H ευαισθησία και η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης άργησε έναν χρόνο, όσον αφορά τις υπέρογκες αυξήσεις των τιμών στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια. Και αυτή θα ήταν η καλή εκδοχή, αν πράγματι ίσχυε. Ήδη από πέρυσι επισημαίναμε και εμείς εδώ στην Εποχή [www.epohi.gr/article/43203/aktoploia-ametakinhth-sthn-adiaforia-ths-h-kyvernhsh ] αυτό που πολλάκις επισήμανε και η αξιωματική αντιπολίτευση με παρεμβάσεις της στη Βουλή και ανακοινώσεις της, ότι «οι υπέρογκες αυξήσεις των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων συνιστούν σημαντικό πλήγμα για τη νησιωτική Ελλάδα, για τους επισκέπτες των νησιών αλλά και για τον τουρισμό συνολικά». Μάλιστα, το Τμήμα Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία εξέδωσε ανακοίνωση στις 12 Ιουλίου, όπου τόνιζε επιπλέον ότι «την περυσινή χρονιά η τουριστική κίνηση διασφάλισε σημαντικά αυξημένα έσοδα για τις ακτοπλοϊκές εταιρείες» και ότι «ειδικά φέτος, που οι τιμές των καυσίμων έχουν μειωθεί κατά 45%, οι αυξήσεις είναι εντελώς αδικαιολόγητες».
Και έτσι ξαφνικά, μετά από έναν χρόνο αμετακίνητης αδιαφορίας, η κυβέρνηση, μόλις πέρασε και το πρώτο δεκαήμερο του φετινού Ιουλίου, δήλωσε, μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, απαντώντας σε ερώτηση για το αυξημένο κόστος των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, πως «έχει αποδείξει ότι δεν αφήνει κανένα τέτοιο ζήτημα όπως αυτό –που είναι πολύ σημαντικό– στην τύχη του, με άμεσες παρεμβάσεις, είτε σαν αυτές που έγιναν στην ενέργεια, και καλύφθηκαν οι αυξήσεις, είτε στην ακρίβεια τροφίμων». Και είναι ειλικρινής, στην τύχη τους δεν τα αφήνει, αλλά υπέρ ποιων παρεμβαίνει..;
Της κυβερνητικής δήλωσης είχαν προηγηθεί, και ακολούθησαν, συναντήσεις κυβερνητικών στελεχών με εκπροσώπους κλάδων που άπτονται του τουρισμού, ορισμένες εξ αυτών και στο Μαξίμου. Τις συναντήσεις προκάλεσαν και απασχόλησαν, μεταξύ άλλων, και δεδομένα ανησυχητικά για τους κλάδους αυτούς, όπως τα στοιχεία που προκύπτουν από έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, για τις αγοραστικές συνήθειες του κοινού για την αγορά των διακοπών του 2023. Σύμφωνα με την έρευνα: «Η πλειοψηφία του κοινού επιλέγει τις εξοχικές κατοικίες, είτε φιλοξενία (26%), είτε διαμονή (22%). Το 20% επιλέγει διαμονή σε ενοικιαζόμενα δωμάτια και μόνο το 9% διαμονή σε ξενοδοχεία (7% χωρίς διατροφή και 2% με πλήρη διατροφή). Σε γενικές γραμμές καταγράφεται πρόθεση του ελληνικού κοινού για οικονομικότερες λύσεις διακοπών προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα για να μπορέσει να πραγματοποιήσει κάποιο ταξίδι, είτε για να μπορέσει να επεκτείνει τη χρονική διάρκεια του. Ενώ, το 45% των ερωτηθέντων απαντάει ότι κατά τη διάρκεια των διακοπών μαγειρεύει συχνά, κάτι που σημαίνει ότι προσπαθεί να μειώσει τη δαπάνη για εστίαση. Τέλος, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, η δαπάνη τους για τις φετινές διακοπές εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη κατά 15%. Ως λόγους για αυτή τη μείωση αναφέρουν με σειρά σημαντικότητας και σε σύγκριση με πέρυσι: το μειωμένο εισόδημα λόγω των ανατιμήσεων των προϊόντων (με αύξηση από 63% σε 69%), το κόστος μεταφορικών (με μείωση από 52% σε 43%), το αυξημένο κόστος διαμονής (με αύξηση από 23% σε 38%) και το μειωμένο εισόδημα λόγω κόστους ενέργειας (με μείωση από 50% σε 37%).
Κάπου εδώ υπάρχει μια αντίφαση με τις παραπάνω δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, αλλά ποτέ δεν είναι αργά για διορθωτικές κινήσεις στην εικόνα της πραγματικότητας…
Φώτα, κάμερα, πάμε
Αμέσως μετά, φιλοκυβερνητικές ιστοσελίδες και τηλεοπτικές εκπομπές ανακάλυψαν το ζήτημα της υπερβολικής ακρίβειας των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων και το φιλοξένησαν ως πρώτη είδηση. Σε αυτό το κλίμα, τις αμέσως επόμενες μέρες, τα ρεπορτάζ έγραφαν ότι έγινε σύσκεψη με εκπροσώπους ακτοπλόων παρουσία και του αρμόδιου υπουργού, όπου τους ζητήθηκε να δείξουν την απαραίτητη… ευαισθησία προς τους Έλληνες και να μειώσουν τα ναύλα, δίνοντας ελκυστικά πακέτα τιμών μέχρι το τέλος του καλοκαιριού στις δημοφιλείς γραμμές. Οι ακτοπλόοι συμφώνησαν ότι θα μεταφέρουν στα μέλη τους τη συγκεκριμένη κυβερνητική πρόταση και από εκεί και πέρα θα είναι στην ευθύνη της κάθε εταιρείας η εμπορική πολιτική που θα ακολουθήσει. Αυτής της είδησης ακολούθησαν μύριες που ανακοίνωναν μειώσεις στις τιμές των εισιτηρίων από διάφορες ακτοπλοϊκές εταιρείες, τη μία μετά την άλλη. Και βέβαια, η ανάρτηση του υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη: «Οι κινήσεις της κυβέρνησης για φθηνά ακτοπλοϊκά εισιτήρια έπιασαν τόπο. Ήδη μεγάλες ακτοπλοϊκές εταιρείες ανακοίνωσαν ένα γενναίο πακέτο προσφορών και εκπτώσεων για τις ελληνικές οικογένειες που θέλουν να μετακινηθούν στα νησιά».
Να σημειώσουμε το ταλέντο του σκηνοθέτη: ένα πρόβλημα που χρονίζει, ανακαλύπτεται αίφνης. Η καθυστερημένη ανακάλυψή του από τα ΜΜΕ συμπίπτει με κυβερνητικές συσκέψεις και δηλώσεις. Οι ιδιώτες ακτοπλόοι, σαν έτοιμοι από καιρό, ανταποκρίνονται στο ευγενές κάλεσμα της κυβέρνησης και δηλώνουν στο πλευρό των πολιτών, ανακοινώνοντας εκπτωτικά πακέτα με τέτοια δημοσιότητα που δεν θα μπορούσαν αλλιώς να εξασφαλίσουν.
Όλο μέλι και τηγανίτα τίποτα
Όμως αξίζει να επισημάνουμε, πέραν των παραπάνω, ότι οι εκπτώσεις που ανακοινώθηκαν με τόση δημοσιότητα, στη συντριπτική πλειοψηφία τους προϋπήρχαν και αποτελούσαν εκπτωτική πολιτική των εταιρειών. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονταν παλαιόθεν η έκπτωση σε εισιτήριο μετ’ επιστροφής, το οικογενειακό πακέτο ή πακέτο για γκρουπ, η έκπτωση σε ταξίδι με όχημα κ.ά. Πολλοί λίγες επιπλέον μειώσεις υπήρξαν, με οφέλη εντελώς αποσπασματικά για τους πολίτες και, κυρίως, σε χρονικό σημείο εν μέσω του καλοκαιριού, οπότε μεγάλος αριθμός πολιτών είχε ήδη αγοράσει εισιτήρια, χωρίς να μπορεί εκ των υστέρων να επωφεληθεί από την όποια έστω και μικρή επιπλέον μείωση. Η πλειοψηφία πάντως των εκπτώσεων έχει προαναγγελθείσα ημερομηνία λήξης, περί το τέλος Σεπτεμβρίου. Ούτε λόγος λοιπόν για νησιωτική πολιτική.
Αξίζει να σημειωθεί και κάτι ακόμα: Οι ακτοπλόοι, όπως οι ίδιοι έχουν τονίσει συχνά δημόσια, συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα όπως «το υψηλό λειτουργικό κόστος της ακτοπλοΐας, που εξακολουθεί να παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, η αύξηση στο κόστος των ασφαλίστρων των πλοίων, που λόγω παλαιότητας έχει φθάσει στα ύψη, τα έξοδα επισκευής συντήρησης και προμήθειας πρώτων υλών λόγω του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθωρισμού, η αύξηση του εργασιακού κόστους αλλά και των χρηματοοικονομικών εξόδων των εταιρειών από τραπεζικά δάνεια». Η άμεση ανταπόκριση τους στο «ευγενές» κάλεσμα της κυβέρνησης δεν δύναται να μείνει χωρίς ανταπόδοση. Ποια θα είναι αυτή, δεν υπήρξε ανάρτηση να μας διαφωτίσει.
Για μια άλλη πολιτική
Πάντως, ίσως κάποτε, κάποια επικοινωνιακή καμπάνια μπορέσει να διαφημίσει τη σημασία της δημόσιας ακτοπλοΐας που δεν θα χρειάζεται να καλεί ευγενικά κάποιους ιδιώτες για να προσφέρουν με ευαισθησία εισιτήρια προσαρμοσμένα και στην πραγματικότητα των πολιτών. Μέχρι τότε ας θυμηθούμε και ας θυμίσουμε μέτρα που θα μπορούσαν πραγματικά να αποτελέσουν κυβερνητική παρέμβαση με λαϊκό πρόσημο, από μια άλλη κυβέρνηση, όπως μας τα είχε απαριθμήσει και ο αείμνηστος Νεκτάριος Σαντορινιός στο προαναφερθέν περυσινό μας άρθρο:
- Ενδυνάμωση και επέκταση του μεταφορικού ισοδυνάμου σε νέες κατηγορίες δικαιούχων.
- Επιδότηση των καυσίμων μέσω του μεταφορικού ισοδυνάμου ώστε να ωφελούνται τόσο οι μόνιμοι κάτοικοι όσο και οι επισκέπτες, όπως είχε θεσμοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια είχε ακυρώσει αυτόν τον τρόπο υπολογισμού η Νέα Δημοκρατία.
- Ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών.
- Προσωρινή μείωση του ΦΠΑ στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια ιδιαίτερα στις ενδονησιωτικές μεταφορές.
Όπως επισημαίνει ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: «Η ανάληψη κυβερνητικών πρωτοβουλιών, έστω και την ύστατη στιγμή, που θα οδηγήσουν στην επαναφορά των τιμών των εισιτηρίων στα προηγούμενα επίπεδα αποτελεί όρο επιβίωσης για τη νησιωτική Ελλάδα».