Την Κυριακή το βράδυ στις 20 Αυγούστου κυκλοφόρησε μια δυσάρεστη είδηση. Ένας χρήστης αμαξιδίου παρασύρθηκε από αυτοκίνητο, με συνέπεια να βρει ακαριαίο θάνατο. Την επόμενη μέρα μάθαμε ότι πρόκειται για τον Γιώργο Φλώρο.
Ο Γιώργος ήταν φίλος και ένας από εκείνους τους ανθρώπους με σωματική βλάβη που διεκδικούν καθημερινά ορατότητα σε μια πόλη σχεδιασμένη για τα ικανά σώματα. Θυμάμαι τον Γιώργο σε πολλές προσβάσιμες εκδηλώσεις της Κίνησης Ανάπηρων Καλλιτεχνών. Τον θυμάμαι στο θέατρο της Ρεματιάς στο Χαλάνδρι, στην πρώτη καθολικά προσβάσιμη συναυλία με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος στην προβολή της «Μικράς Αγγλίας» του Παντελή Βούλγαρη, στο Σύγχρονο Θέατρο στην παράσταση που σκηνοθέτησα «Πιο δυνατός κι από τον Σούπερμαν», στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» και οπουδήποτε δημιουργούσαμε τις προϋποθέσεις ώστε τα ανάπηρα άτομα να συμπεριλαμβάνονται ισότιμα.
Ο Γιώργος διψούσε για ζωή και απολάμβανε όλες τις απελευθερωτικές στιγμές ανεξαρτησίας και αυτονομίας. Εκείνο το μοιραίο βράδυ είχε βγει βόλτα με τα δυο μικρόσωμα σκυλιά του που λάτρευε. Φρόντιζε ώστε να λαμβάνει πάντα τα απαραίτητα μέτρα για την ατομική του ασφάλεια, αλλά και των σκυλιών του. Κράνος, ανακλαστικό γιλέκο, εμπρόσθιο και οπίσθιο φως κ.ά. Ο Γιώργος χρησιμοποιούσε ελαφρού τύπου χειροκίνητο αμαξίδιο, ενώ για τις μετακινήσεις μεγαλύτερων αποστάσεων τοποθετούσε εμπρόσθιο μηχανισμό ηλεκτροκίνησης που του έδινε αυτονομία, όπως κάνουμε πολλά ανάπηρα άτομα στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς. Δυστυχώς, όμως, ο συνανάπηρος μας πλήρωσε με τη ζωή του την ανάγκη του να ζει.
Victim blaming
Η είδηση του τραγικού του θανάτου ενεργοποίησε μισαναπηρικά αντανακλαστικά στην κοινωνία μας αλλά και στα ΜΜΕ. Σχολιαστές στα κοινωνικά δίκτυα αποκαλούσαν τα αμαξίδια «παράτυπα μέσα» μετακίνησης, επιρρίπτοντας την ευθύνη για τον θάνατο του στον ίδιο. Κάποιοι άλλοι «φιλόζωοι» τον κατηγορούσαν ότι έθεσε σε κίνδυνο τα σκυλιά του, κάνοντας άκρως προσβλητικά σχόλια για τη σωματική του κατάσταση.
Τα ΜΜΕ, με τον γνωστό σε εμάς τρόπο, επένδυσαν στη «θεωρία της προσωπικής τραγωδίας» αλλά και στην «ατομική ευθύνη» του οδηγού που τον τραυμάτισε θανάσιμα. Ένας ρατσιστικός και μισαναπηρικός οχετός που αποτυπώνει τις θέσεις, στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στο 15% της κοινωνίας μας.
Μισαναπηρισμός
Ο μισαναπηρισμός αποτελεί ένα σύνολο υποθέσεων, αντιλήψεων και πρακτικών που αψηφά τα δικαιώματα των αναπήρων, αντιμετωπίζει τα ανάπηρα άτομα σαν κατώτερα και τα οδηγεί σε μια σειρά αποκλεισμών (Goodley, 2014).
Ο μισαναπηρισμός (disablism) εισήχθη ως κοινωνιολογικός όρος από τον θεμελιωτή των Σπουδών για την Αναπηρία, Mike Oliver, το 1990 και την απόδοσή του στα ελληνικά οφείλει στην ακαδημαϊκό Γιώτα Καραγιάννη, που την χρησιμοποίησε πρώτη φορά 2009 προς αντικατάσταση του παρωχημένου πλέον όρου «αρτιμελισμός», ο οποίος δεν απέδιδε το σύνολο των διαστάσεων που ορίζει το κοινωνικό μοντέλο για την αναπηρία. Ο μισαναπηρισμός, κατ’ αναλογία με τις έννοιες ρατσισμός και σεξισμός περιγράφει τις διακρίσεις, την καταπίεση και τους αποκλεισμούς των αναπήρων. Στέκεται σε αντιδιαστολή με τον όρο της «κανονικότητας» και του «φυσιολογικού». Θεμέλιο του μισαναπηρισμού (disablism) είναι η εξιδανικευμένη κανονικότητα (ableism).
Ως εκ τούτου, ως μισαναπηρικές πρακτικές μπορούν να οριστούν οι ενέργειες, οι συμπεριφορές και οι καταστάσεις, οι οποίες οδηγούν στην περιθωριοποίηση και στον διαχωρισμό των αναπήρων σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής.
Ελάχιστους δημοσιογράφους και σχολιαστές στα κοινωνικά δίκτυα απασχόλησε το σοβαρό έλλειμμα υποδομών προσβασιμότητας, ενώ μέσα από τα προνόμια του «ικανού» σώματος τους, έκριναν τον άταφο ακόμη Γιώργο, προσάπτοντας στον ίδιο την ευθύνη του θανάτου του και του ενός από τα δύο σκυλιά του.
Η προστασία της ελεύθερης και ανεμπόδιστης μετακίνησης για την πολυπληθή κοινωνική ομάδα των αναπήρων, καθώς και η διασφάλιση της ισότιμης συμμετοχής με ασφάλεια και χωρίς διακρίσεις, αποτελούν το μείζον ζήτημα με αφορμή τον άδικο θάνατο του συνανάπηρου μας.
Οι ανάπηροι/ες παγκοσμίως αποτελούμε τη μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα που βιώνει καταπίεση, ρατσισμό και διακρίσεις. Ο αριθμός μας ξεπερνά κατά πολύ το ένα δισεκατομμύριο. Στην Ευρώπη ζουν περισσότεροι/ες από 120.000.000 ανάπηροι/ες, ενώ στην Ελλάδα ο πληθυσμός ενδέχεται να ξεπερνά το 1,5 εκατομμύριο.
Αρχιτεκτονικό απαρτχάιντ
Στην Ελλάδα, περιμένουμε περισσότερα από 20 χρόνια για να τροποποιηθεί το δομημένο περιβάλλον που μας απαγορεύει την πλήρη και ανεμπόδιστη πρόσβαση.
Αναμέναμε από το μακρινό 2012 τα πρακτικά αποτελέσματα του Ν.Ο.Κ 4067/12 που όριζε το 2020 ως καταληκτικό έτος των απαιτούμενων προσαρμογών και αντί της άρσης των εμποδίων, η επικοινωνιακά επαρκής κυβέρνηση της ΝΔ μας «φίλεψε» με την «Εθνική Αρχή Προσβασιμότητας», η οποία δεν είναι τίποτα λιγότερο ή περισσότερο από την αποτυχία του κράτους να εναρμονιστεί με τα διεθνή κεκτημένα και να κάνει πράξη όσα διαχρονικά εξαγγέλλει.
Το σκάνδαλο αυτό μέχρι και σήμερα παραμένει εκτός κοινωνικού διαλόγου και η «επιστροφή στην κοινωνική ζωή» αποτελεί ακόμα ζητούμενο. Παράλληλα, η «θεσμική μέριμνα» και οι «ευκαιρίες» περιορίζονται σε ατέρμονες συζητήσεις, πολλά υποσχόμενες νομοθετικές κυρώσεις, εθνικές αρχές που «θα» αφαιρέσουν τα αρχιτεκτονικά εμπόδια κάποια στιγμή στο μέλλον, διαβεβαιώσεις ότι θα αποκτήσουμε τον απόλυτο έλεγχο στις ζωές μας με την εξασφάλιση προσωπικών βοηθών και ανεξάρτητης διαβίωσης στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς για εκείνες/εκείνους που αποκλίνουν από τη νόρμα.
Εμείς οι ανάπηροι/ες συνεχίζουμε να υπάρχουμε στο κοινωνικό περιθώριο ενός «ανθρώπινου» κόσμου κανονικότητας.
Επιτρέπεται να κυκλοφορεί ένας ανάπηρος τέτοια ώρα;
Η κοινωνική κατηγοριοποίηση των «αναπήρων» σαν απόκλιση, παραμένει καίρια για την ύπαρξη της σύγχρονης δραστηριότητας, επειδή μπορεί να ρυθμίζει, να ελέγχει και να δικαιολογεί τις ανισότητες, προβάλλοντας τη βιολογική διαφορά ως «φυσική» αιτία του αποκλεισμού μας και την ανισότιμη απορρόφηση θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Μπορεί να αποτελούμε το 15% του παγκοσμίου πληθυσμού, να μας «προστατεύει» η Διεθνής Σύμβαση των Δικαιωμάτων των Αναπήρων του ΟΗΕ, να γίνεται θεωρητικά κατανοητό ότι αποτελούμε την πιο φτωχή και αποκλεισμένη κοινωνική ομάδα, ενώ την ίδια στιγμή δεν μπορούμε να συνδεθούμε με τους μη ανάπηρους, γιατί στην πλειονότητά τους, μας αντιλαμβάνονται ως τους «άτυχους της περίστασης», αγνοώντας ή υποτιμώντας τις αιτίες του αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης μας.
Ενδεικτικό είναι ότι εμείς, τα ανάπηρα άτομα, κατέχουμε μια από τις τελευταίες θέσεις στη λίστα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ανεξάρτητα από το επίπεδο της παρεχόμενης προστασίας και οικονομικής κατάστασης κάθε χώρας.
Σε αυτή τη μακρά πορεία διακρίσεων, αποκλεισμού και απάνθρωπης αντιμετώπισης και μεταχείρισης των αναπήρων γίνεται κατανοητό ότι χρειάζεται η συμβολή της κοινωνίας των ανθρώπων.
Οφείλουν τα μη ανάπηρα μέλη της κοινωνίας και κυρίως όσες και όσοι μάχονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα να κατανοήσουν ότι το επίκεντρο του προβλήματος δεν εντοπίζεται στις βλάβες που έχουμε στα σώματα μας, αλλά στην ίδια τη δομή της κοινωνίας. Όσοι το αντιλαμβάνονται, πρέπει να σταθούν στο πλάι μας για να υλοποιηθούν οι κοινωνικές αλλαγές που θα τσακίζουν τις διακρίσεις και θα εστιάζουν στην ουσιαστική ένταξη.
Η αναπηροποίηση επιβάλλεται στα άτομα με βλάβες λόγω της αποτυχίας της κοινωνίας να ανταποκριθεί στις ανάγκες του συγκεκριμένου πληθυσμού. Αυτή που οφείλει να αλλάξει είναι η κοινωνία και όχι εμείς να μη βγαίνουμε από το σπίτι μας για να μην σκοτωθούμε.