«Δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά η ασφάλεια είναι η προτεραιότητά μας», αναγράφεται σ’ ένα πανό στο Σφαξ της Τυνησίας, σε μια από τις διαδηλώσεις κατά της αύξησης των μεταναστών από την Υποσαχάρια Αφρική. Πρόκειται για τη γνωστή λύση που επινοεί η άρχουσα τάξη για να αποφύγει να στραφεί ενάντιά της ο πληθυσμός, όταν η οικονομική και πολιτική κρίση μαίνεται στη χώρα και οι πολίτες αντικρίζουν το φάσμα της πείνας και της ανέχειας. Είναι εύκολο να βρεθεί ο αποδιοπομπαίος τράγος και οι διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης να μετατραπούν σε διαμαρτυρίες κατά του «εισβολέα».

Το 2011, η Τυνησία κατέκτησε ελεύθερες εκλογές, ένα από τα προοδευτικότερα συντάγματα του αραβικού κόσμου, πολιτικό γάμο, ισότητα των φύλων –τουλάχιστον στα λόγια. Όμως, η κύρια διεκδίκηση της αραβικής άνοιξης, της επανάστασης των Γιασεμιών, ήταν η κοινωνικο-οικονομική πρόοδος και η προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων. Αυτή δεν κατακτήθηκε, ούτε πραγματική δημοκρατία απέκτησε η χώρα.

Αυτά τα δώδεκα χρόνια από την υποτιθέμενη επικράτηση της δημοκρατίας δεν σταμάτησαν οι απεργίες, οι συγκρούσεις με την αστυνομία, ο ακτιβιστικός συνδικαλισμός με αίτημα περισσότερες υπηρεσίες και βελτίωση των μισθών.

Τα δάνεια του ΔΝΤ ακολούθησαν τη γνωστή συνταγή αίματος και δακρύων , με περικοπές επιδομάτων, μείωση των δημοσίων υπαλλήλων και των μισθών τους, ιδιωτικοποιήσεις, αύξηση ΦΠΑ, υποτίμηση του νομίσματος για να προσελκυσθούν ξένες επενδύσεις.

Οι ελευθερίες που είχαν κατακτηθεί άρχισαν σταδιακά να περιορίζονται, με τη δικαιολογία της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.

Ο πραξικοπηματίας πρόεδρος Σαϊέντ, για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, την ανεργία, την έλλειψη τροφίμων, φαρμάκων και καυσίμων και την αντίδραση των πολιτών, επιδόθηκε σε μια ρατσιστική ρητορική άνευ προηγουμένου, υιοθετώντας τις θεωρίες περί «συνωμοσίας υπέρ της υποκατάστασης του πληθυσμού», νομιμοποιώντας έτσι τη δράση των ξενοφοβικών ακροδεξιών ομάδων, όπως το Εθνικιστικό Κόμμα, το οποίο προωθεί το καθόλου πρωτότυπο σύνθημα «Η Τυνησία στους Τυνήσιους» και ζητά από τις αρχές να εντοπίσει και να απελάσει τους αφρικανούς μετανάστες χωρίς χαρτιά. Ο τυνήσιος πρόεδρος έφθασε μάλιστα στο σημείο να δηλώσει ότι «υπάρχει ένα εγκληματικό σχέδιο που έχει εξυφανθεί στις αρχές αυτού του αιώνα για να αλλάξει η δημογραφική σύνθεση της Τυνησίας. Κάποια άτομα έλαβαν μεγάλα χρηματικά ποσά για να δώσουν άδεια παραμονής στους μετανάστες από την Υποσαχάρια Αφρική. Η παρουσία τους είναι πηγή βίας, εγκλημάτων και απαράδεκτων πράξεων. Ήρθε η στιγμή να λήξει όλο αυτό, γιατί κάποιοι θέλουν να μετατρέψουν την Τυνησία σε ένα καθαρά αφρικανικό κράτος και όχι πλέον αραβικό και ισλαμικό».

Σε βοήθεια του προέδρου έσπευσαν τα τηλεοπτικά κανάλια και τα περισσότερα ΜΜΕ, μιλώντας για «εκατομμύρια μετανάστες από την Υποσαχάρια Αφρική», ενώ, σύμφωνα με τις οργανώσεις που ασχολούνται με τη μετανάστευση υπολογίζονται μεταξύ των είκοσι και πενήντα χιλιάδων σε δώδεκα εκατομμύρια πληθυσμό.

Έτσι, οι διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης μετατράπηκαν σε διαδηλώσεις υπέρ της εκδίωξης των μεταναστών. Το κράτος έπαψε να έχει το μονοπώλιο της βίας και μεγάλο μέρος των Τυνησίων επιδόθηκε σε απίστευτες σκηνές βίας ενάντια σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, σε απολύσεις, σε εξώσεις οικογενειών χωρίς λόγο, σε έναν φοβερό πόλεμο φτωχών.

Η Τυνησία απελαύνει μαζικά αφρικανούς μετανάστες προς τα σύνορα με τη Λιβύη. Για να φθάσουν όμως εκεί, όπου θα τους περιμένουν επίσης ένοπλες ομάδες, πρέπει να διασχίσουν την έρημο χωρίς νερό και τρόφιμα. Σε μια δραματική πορεία, έγκυες γυναίκες γεννούν χωρίς βοήθεια, μικρά παιδιά πρέπει να περπατάνε για ώρες πεινασμένα και διψασμένα κάτω από τον καυτό ήλιο και είναι άγνωστο πόσοι τελικά θα φθάσουν στα λιβυκά σύνορα ζωντανοί. Οι απεγνωσμένες εκκλήσεις τους πέφτουν στο κενό.

Είναι τεράστια η ευθύνη των ευρωπαϊκών κρατών που θυσιάζουν ανθρώπους στο βωμό της «υπεράσπισης των συνόρων της ΕΕ» και συνασπίζονται γι’ αυτόν το σκοπό με ηγέτες όπως ο Σαϊέντ. Η Ιταλία έχει ενεργό ρόλο σε αυτή την απάνθρωπη πολιτική. Η κυβέρνηση Μελόνι, όπως και η προηγούμενη κυβέρνηση Ντράγκι, φροντίζει να «βρίσκεται στην πρώτη γραμμή στήριξης της Τυνησίας στη δραστηριότητα ελέγχου των συνόρων». Προφανώς, το πογκρόμ κατά των μεταναστών και των προσφύγων από την Υποσαχάρια Αφρική, δεν προβληματίζει την ιταλική κυβέρνηση, όπως και τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Άμεση συνέπεια αυτής της πολιτικής, εκτός από τις επιθέσεις βίας και τη χωρίς οίκτο εκδίωξη ανθρώπων στην έρημο χωρίς φαγητό και νερό, είναι η συνέχιση των βασανισμών, των βιασμών, των δολοφονιών όσων κατορθώσουν να περάσουν τα σύνορα της Λιβύης, αλλά και η αύξηση των πνιγμών στα ανοιχτά της Τυνησίας. Μόνο στους πρώτους πέντε μήνες του 2023, βρέθηκαν στην ακτή 480 πτώματα στην περιοχή του Σφαξ, διπλάσιος αριθμός από αυτά που είχαν βρεθεί πριν από δύο χρόνια. Προστίθενται σε όσους έχουν πνιγεί στο δρόμο για τη Λαμπεντούζα.

Στην Ευρώπη-Φρούριο, ο ανθρωπισμός δεν έχει θέση.

Τόνια Τσίτσοβιτς Περισσότερα Άρθρα
Tags:
Πρόσφατα άρθρα ( Διεθνή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet