Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εκλογές έχει προκαλέσει –και ορθώς– πληθώρα συζητήσεων τόσο εντός του κόμματος, όσο και στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς για το μέλλον της, την πρακτική της και την κοινωνική της δράση. Η αλήθεια είναι ότι η συγκεκριμένη συζήτηση, που έπαψε να γίνεται με μαζικούς και συγκροτημένους όρους το 2015 και μετά την αναγκαστική υπογραφή του 3ου μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί ενδεχομένως και τη μεγαλύτερη παθογένεια της Αριστεράς τα τελευταία χρόνια. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η υπόλοιπη Αριστερά, τόσο σε Ελλάδα όσο και σε Ευρώπη –με εξαίρεση τον μεγάλο συνασπισμό στη Γαλλία και τα παραδείγματα της Ιβηρικής χερσονήσου– φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο. Είναι, όμως, πραγματικά έτσι;
Οι κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις σε διεθνές επίπεδο έχουν αλλάξει άρδην τον πολιτικό χάρτη σε σχέση με πριν 10 χρόνια. Ένα εύκολο συμπέρασμα θα μπορούσε να είναι ότι «η Αριστερά ηττήθηκε στρατηγικά», όπως ακούσαμε από τον υπουργό Επικράτειας, Μάκη Βορίδη, ή «ότι η αλλαγή κατεύθυνσης ενός αριστερού κυβερνητικού κόμματος σε σοσιαλδημοκρατική θα δώσει τη λύση στα σύγχρονα αδιέξοδα». Προσωπικά διαφωνούμε και με τις δυο αυτές απόψεις και εξηγούμαστε.
Όντως η Αριστερά περνάει μια κρίση ταυτότητας και αυτό φαίνεται όχι μόνο από τα ποσοστά που αποτυπώνει στις κάλπες, αλλά από το γεγονός ότι η Ακροδεξιά καλύπτει τα κοινωνικά κενά που αφήνει η μη παρέμβαση της Αριστεράς, δημιουργώντας ένα προφίλ αντισυστημικό. Με άλλα λόγια, αυτό που ισχυριζόμαστε είναι ότι για να μπορέσει η Αριστερά να παραμείνει δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού, οφείλει να διεκδικήσει την κυβέρνηση της χώρας με ένα πρόγραμμα που θα εκφράζει τους πολλούς. Πρέπει, επίσης, να διεκδικήσει, αλλά και να διευρύνει την επιρροή της σε κάθε θεσμό, είτε αυτό είναι στα πανεπιστήμια και στα συνδικάτα είτε στα επιμελητήρια και τους επιστημονικούς συλλόγους.
Επιπρόσθετα, η Αριστερά οφείλει να πείσει την κοινωνία ότι δεν χρειάζεται να είσαι δεξιός για να μπορείς να κυβερνάς, αλλά ότι μπορείς μέσω της κοινωνική παρέμβασης και της συγκροτημένης θεσμικής δουλειάς να διευρύνεις συνεχώς τα πλαίσια του εφικτού προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Συνεπώς, η ανάγκη δεν είναι η Αριστερά να πάψει να είναι Αριστερά, αλλά να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στην σύγχρονη εποχή. Ποιες είναι οι σχέσεις εργασίας στο σήμερα; Πώς αυτές επηρεάζουν τον κοινωνικό σχηματισμό; Τι συμβαίνει με την συνδικαλισμό; Πώς μπορούμε να παράξουμε πολιτική σε διεθνές επίπεδο; Ποια είναι η θέση της Αριστεράς για τα διεθνή πλέγματα ΝΑΤΟ, ΕΕ; Πώς μπορεί να υπάρχει συντονισμός των δυνάμεων της Αριστεράς σε διεθνές επίπεδο;
Τα παραπάνω ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν χωρίς αναστοχασμό, επεξεργασία και εκμετάλλευση της εμπειρίας που η Αριστερά έχει συσσωρεύσει τα προηγούμενα χρόνια. Και αυτό διότι οι όροι παραγωγής πολιτικής έχουν αλλάξει σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες. H συνθήκη αυτή τη στιγμή επιτάσσει ένα μαζικό, πληθυντικό, πλουραλιστικό και σύγχρονο κόμμα της Αριστεράς, το οποίο θα επανανοηματοδοτήσει την κοινωνική μας παρέμβαση με νέους όρους και έννοιες. Ο μοναδικός πόλος που μπορεί να ανασυγκροτηθεί απέναντι στον ζόφο που επικρατεί είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και την επόμενη μέρα οφείλουμε όλοι να συζητήσουμε ανοιχτά και ειλικρινά με μοναδικό μας γνώμονα την κοινωνία.
Η Αριστερά έχει μπροστά της ένα διακύβευμα και ένα καθήκον. Το διακύβευμα είναι να μπορέσει να εκσυχρονιστεί για να εκφράζει τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και το καθήκον να μην ξεχάσει ποιους εκπροσωπεί. Όσο η εργατική τάξη συνεχίζει να υπάρχει, χρειάζεται πολιτικά υποκείμενα που μπορούν να την εκφράζουν και να της εξασφαλίζουν ότι μαζί με αυτά η ίδια μπορεί να βρεθεί στην εξουσία. Μόνο έτσι θα μπορέσει να μπει τέλος στην αδικία, στην ανελευθερία και να τεθούν οι βάσεις για κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική χειραφέτηση.