατανοήσει τους καθημερινούς αγώνες των εργατών, των αγροτών και των αυτόχθονων πληθυσμών είναι ήδη οικολογικά. Καθώς η κλιματική κρίση επιδεινώνεται, αυτό θα γίνει όλο και πιο σημαντικό και πιθανότατα, δυστυχώς, όλο και πιο εύκολο να συμβεί. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, για παράδειγμα, οι ξηρασίες έχουν αφήσει κοινότητες στα νοτιοανατολικά του Ηνωμένου Βασιλείου χωρίς νερό. Είναι μια σχεδόν πρωτόγνωρη κατάσταση. Η αιτία είναι φυσικά εν μέρει η υπερθέρμανση του πλανήτη, αλλά προκαλείται επίσης από την ιδιωτικοποίηση του νερού, η οποία έχει οδηγήσει σε δεκαετίες ανεπαρκών επενδύσεων σε βασικές υποδομές για τη διατήρηση της ζωής. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι οργανώσεις της εργατικής τάξης που δεν απαιτούν απλώς δράση από την πλευρά ενός αδιάφορου κράτους, είτε μέσω αιτημάτων είτε με άμεση δράση, αλλά που μπαίνουν στο κενό το οποίο αφήνουν το κράτος και το κεφάλαιο για να αυτοοργανώσουν αυτό που χρειαζόμαστε για να επιβιώσουμε. Στην πορεία, μέσω της συλλογικής μας αυτοφροντίδας και της αναπαραγωγής μας ως τάξη, απεγκλωβιζόμαστε από το κεφάλαιο και γινόμαστε ικανοί να κυβερνήσουμε τον εαυτό μας.

 

Μιλώντας για την αντιμετώπιση της τρέχουσας κατάστασης έκτακτης ανάγκης και για την πολιτική που είναι απαραίτητη για μια ουσιαστική μετάβαση, αναφέρεσαι στον οικολογικό λενινισμό. Ποιο είναι το περίγραμμα αυτής της στρατηγικής;

Αν θέλουμε να απεγκλωβιστούμε από το κεφάλαιο, θα χρειαστεί να οικοδομήσουμε οργανωτικές μορφές με τις οποίες μπορούμε να σχεδιάσουμε δημοκρατικά τη συλλογική μας αναπαραγωγή και να επουλώσουμε τις πληγές του φυσικού κόσμου. Θα χρειαστούμε επίσης οργανωτικές μορφές με τις οποίες θα μπορούμε να αντισταθούμε στις προσπάθειες του κεφαλαίου να ανακτήσει τον έλεγχο της μεταβολικής μας ανταλλαγής με τη μη ανθρώπινη φύση. Σε μια σειρά δοκιμίων μαζί με την Τζόντι Ντιν προσπαθήσαμε να αναπτύξουμε τον οικολογικό λενινισμό, ή λενινισμό για το κλίμα, ως έναν τρόπο σκέψης και επίτευξης αυτού. Υπάρχουν πολλές πλευρές σε αυτή τη στρατηγική, αλλά θα θίξω μόνο τρεις: τον αντιιμπεριαλισμό, τη δράση σε κατάλληλες κλίμακες, και τη διαλεκτική της κοινότητας και του κόμματος. Πρώτον, ο αντιιμπεριαλισμός. Θεωρούμε ως λενινισμό ολόκληρη την παράδοση της σκέψης και της επαναστατικής πάλης που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έχει τοποθετηθεί ως συνέχεια της Ρωσικής Επανάστασης και του ρόλου του Λένιν μέσα σε αυτήν. Αυτό περιλαμβάνει τους αντιαποικιακούς επαναστάτες που, σύμφωνα με τα λόγια του Φανόν, διαπίστωσαν ότι πρέπει να επεκτείνουν τον Λένιν και τα διδάγματα της Ρωσικής Επανάστασης, να τα αναδιαμορφώσουν ή να τα μετασχηματίσουν για τη δική τους εποχή και πλαίσιο. Περιλαμβάνει τους αγώνες στην Κίνα, το Βιετνάμ, τη Γουινέα Μπισάου, την Αγκόλα, την Ιρλανδία, την Μπουρκίνα Φάσο, την Κούβα, και αλλού. Περιλαμβάνει επίσης διανοούμενους και αγωνιστές όπως ο Γουόλτερ Ρόντνεϊ, ο Σαμίρ Αμίν, ο Χοσέ Κάρλος Μαριατέγκ, η Αλεξάνδρα Κολλοντάι, ο A. M. Μπαντού, ο Χάρι Χέιγουντ, ο Σαμ Μόγιο, η Ροσάνα Ροσάντα. Η δέσμευση αυτής της παράδοσης για την υποστήριξη των αγώνων για εθνική αυτοδιάθεση στον παγκόσμιο Νότο, αμφισβητεί άμεσα τις πράσινες μεταβάσεις στον ιμπεριαλιστικό πυρήνα που βασίζονται στην εκμετάλλευση των εδαφών και της εργασίας της περιφέρειας. Αντίθετα, οι στρατηγικές μας πρέπει να λειτουργούν παράλληλα και να ενισχύουν τους αγώνες και τα αιτήματα που προέρχονται από τις καταπιεσμένες ομάδες στην περιφέρεια του παγκόσμιου συστήματος. Δεύτερον, σκεπτόμενοι σε κλίμακα. Υπάρχει μια ατυχής τάση μεταξύ των ακτιβιστών του κλίματος και ορισμένων μερών της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς να περιορίζουν τη θεωρία και τη δράση τους σε τοπικό επίπεδο, χαράσσοντας χώρους ημι-ανεξαρτησίας από το κεφάλαιο. Αυτό το έργο είναι εξαιρετικά σημαντικό, αλλά δεν είναι αρκετό. Τα παγκόσμια προβλήματα θα επιλυθούν ενεργώντας σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα, αυτό σημαίνει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την ανάγκη να καταλάβουμε το κράτος και να το χρησιμοποιήσουμε ως μέσο της λαϊκής πράσινης μετάβασης πριν το διαλύσουμε τελικά. Δεν θεωρούμε την ήττα τέτοιων σχεδίων στο παρελθόν ως διάψευση της στρατηγικής μας, παρά μόνο ως σημείο εκκίνησης για να εξαπολύσουμε νέες επιθέσεις ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Τρίτον, ο δυναμισμός του κόμματος και της κοινότητας. Σημειώνουμε, ότι μετά την ήττα του κινήματος Occupy και άλλων παρόμοιων οριζόντιων ή κινηματικών αγώνων, οι άνθρωποι στράφηκαν για άλλη μια φορά στο πολιτικό κόμμα ως όχημα για την πολιτική μετάβαση. Σκεφτείτε εδώ τον ενθουσιασμό γύρω από τον Μπέρνι Σάντερς, τον Τζέρεμι Κόρμπιν, και ούτω καθεξής. Αυτά τα σχέδια τελικά απέτυχαν, επειδή προσπάθησαν να κατακτήσουν τα αστικά κόμματα για μια αντι-αστική πολιτική. Αντίθετα, αυτό που χρειάζεται είναι ένα επαναστατικό κόμμα που μπορεί να χρησιμεύσει ως όχημα για την προώθηση μιας επαναστατικής μετάβασης, με, και παράλληλα με, τις δημοκρατικές κοινότητες. Για να το θέσω απλά: το κόμμα είναι η πολιτική μορφή που συνθέτει επαναστατικές ενέργειες. Η κοινότητα είναι η οργανωτική μορφή μέσω της οποίας οι εργαζόμενοι διαχειρίζονται δημοκρατικά την αναπαραγωγή τους. Ο κλιματικός λενινισμός με αυτή την επεκτατική έννοια είναι εμφατικά μη δογματικός. Συνεπάγεται μια δημοκρατική διαδικασία επανεκτίμησης των συνθηκών του αγώνα, αμφισβήτησης των πολιτικών στρατηγικών, και διερεύνησης του τρόπου απόκτησης της εξουσίας για έναν συνασπισμό των καταπιεσμένων.

 

Η κρατική εξουσία θεωρείς ότι πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για να περιορίζει ορισμένες μορφές κατανάλωσης που καταστρέφουν το περιβάλλον, ή και για να αλλάξει την παραγωγή;

Κανένα από τα δύο απαραίτητα. Σε μια επαναστατική κατάσταση, η κρατική εξουσία πρέπει να ασκείται για να εφαρμόσει τη λαϊκή και δημοκρατική βούληση αυτού που ο Μαρξ αποκάλεσε ελεύθερη ένωση παραγωγών. Λέγοντας αυτό, δεν μπορώ να φανταστώ ότι οι εργαζόμενοι θα υποτάσσονταν πρόθυμα σε μια καπιταλιστική οργάνωση παραγωγής, ούτε μπορώ να φανταστώ τους εργαζόμενους να επιδιώκουν την αυτοκαταστροφή τους μέσω αντι-οικολογικών μορφών κατανάλωσης.

 

Δημήτρης Γκιβίσης Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Περιβάλλον )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet