Συνέντευξη με τον διεθνολόγο και διπλωμάτη, υποψήφιο της Αριστεράς για τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, Ανδρέα Μαυρογιάννη
Στην Κύπρο οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στον κυπριακό λαό. Το ΑΚΕΛ και οι ευρύτερες δημοκρατικές δυνάμεις με υποψήφιο τον Ανδρέα Μαυρογιάννη αγωνίστηκαν για το μεγάλο παλλαϊκό αίτημα: τη δημοκρατική αλλαγή. Έχοντας ως κύρια χαρακτηριστικά την εντιμότητα, το ήθος και την ανιδιοτελή προσφορά για τον τόπο, ο Α.Μαυρογιάννης με την υποψηφιότητα του «διεμβόλισε» την εκλογική βάση, σχεδόν, όλων των πολιτικών κομμάτων. Ποιες ψήφους έχασε το Δημοκρατικό Μέτωπο με εκείνον ως υποψήφιο Πρόεδρο; Εκείνες του «αδελφού» κόμματος της Χρυσής Αυγής , του ΕΛΑΜ, όπως και των «σκληροπυρηνικών» στελεχών-φίλων του ΔΗΣΥ. Ως ένας από τους κορυφαίους διπλωμάτες του ΟΗΕ συνδράμει την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου στο έργο της. Κυρίως, όμως, είναι «φωλιασμένος» στην καρδιά του κυπριακού λαού, γιατί έδωσε «φτερά στα πανιά των ονείρων» για μια ελεύθερη, δημοκρατική, ειρηνική επανενωμένη Κύπρο.
Πως αξιολογείτε τις δηλώσεις Μητσοτάκη – Ερντογάν μετά τη συνάντησή τους κατά τη διάρκεια της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους;
Η καλή γειτονία μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είναι απαραίτητη για την ειρήνη, την ασφάλεια, την ευημερία και την πρόοδο στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο παρών φαύλος κύκλος και οι εκβιαστικές συμπεριφορές της Τουρκίας πρέπει να αντικατασταθούν από έναν ενάρετο κύκλο που θα είναι επωφελής για όλους. Ελπίζω πως και η τουρκική πλευρά αντιλαμβάνεται πλέον πως η μεγιστοποίηση των εθνικών της συμφερόντων δεν περνά μέσα από την πλειοδοσία στην αδιαλλαξία, τις απειλές χρήσης βίας και άλλες έκνομες ενέργειες. Η αλληλεξάρτηση και η ανάγκη συνεργασίας είναι πέρα από αυτονόητες. Η ύφεση, η εκτόνωση και ο τερματισμός των στρατιωτικών προκλήσεων από την γείτονα, είναι εξόχως επιθυμητή και επιζητούμενη. Ως εκ τούτου, η έκφραση κοινής βούλησης για αντιμετώπιση των προβλημάτων και εξορθολογισμό των σχέσεων είναι σίγουρα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Βεβαίως χρειάζεται προσοχή ούτως ώστε να μην θυσιάζονται τα εθνικά συμφέροντα στον βωμό της αποκατάστασης της συνοχής της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Έχουμε ως Κύπρος και ως ελληνισμός πληρώσει στο παρελθόν βαρύ τίμημα σ’ αυτό.
Εγείρονται εν πάση περιπτώσει κάποια προκαταρκτικά ερωτήματα: το πρώτο αφορά στην χαρτογράφηση των προβλημάτων, το δεύτερο στην σχέση προτεραιότητας, στη σειρά, στην ιεράρχηση, στο ποιό πρέπει να γίνει πρώτο και στη διαλεκτική σχέση που πρέπει να δημιουργηθεί μέσα από μια περιεκτική προσέγγιση. Απαιτείται επί παραδείγματι να επιλυθούν πρώτα όλες οι εκκρεμότητες για να υπάρξει οικονομική συνεργασία, ή μήπως η οικονομική συνεργασία θα επιτρέψει την λυσιτελέστερη αντιμετώπιση των προβλημάτων; Και αν ισχύει το δεύτερο πώς μπορεί να διασφαλιστεί πως η προσέγγιση αυτή δεν συνιστά υποχώρηση ή λευκή επιταγή ή επιταγή χωρίς αντίκρισμα ή ότι δεν θα εργαλειοποιηθεί για άλλους σκοπούς; Επίσης, πρέπει να υπάρξει κοινή αντίληψη σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία και δέσμευση για την υποχρεωτική παρέμβαση τρίτου -αν οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν αποτέλεσμα- και για την αποδοχή της τελικής απόφασης.
Και εδώ έχει τεράστια σημασία να ορίσουμε ποιες είναι οι νομικές διαφορές που επιδέχονται δικαστικής επίλυσης. Η λογική των τουρκικών κυβερνήσεων για ένα «ενιαίο πακέτο» δεν είναι παρά εκβιασμός. Με λίγα λόγια, η δήλωση προθέσεων των δύο ηγετών πρέπει να ακολουθηθεί από συγκεκριμένο οδικό χάρτη και καλή πίστη. Η παρούσα συγκυρία των διεθνών σχέσεων και τα γεωπολιτικά δεδομένα, φαίνονται να προσφέρονται και αν αξιοποιηθούν σωστά μπορούν να δημιουργήσουν ευοίωνες προοπτικές.
Ποια είναι η δική σας γνώμη όσον αφορά τις θέσεις της Τουρκίας για το Αιγαίο και την υφαλοκρηπίδα/ ΑΟΖ των νησιών; Πιστεύετε ότι ο διάλογος από την ελληνική πλευρά θα πρέπει απαρέγκλιτα να εδράζεται στο διεθνές δίκαιο ;
Το διεθνές δίκαιο είναι η ραχοκοκαλιά των διεθνών σχέσεων συνεργασίας και της πολυμερούς διπλωματίας, το κατ’ εξοχήν εργαλείο για τον μετριασμό των σχέσεων δύναμης. Χωρίς αυτή την τεράστια κατάκτηση της ανθρωπότητας, επικρατεί κατά κράτος το δίκαιο του ισχυρού, ο νόμος της ζούγκλας. Δεν μπορεί η Τουρκία επικαλούμενη πως δεν είναι μέρος στην Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, να επιζητεί την επιβολή των δικών της καινοφανών και εμφανώς κίβδηλων επιχειρημάτων που προσαρμόζει κατά το δοκούν, για να υπηρετήσουν τις παράλογες απαιτήσεις και αιτιάσεις της. Το διεθνές δίκαιο της θάλασσας έχει πλέον αποκρυσταλλωθεί και συνιστά σχεδόν στο σύνολο και τουλάχιστον στις ουσιαστικές του διατάξεις, εθιμικό δίκαιο, υποχρεωτικό για όλους. Καμία απόκλιση δεν χωρεί. Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 121) κατοχυρώνει πλήρως τα δικαιώματα των νήσων σε θαλάσσιες ζώνες κατά τον ίδιο τρόπο και στην ίδια έκταση με την ηπειρώτική χώρα. Η μόνη εξαίρεση αφορά βραχονησίδες που δεν προσφέρονται για ανθρώπινη διαβίωση και οικονομική δραστηριότητα. Βεβαίως και χωρεί οριοθέτηση αφού οι αποστάσεις είναι μικρές και οι αντίστοιχες ζώνες, σε πολλές περιπτώσεις, επικαλύπτονται. Δεν χωρεί όμως καμία παρέκκλιση από την θέση πως η αιγιαλίτιδα ζώνη αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της κυριαρχίας της χώρας και μπορεί να επεκτείνεται μέχρι τα δώδεκα ναυτικά μίλια και αν υπάρχει επικάλυψη, τότε ακολουθείται η γραμμή της ίσης απόστασης (μέση γραμμή). Τα casus belli της Τουρκίας δεν έχουν θέση και είναι πλήρως αντίθετα προς τον Χάρτη του ΟΗΕ, το Διεθνές Δίκαιο, τη συλλογική ασφάλεια, την διεθνή τάξη και την αρχή της αποφυγής της απειλής ή χρήσης βίας στις διεθνείς σχέσεις.
Στην ΑΟΖ η χώρα δεν ασκεί κυριαρχία, έχει όμως συγκεκριμένα, αποκλειστικά, κυριαρχικά δικαιώματα που προβλέπονται στην Σύμβαση. Η κάποια ιδιαιτερότητα συνίσταται στο γεγονός πως σε αντίθεση με την ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα, η ΑΟΖ πρέπει να ανακηρυχθεί για να υπάρχει. Βεβαίως στη σύνθεση του Αιγαίου και λόγω των αποστάσεων υπάρχει επικάλυψη και απαιτείται οριοθέτηση. Όπως προβλέπεται στην Σύμβαση η οριοθέτηση γίνεται κατά πρώτον με διαπραγματεύσεις και το ζητούμενο είναι ένα δίκαιο αποτέλεσμα. Αν συμφωνήσουμε για το εφαρμοστέο δίκαιο, που όπως είπα δεν μπορεί παρά να είναι οι κανόνες εθιμικού δικαίου, τότε ενδείκνυται αλλά δεν επιβάλλεται στην περίπτωση αυτή, εκτός και αν συμφωνηθεί, αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις, να υπάρξει προσφυγή σε δικαιοδοτικό όργανο, ιδεωδώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για επίλυση της διαφοράς σε σχέση με την γραμμή οριοθέτησης. Έχουμε πολύ ισχυρή υπόθεση και το δίκαιο με το μέρος μας.
Θα πρέπει ωστόσο να υπογραμμίσω την ανάγκη να αποφεύγονται ακραίες θέσεις που δεν έχουν έρεισμα στο διεθνές δίκαιο. Η οριοθέτηση της ΑΟΖ και της Υφαλοκρηπίδας δεν ακολουθεί αυτοδικαίως τη μέση γραμμή. Το ζητούμενο είναι το δίκαιο αποτέλεσμα. Η εκτενής νομολογία που έχει δημιουργηθεί υποδεικνύει πως το δικαστήριο ξεκινά από την αρχή της ίσης απόστασης, στη συνέχεια διερευνά αν ισχύουν ειδικές περιστάσεις και μετά λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες για να καταλήξει στο τελικό αποτέλεσμα που θεωρεί δίκαιο. Υπάρχει δηλαδή συνήθως κάποια, περιορισμένης έκτασης διόρθωση σε σχέση με την μέση γραμμή.
Βεβαίως το Καστελόριζο και η Μεγίστη έχουν πλήρη δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες, όμως δικαιώματα έχει και η ηπειρωτική χώρα και η ακτογραμμή της Τουρκίας και δεν μπορούμε απλά να λέμε ότι ανακηρύττουμε ΑΟΖ που επεκτείνεται 200 μίλια ανατολικά του Καστελόριζου, αδιαφορώντας για οποιονδήποτε άλλο σχετικό παράγοντα και καταγγέλλοντας ως εθνική μειοδοσία κάθε ιδέα νομικής οριοθέτησης. Με μέτρο, με σοβαρότητα και με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου, μπορούμε να κατοχυρώσουμε πλήρως τα εθνικά δίκαια, μέσα από τις κατάλληλες διαδικασίες και με τις «ευλογίες » της διεθνούς κοινότητας.
Οι ευρωτουρκικές σχέσεις, ξανά στο προσκήνιο, θα πρέπει να επαναξιολογούνται σύμφωνα με το κριτήριο της αιρεσιμότητας ανάλογα με την πρόοδο που σημειώνει η Τουρκία στο Κυπριακό;
Πιστεύω στον καταλυτικό ρόλο της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας. Προς Θεού δεν εισηγούμαι την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, άνευ ετέρου. Όμως η έλξη της ΕΕ και η παρά τις παλινωδίες επιθυμία της Τουρκίας, ουτοπικά για πλήρη ένταξη, ρεαλιστικά για σύσφιξη σχέσεων και ειδική σχέση και την δημιουργία μιας αενάως εμπλουτιζόμενης σχέσης, ανοίγει απεριόριστα περιθώρια. Πιστεύω πως η Τουρκία, με όλα όσα έγιναν την τελευταία εικοσαετία, έχει, πλέον, συνειδητοποιήσει πως η ένταξη στην ΕΕ δεν εκβιάζεται και δεν μπορεί να προκύψει μέσα από πολιτικό παζάρι. Ήδη θεωρείται πως η Ένωση υπερέβη τα καθιερωμένα όταν αποφάσισε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία «χαλαρώνοντας» την απαίτηση πλήρους εκπλήρωσης των κριτηρίων της Κοπεγχάγης. Η απόφαση για ένταξη θα είναι το εν δυνάμει αποτέλεσμα μια πολύχρονης διαδικασίας προσαρμογής, της εκπλήρωσης κριτηρίων, της υιοθέτησης και εφαρμογής του ενωσιακού κεκτημένου και υπόκειται στην ομόφωνη απόφαση των κρατών μελών, που περιλαμβάνει και την επικύρωση από όλα τα εθνικά κοινοβούλια.
Πιστεύω στην αριστοτελική τελεολογική προσέγγιση όπως αποδόθηκε συναφώς μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στην προσέγγιση του Jean Monnet και των άλλων πρωτεργατών, του εξόχως πολιτικού σχεδιασμού, της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Ο Jean Monnet έλεγε «όταν ένα πρόβλημα φαίνεται αδύνατο να αντιμετωπιστεί, αλλάξτε το πλαίσιο αντιμετώπισής του”. Επίσης η δημιουργία των οργανικών συνθηκών της ειρήνης που μέσα από την ενοποίηση της εκμετάλλευσης του άνθρακα και του χάλυβα, της πυρηνικής ενέργειας, κάποιων τομέων της οικονομίας, της αγροτικής πολιτικής είναι τρόπος διαμόρφωσης νέων δεδομένων και αποτελούν μέρη μιας μεθοδολογίας που έχει εξοβελίσει την ιδέα βίαιων συγκρούσεων μεταξύ χωρών της Ε.Ε, στον χώρο του φαντασιακού.
Στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας αυτό σημαίνει εφαρμογή της κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκής προσέγγισης «more for more» (περισσότερα για περισσότερα), που δημιουργεί μια θετική αιρεσιμότητα που μπορεί να αξιοποιηθεί για να αλλάξουμε τα πράγματα. Στην φάση αυτή το εργοτάξιο που φαίνεται να προσφέρεται είναι ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης. Θα είναι μια πολύχρονη και πολύπλοκη διαδικασία, μέσα από την οποία μπορούμε, όμως, να πετύχουμε την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, την ενεργειακή συνεργασία, τον τερματισμό των απειλών. Η Τουρκία θα μπορούσε να κερδίσει και μια καθοριστική έξωθεν καλή μαρτυρία που θα οδηγούσε και στην επίφοβη μα αναγκαία γι’ αυτήν ψήφο εμπιστοσύνης των αγορών και των Διεθνών Οργανισμών που τόσο χρειάζεται.
Ο Γ.Γ του ΑΚΕΛ, Στ.Στεφάνου, δήλωσε ότι «είμαστε πολύ κοντά στην οριστική διχοτόμηση» Ποιες ενέργειες απαιτούνται για την αποτροπή της;
Είμαστε όντως μια ανάσα από την διχοτόμηση, ή για να το πω λίγο κομψότερα μια ανάσα από το σημείο χωρίς επιστροφή που θα εξανεμίσει τις προοπτικές επανένωσης. Αν δεν καταφέρουμε άμεσα να αναστρέψουμε τα πράγματα, η επίλυση του Κυπριακού, με βάση την αποστολή καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, θα μοιάζει ολοένα και περισσότερο με τα σταφύλια του Τάνταλου.
Ο εποικισμός της Αμμοχώστου, η επιστροφή της οποίας εθεωρείτο δεδομένη σε όλες τις μέχρι τώρα προσπάθειες, περιλαμβανομένων και των χαρτών που κατατέθηκαν στην Γενεύη τον Ιανουάριο του 2017, βάζει ταφόπλακα στην όποια προοπτική. Απαιτείται, όπως επέμεινα και στην προεκλογική εκστρατεία, άμεση, έμπρακτη πρωτοβουλία για εφαρμογή των διατάξεων του ψηφίσματος 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας, για επέκταση της νεκρής ζώνης μέχρι την πρότινος περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, για να διαφυλαχθεί η προοπτική επιστροφής της στους νόμιμους κατοίκους της και στην Ελληνοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία, που θα προκύψει μέσα από μια λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, που είναι η μόνη προσφερόμενη οδός.
Οφείλουμε με απόλυτη συνέπεια και έμπρακτη προσήλωση να εκφράζουμε ετοιμότητα να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση από εκεί που έμεινε στο Κραν Μοντάνα, με βάση το πλαίσιο των έξι σημείων του Γενικού Γραμματέα και την αποδοχή του από την πλευρά μας, με τις γραπτές προτάσεις που καταθέσαμε στις 5 και 6 Ιουλίου 2017. Επίσης απαιτούνται συγκεκριμένα μέτρα προς την Τουρκοκυπριακή Κοινότητα, για να ενισχύσουμε το πλειοψηφικό τους ρεύμα υπέρ της λύσης, της επανένωσης, της διαρκούς όσμωσης ανάμεσα στους ανθρώπους μας σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία.
Ποια είναι η δική σας πρόταση για τη διάσωση της Αμμοχώστου και γιατί δεν εισακούστηκε από την κυβέρνηση του Ν.Χριστοδουλίδη;
Την ανέφερα πιο πάνω και πιστεύω ειλικρινά - και δεν το λέω τυχαία- πως θα εύρισκε ευήκοον ους στον ΟΗΕ, ιδιαίτερα αν την ζητούσε το Συμβούλιο Ασφαλείας. Δεν μπορούν αντ’ αυτού να μας λένε ανιστόρητες κουβέντες για να εξωραΐσουν την αδράνεια τους και να πουλούν παραμύθια, που απλά επιβεβαιώνουν την άγνοια τους τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του ΟΗΕ. Ειλικρινά μού είναι ακατανόητο αυτό που συμβαίνει, σαν χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου μου μοιάζει. Τουλάχιστον ας εξαντλήσουμε κάθε περιθώριο όσο περιορισμένο και αν φαίνεται. Η ελπίδα δημιουργείται μέσα από την ασίγαστη προσπάθεια.
Για την επέτειο του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου η κυβέρνηση του Ν.Χριστοδουλίδη, εκπροσωπούμενη από τον υπουργό Εμπορίου, κατέθεσε στεφάνι στους πεσόντες πραξικοπηματίες. Πως σχολιάζετε τις ενέργειες της κυβέρνησης;
Μια ακόμη έκφανση της αναλγησίας, της άγνοιας και της αδιαφορίας τους για την ουσία των πραγμάτων, της θυσίας της σειράς των πραγμάτων για την εικόνα και για να ερωτοτροπούν με το χάος. Τα δάφνινα στεφάνια συνιστούν απόδοση τιμής και έκφραση ευγνωμοσύνης στους άξιους της πατρίδας. Δεν μπορεί να αποτίεται προς τους βραχίονες κατάλυσης της δημοκρατίας, της νομιμότητας και στους αυτουργούς του εγκλήματος ενάντια στην Κύπρο, που άνοιξε την κερκόπορτα για την τουρκική εισβολή και την συνεχιζόμενη κατοχή. Προς Θεού, όλοι ξέρουμε πως πολλοί από αυτούς που σκοτώθηκαν υπακούοντας στις διαταγές των πραξικοπηματιών, ήταν νέα, αμούστακα παιδιά του λαού, που μικρό μέρος της ευθύνης φέρουν και ο πόνος των δικών τους για την απώλεια τους δεν υπολείπεται σε βάθος και το πένθος τους απαιτεί τον σεβασμό, την συμπόνια και την ανθρωπιά όλων μας. Όμως η εξίσωση τους με τους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για την προστασία της δημοκρατίας και της νομιμότητας, είναι μια ακόμα τραγική έλλειψη ευαισθησίας και μέτρου, αξιών και σημείων αναφοράς, αποτελεί όνειδος και υβρίζει την μνήμη αυτών που αντιστάθηκαν και στάθηκαν αγέρωχοι. Ιδιαίτερα όταν προέρχεται από την ίδια την Πολιτεία.
Τι σηματοδοτεί, με πρωτοβουλία του ΑΚΕΛ, η συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας για την Κύπρο σε σχέση με τις κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει;
Δεν εναπόκειται σε μένα να κρίνω την πρωτοβουλία του μεγάλου κόμματος της αντιπολίτευσης, που μου έκανε την τιμή να με στηρίξει αταλάντευτα στις προεδρικές εκλογές. Με συγκινεί, επίσης, η από μέρους τους υιοθέτηση του εκλογικού μου μανιφέστου ως τον άξονα του ανοίγματος που επιδιώκουν προς την κοινωνία των πολιτών. Με χαροποιεί η προσπάθεια τους καθώς και άλλες συναφείς προσπάθειες που μπορούν να οδηγήσουν ακριβώς σε μια νέα κοινωνική συμμαχία, που θα αλλάξει τα πράγματα στον τόπο. Με ανιδιοτέλεια, με νηφαλιότητα, με σεβασμό και αμετακίνητη προσήλωση στον ανθρωπισμό, στην κοινωνική δικαιοσύνη, στον πολιτισμό και στην πλήρη συμμετοχή στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι και στην προαγωγή των πανανθρώπινων αξιών.
Η υπόθεση τους είναι και η δική μου υπόθεση, στο χαράκωμα της προοδευτικής αλλαγής. Η κοινωνική πλειοψηφία, είναι συνήθως πολλαπλής γεωμετρίας και χτίζεται έμπρακτα γύρω από κοινούς άξονες. Ο τόπος μπορεί και πρέπει να ανέβει ψηλότερα όπως λέει και το ποίημα του Σεφέρη, που συμπυκνώνει το νόημα της προσπάθειας μας στις εκλογές: «λίγο ακόμα να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα».