Συζητάμε με τον καθηγητή πολιτικής επικοινωνίας και εκλογικής συμπεριφοράς για την πορεία που φαίνεται να χαράσσει η κυβέρνηση για τη δεύτερη θητεία της. Ο ίδιος εκτιμά ότι ηγεμονία της ΝΔ είναι ισχυρή, «με την αντιπολίτευση να μην είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί, με την κατανομή της δύναμης να είναι πολύ ανισομερής, τον δημόσιο διάλογο να είναι μονομερής και να μην ασκείται κανένας έλεγχος». Κάνει λόγο για «σοβαρά πλήγματα στην ποιότητα της δημοκρατίας» για τον τρόπο που πολιτεύεται η ΝΔ. Όσον αφορά τις εσωκομματικές διαδικασίες στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Γ. Τσίρμπας τονίζει ότι αυτές θα δώσουν «ένα μήνα του μέλιτος», ο οποίος θα πρέπει να αξιοποιηθεί για να μπορέσει να επανακάμψει στο πολιτικό παιχνίδι.
Παρότι ήταν κλειστή η βουλή, τα γεγονότα του Αυγούστου ήταν αποκαλυπτικά της κυβερνητικής πολιτικής: πυρκαγιές, οπαδική βία, αποκλεισμός εθνικής οδού, κ.λπ. Πώς εκτιμάς ότι θα προχωρήσει στη νέα της θητεία;
Φαίνεται ότι ο σκοπός είναι να δούμε ένα κόμμα με πιο ριζοσπαστικά νεοφιλελεύθερο πρόσωπο και από την προηγούμενη τετραετία, κατά την οποία ό,τι είπε ότι θα κάνει το έκανε, δεν υποχώρησε σχεδόν πουθενά. Στη δεύτερη θητεία θα κατοχυρώσει ακόμα μικρότερο κράτος, ακόμα λιγότερα εργασιακά δικαιώματα, εστιάζοντας τον δημόσιο λόγο της στην ανάπτυξη και την επενδυτική βαθμίδα. Μοναδικό αντίβαρο στην πολιτική της θα είναι και πάλι τα επιδόματα τύπου pass και κατά τα άλλα θα επενδύσει στα νεοφιλελεύθερα στερεότυπα.
Μπορεί να ακολουθήσει επιτυχημένα την ίδια στρατηγική των επιδομάτων και στη δεύτερη θητεία; Δεν είναι πια ίδια τα δεδομένα, η σύγκριση είναι με τον εαυτό της, η ακρίβεια έχει βαθύνει, η απογοήτευση και η αβεβαιότητα θα ενταθούν.
Όσο μπορεί γιατί να μην ακολουθήσει την ίδια στρατηγική; Αυτή η πολιτική έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο την προηγούμενη τετραετία. Ήδη τρέχουν νέα pass, όπως το Βόρεια Εύβοια pass ή το school pass.
Η ανάλυσή μας μετά τις εκλογές κατέληγε, μεταξύ άλλων, πως ζούμε σε μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών. Ωστόσο, η ΝΔ και ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκαν πως στην επόμενη τετραετία μπορούν να εξασφαλίσουν μια καλύτερη ζωή, με καλύτερους μισθούς. Το εργατικό νομοσχέδιο είναι στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Απομακρύνεται από το κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για ένα καλύτερο μέλλον. Δεν θα διαψεύσει έτσι και τις μικρές προσδοκίες;
Δεν νομίζω ότι κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση το εργατικό νομοσχέδιο. Αντίθετα, αν καταλαβαίνω καλά τη δημόσια συζήτηση, θεσμοθετείται μια ακόμα μεγαλύτερη ελευθερία των εργαζομένων. Δεν υποσχέθηκε, άλλωστε, λιγότερη δουλειά ούτε μείωση των ωρών εργασίας, υποσχέθηκε αύξηση του εισοδήματος, το οποίο και το κάνει αφήνοντας τα περιθώρια στον κόσμο να δουλεύει όλη μέρα! Το σκεπτικό αυτό μπορεί μεν να είναι αντεργατικό, αλλά είναι ριζοσπαστικό, είναι νεοφιλελεύθερο και ταιριάζει στη ρητορική της κυβέρνησης. Δεν νομίζω ότι διαψεύδει προσδοκίες.
Η ηγεμονία της ΝΔ, η οποία εδραιώθηκε με τις εκλογές, είναι εύθραυστη ή δεν μπορεί να αμφισβητηθεί όταν δεν υπάρχει μια ισχυρή αντιπολίτευση για να φυτέψει αυτό το σπόρο;
Πιστεύω ότι αν δεν υπάρξει κάποιο εξαιρετικό γεγονός στην Οικονομία -αν και μέχρι τώρα διαχειρίζεται πολύ καλά τις κρίσεις επικοινωνιακά- ή αν δεν υπάρξει κάποιο εθνικό θέμα, και με την εικόνα που έχει η αντιπολίτευση αυτή τη στιγμή, δεν βλέπω να υπάρχει πρόβλημα στην ηγεμονία της ΝΔ. Είναι εμφανές ότι το κομματικό μας σύστημα βρίσκεται σε μια φάση επικυρίαρχου κόμματος, με την αντιπολίτευση να μην είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί, με την κατανομή της δύναμης να είναι πολύ ανισομερής, τον δημόσιο διάλογο να είναι μονομερής και να μην ασκείται κανένας έλεγχος.
Η ΝΔ απαξιώνει συνεχώς τους θεσμούς, το έκανε με τις υποκλοπές, το κάνει τώρα με την αστυνομία για τη Νέα Φιλαδέλφεια, με έσχατο παράδειγμα την στοχοποίηση του Αστεροσκοπείου για τον απολογισμό των καμένων εκτάσεων. Που μας οδηγεί;
Η στρατηγική αυτή να απαξιώνει θεσμούς και να αμφισβητεί μέχρι και επιστημονικούς φορείς έχει ξεκινήσει από το 2006. Είναι μια συνεπής στρατηγική. Η ΝΔ ήταν αυτή που πρώτη έφερε στην καθημερινή μικροπολιτική την αναθεώρηση του Συντάγματος. Μέχρι τότε υπήρχε μια σιωπηρή συναίνεση ότι τα ζητήματα της αναθεώρησης ζητούνται σε υψηλό επίπεδο. Ύστερα, το ΕΣΡ το κρατούσε όμηρο η ΝΔ πριν γίνει κυβέρνηση, δεν συναινούσε σε οποιαδήποτε σύνθεση, για να μην μπορεί να εκδίδει νομότυπες αποφάσεις. Ο Σαμαράς δεν παρέδωσε το Μαξίμου στον Τσίπρα. Η ψήφος των αποδήμων θεσμοθετήθηκε με διακομματική συμφωνία, την οποία και απαξίωσε τώρα φέρνοντας νέο νόμο. Η λίστα Πέτσα που εφάρμοσε την κρατική χρηματοδότηση με αδιαφανή κριτήρια σε ιδιωτικά μίντια. Όλα αυτά αποτελούν μερικά μόνο παραδείγματα απαξίωσης των θεσμών. Κινούνται σε μια καθεστωτική λογική και έχουν στόχο την αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού. Ταυτόχρονα, δεν επιτρέπουν κανενός είδους νομιμοποίηση στον αντίπαλο ή κανενός είδους νομιμοποίηση της αντίθετης γνώμης, ακόμα και αν πρόκειται για το πόσα στρέμματα κάηκαν στη φωτιά. Καταφέρνουν έτσι σοβαρά πλήγματα στην ποιότητα της δημοκρατίας.
Αυτό δεν θα καταγραφεί στη συνείδηση των πολιτών;
Έχουμε ένα εκλογικό σώμα κακά ενημερωμένο με άλλες προτεραιότητες. Το είδαμε και στις υποκλοπές, το μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης. Κάποια στιγμή θα καταγραφεί στην Ιστορία, αλλά δεν ξέρω αν αυτά παίζουν πλέον ρόλο στις άμεσες πολιτικές εξελίξεις. Φαίνεται πως όχι.
Δεν αφήνει αυτό το συμπέρασμα πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για να αλλάξουν τα πράγματα.
Ας μην ταυτίζουμε το εκλογικό σώμα με την κοινωνία. Είχα πει και στην προηγούμενη συζήτηση που είχαμε κάνει στην “Εποχή” ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διευρύνει το εκλογικό σώμα. Αυτοί που ψηφίζουν είναι ένα υποσύνολο της κοινωνίας. Υπάρχουν δύο εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν γυρίσει την πλάτη στο πολιτικό παιχνίδι και η Αριστερά δεν κάνει καμία κίνηση να τους ξαναβάλει. Και ύστερα, ας μην ξεχνάμε ότι τα τελευταία χρόνια δεν γίνονται συγκρούσεις, για κανένα θέμα.
Ολοένα και πληθαίνουν τα περιστατικά ρατσιστικής βίας, με αποκορύφωμα τις απαγωγές μεταναστών και προσφύγων, την δημόσια κακοποίησή τους. Με την ακροδεξιά να εκπροσωπείται ξανά επίσημα στη βουλή, και την ΝΔ να μην παίρνει θέση σε αντίστοιχα περιστατικά, θα δούμε μια επανάληψη του κύκλου βίας που ζήσαμε με την Χρυσή Αυγή;
Νόμιζα ότι μετά το Φαρμακονήσι δεν θα ξαναβιώναμε τέτοιες καταστάσεις. Και ζήσαμε την Πύλο και τώρα τον Έβρο. Είναι ένα σοκ. Έχει κανονικοποιηθεί πλήρως ο ρατσιστικός λόγος στη δημόσια συζήτηση. Πλέον, ουσιαστικά η χώρα έστω και περιστασιακά απώλεσε το μονοπώλιο χρήσης βίας. Ένα από τα βασικά συστατικά στοιχεία ενός κράτους είναι ότι μόνο αυτό μπορεί να ασκεί νόμιμη βία και να συλλαμβάνει. Εδώ έχουμε οργανωμένες ομάδες, οι οποίες αμφισβητούν ευθέως το κράτος. Πιστεύω όμως ότι και αυτό, όπως οι υποκλοπές, δεν κάνει κακό στο εσωτερικό της χώρας. Ενδεχομένως πλήττει την κυβέρνηση στη σχέση της με ξένους συνομιλητές, τους οποίους χρειάζεται για το προφίλ που θέλει να προωθήσει. Ελπίζω να διαψευστώ, αλλά τα χειρότερα μάλλον είναι μπροστά μας. Και δεν φαίνεται να διαμορφώνεται ένα ενιαίο μέτωπο ενάντια σε αυτά τα περιστατικά από διανοούμενους, δημοσιολογούντες, κ.λπ., όπως είδαμε μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Το ΠΑΣΟΚ επανέκαμψε εκλογικά και αναμένει στις αυτοδιοικητικές εκλογές να μπορέσει να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς του, στοχεύοντας να αποτελέσει ξανά ένα κόμμα εξουσίας. Μπορεί να το καταφέρει;
Το ΠΑΣΟΚ πάντα πηγαίνει καλά στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Το έκανε ακόμα και όταν κατέρρευσε μετά την ψήφιση του μνημονίου. Έχει καλή οργάνωση και πελατειακά δίκτυα που του το επιτρέπουν. Για το αν θα γίνει ξανά κόμμα εξουσίας, κρατώ μικρό καλάθι. Το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε στις τελευταίες εκλογές σε καμία μεγάλη περιφέρεια ή μεγάλο αστικό κέντρο να κερδίσει το ΚΚΕ. Ήταν παντού τέταρτο κόμμα. Κέρδισε ωστόσο χρόνο ζωής, ώστε να προσαρμοστεί. Δεν ξέρω πώς θα αντιμετωπίσει την ανάγκη να διαφοροποιηθεί, ούτε βλέπω ο Ν. Ανδρουλάκης να αποκτά κάποια ιδιαίτερη δυναμική. Αυτή την περίοδο που ουσιαστικά είναι μόνο του στην αντιπολίτευση, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εν αναμονή των εσωκομματικών διεργασιών, δεν βλέπω να αποτελεί την ατμομηχανή των εξελίξεων. Έχω την αίσθηση ότι ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στον ΣΥΡΙΖΑ και σε ποιο βαθμό θα δεχτεί πίεση, θα δούμε και πώς θα κινηθεί. Όπως και να έχει, κάποια στιγμή μέσα στην τετραετία θα χρειαστεί να διαλέξει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει και τότε θα συμπιεστεί. Ήδη δεν διαφαίνεται να μπορεί να διαφοροποιηθεί από τη ΝΔ.
Ας δούμε τα του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την εκλογική ήττα και την παραίτηση Τσίπρα, το κόμμα βρίσκεται σε αναζήτηση νέας ηγεσίας. Πώς κρίνεις αυτή την εξέλιξη;
Η παραίτηση Τσίπρα ήταν και θαρραλέα και εύλογη. Την ώρα που έγινε, ήταν μια ορθολογική κίνηση. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να παραμείνει ένα κόμμα εξουσίας, πρέπει να γίνει πάλι θελκτικός. Ένας από τους λόγους που δεν μπορούσε να επαναπατρίσει ψηφοφόρους ήταν ότι ο Αλ. Τσίπρας είχε φτάσει να είναι λιγότερο δημοφιλής από το κόμμα του. Από την άλλη, δεν εξέπεμπε ο ΣΥΡΙΖΑ ένα σαφές στίγμα, δεν ξέραμε τι έλεγε. Επέλεξε ως κεντρικό σύνθημα το “Δικαιοσύνη παντού”, ένα παθητικό σλόγκαν, χωρίς να το συμπληρώσει και να του αποδώσει περιεχόμενο. Αν προσθέσει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πια οργανωτική δύναμη, είχε χάσει την επαφή του με την κοινωνία και είχε καταλήξει να είναι τόσο αρχηγοκεντρικό που δεν μπορούσε να αναπνεύσει, ήταν αναμενόμενο να καταλήξει σε ήττα. Το μέγεθος αυτής κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει. Η αναζήτηση νέας ηγεσίας θα φέρει μια αναζωογόνηση, παρότι είναι μια πολύ εσωστρεφής διαδικασία και πιθανότατα δεν ενδιαφέρει καθόλου την κοινωνία. Όποιος και να εκλεγεί, εκτιμώ ότι θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ ένα μήνα του μέλιτος, τον οποίο θα πρέπει να αξιοποιήσει για να πει ποια είναι η χώρα και η κοινωνία που οραματίζεται και πώς θα το πετύχει. Τα εσωκομματικά θα βρεθούν και πάλι δευτερεύοντα.
Ενδέχεται η εκλογή νέας ηγεσίας να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ μια ορμή για να ξαναμπεί στο πολιτικό παιχνίδι;
Η ίδια η εκλογή προέδρου αποτελεί γεγονός μιντιακό και επικοινωνιακό. Εκεί υπάρχουν παγίδες αλλά και ευκαιρίες για ένα νέο κύμα αισιοδοξίας. Αν όμως, πάνε ελάχιστοι να ψηφίσουν, θα δημιουργηθεί ένα νέο πρόβλημα. Μετά και την υποψηφιότητα Στ. Κασσελάκη και το πώς άνοιξε η συζήτηση στην κοινωνία για τις εσωκομματικές εκλογές, εκτιμώ ότι θα διευρυνθεί το ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ.
Η υποψηφιότητα Στ. Κασσελάκη άνοιξε τη συζήτηση και για την ίδια τη διαδικασία, δηλαδή σε ποιο βαθμό η εκλογή από τη βάση, το δικαίωμα να είναι υποψήφιος όποιος θέλει, ακόμα και αν είναι μέλος του κόμματος μία μέρα, είναι τελικά προς όφελος του κόμματος.
Η εκλογή του Γ. Παπανδρέου από τη βάση του κόμματος, όντας ο μόνος υποψήφιος, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για την αποδυνάμωση των κομμάτων. Τα κόμματα έχουν σταματήσει να παράγουν στελέχη και να κάνουν πολιτική δουλειά, όλα σταματούν στην εκλογή του αρχηγού. Έχουν πάψει να αποτελούν φορείς αντιπροσώπευσης, δεν εκπροσωπούν κοινωνικές ομάδες, καταλήγουν να είναι κόμματα καρτέλ. Αυτή η πρακτική εκλογής από τη βάση πρέπει να σταματήσει, αν θέλουμε ζωντανά κόμματα.