Στην περιφέρεια Θεσσαλίας σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του 2021 έχουν καταγραφεί περίπου 9.200 κτηνοτροφικές μονάδες με πάνω από 1,5 εκατ. ζώα (αιγοπρόβατα, βοοειδή, χοίροι, πουλερικά), που αποτελούν σχεδόν το 13% του ζωικού κεφαλαίου της χώρας. Συγκεκριμένα, στην περιοχή της Θεσσαλίας παράγεται το 20% του εγχώριου πρόβειου γάλακτος και το 16% του γίδινου γάλακτος, καθώς και το 40% της ΠΟΠ φέτας της χώρας και το 15% του αγελαδινού γάλακτος. Σε ό,τι αφορά τα προϊόντα κρέατος, στην Περιφέρεια Θεσσαλίας αντιστοιχεί το 17,5% της παραγωγής πρόβειου κρέατος και το 11,8% του κατσικίσιου, το 33% της ελληνικής παραγωγής βόειου κρέατος και περισσότερο από το 25% του χοιρινού κρέατος.
Σε περιπτώσεις μεγάλων καταστροφών, όπως συμβαίνει και στην παρούσα πλημμύρα που έπληξε την περιφέρεια της Θεσσαλίας, ένας μεγάλος αριθμός νεκρών ζώων (παραγωγικά ζώα, κατοικίδια, άγρια ζώα) βρίσκεται εκτεθειμένος στα λιμνάζοντα ύδατα. Η σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων είναι ζωτικής σημασίας τόσο σε υγειονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Πρωτίστως συμβάλλει στην προάσπιση της δημόσιας υγείας, αλλά διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στην προστασία του περιβάλλοντος και του ζωικού κεφαλαίου.
Σημαντικοί λόγοι που επιβάλλουν τη σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων είναι οι ακόλουθοι:
1. Πρόληψη ασθενειών: Τα νεκρά ζώα μπορούν να μεταδώσουν σημαντικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων βακτηριακών και ιογενών λοιμώξεων. Εάν δεν διαχειριστούν σωστά, οι παθογόνοι μικροοργανισμοί μπορούν να εξαπλωθούν σε άλλα ζώα και εκτροφές ζώων, σε επιφανειακά ύδατα ή ακόμα και σε ανθρώπους, θέτοντας σημαντικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Συνεπώς οι άνθρωποι (κάτοικοι, εθελοντές και σωστικά συνεργεία) που επιχειρούν σε λιμνάζοντα ύδατα που βρίσκονται νεκρά ζώα είναι απαραίτητο να φορούν κατάλληλο προστατευτικό ιματισμό (όπως γάντια κ.α.) και να τηρούν τους βασικούς κανόνες υγιεινής όπως το σχολαστικό πλύσιμο των χεριών για προστασία από τους παθογόνους μικροοργανισμούς. Τέλος, η μη άμεση διαχείριση των νεκρών ζώων μπορεί να οδηγήσει στην προσέλκυση μεγάλου πληθυσμού τρωκτικών που μπορεί να συμβάλουν στην εξάπλωση ασθενειών. Συνεπώς, ο άμεσος έλεγχος του πληθυσμού των τρωκτικών αλλά και των κουνουπιών στις πλημμυρισμένες περιοχές είναι επιβεβλημένος.
2. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις: Η μη κατάλληλη διαχείριση των νεκρών ζώων μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η παρατεταμένη παραμονή των νεκρών ζώων στο εξωτερικό περιβάλλον, συμβάλει στη μόλυνση του εδάφους, των υδάτινων πόρων, και είναι δυνατόν να προκαλέσουν ακόμη και υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα. Συνέπειες αυτών είναι η εξάπλωση ασθενειών, η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και η απειλή της άγριας ζωής.
3. Έλεγχος οσμών και δυσφορίας: Τα νεκρά ζώα που αποσυντίθενται αναδύουν δυσάρεστες οσμές που μπορεί να προκαλέσουν σημαντική δυσφορία στους ανθρώπους που ζουν και επιχειρούν (σωστικά συνεργεία, εθελοντές, υπηρεσίες) στις πληγείσες περιοχές. Επίσης, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η εικόνα των νεκρών ζώων επιβαρύνει σημαντικά την ήδη άσχημη ψυχολογία των ανθρώπων στην περιοχή. Η σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων σε τέτοιες καταστάσεις βοηθά στην ελαχιστοποίηση της δυσοσμίας και της αρνητικής ψυχολογικής επίδρασης στους κατοίκους.
4. Δεοντολογικά ζητήματα: Η σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων δεν είναι μόνο θέμα υγειονομικών κανόνων αλλά και ηθική ευθύνη. Οφείλουμε να επιδεικνύουμε σεβασμό προς τα νεκρά ζώα, παρέχοντάς τους την προβλεπόμενη διαχείριση τους. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύεται σε μια πολιτισμένη κοινωνία η υπεύθυνη διαχείριση και αντιμετώπιση των ζώων.
5. Νομική συμμόρφωση: Σημαντικοί κανονισμοί έχουν θεσπιστεί από εθνικούς και διεθνείς φορείς που διέπουν τη σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων. Η συμμόρφωση με αυτούς τους κανονισμούς δεν είναι μόνο απαραίτητη για την αποφυγή νομικών επιπτώσεων, αλλά βοηθά επίσης στη διατήρηση ενός υψηλού κοινωνικού επιπέδου και στην προστασία της δημόσιας υγείας.
Οι περισσότερο κατάλληλες μέθοδοι διαχείρισης των νεκρών ζώων σε τέτοιες καταστροφές είναι η υγειονομική ταφή ή η αποτέφρωση και οι οποίες συμβάλλουν σημαντικά στην ελαχιστοποίηση των πιθανοτήτων μετάδοσης νοσημάτων. Η τελική επιλογή σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται ανάλογα με τον αριθμό και το είδος του ζώου. Η προσφορότερη επιλογή διαχείρισης θα μπορούσε να είναι η αποτέφρωση των νεκρών ζώων, όμως ο εξαιρετικά μεγάλος αριθμός τους που βρίσκεται στις πληγείσες περιοχές, απαιτεί τη χρήση πολλαπλών εγκαταστάσεων αποτέφρωσης και εκτός των γεωγραφικών ορίων της περιφέρειας Θεσσαλίας. Επίσης, η διακοπή κυκλοφορίας σε πολλά σημεία δυσχεραίνει το έργο της αποκομιδής και μεταφοράς τους. Συνεπώς η υγειονομική ταφή των νεκρών ζώων σε κατάλληλα σημεία που δεν υπάρχει επιβάρυνση του υδροφόρου ορίζοντα πρέπει να εξεταστεί παράλληλα με την αποτέφρωση για την αύξηση της αποτελεσματικότητας σε τόσο πρωτόγνωρες καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση η διαχείριση τόσου μεγάλου αριθμού νεκρών ζώων είναι ένα πολύ δύσκολο έργο για τις αρμόδιες υπηρεσίες και απαιτείται εξαιρετικός συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων.
Συμπερασματικά, η σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη μετάδοσης σημαντικών ασθενειών, την προστασία του περιβάλλοντος, την μείωση της δυσφορίας των κατοίκων, για λόγους ηθικής και για την απαιτούμενη νομική συμμόρφωση.
Διαχείριση τροφίμων
Παράλληλα με την άμεση και σωστή διαχείριση των νεκρών ζώων, ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να ληφθεί, επίσης και στη διαχείριση των τροφίμων που βρίσκονταν σε ψυκτικούς θαλάμους νοικοκυριών και καταστημάτων και λόγω της παρατεταμένης διακοπής του ρεύματος στις πληγείσες περιοχές, έχουν αλλοιωθεί. Τα τρόφιμα αυτά αποτελούν δυνητικές πηγές μόλυνσης των υδάτων και διασποράς παθογόνων μικροοργανισμών. Η ασφάλεια των τροφίμων σε περιπτώσεις καταστροφών όπως η παρούσα πλημμύρα, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και ιδιαίτερα για ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού όπως βρέφη, νήπια, κυοφορούσες και ηλικιωμένοι. Η τήρηση των κανόνων υγιεινής κατά την παρασκευή φαγητού (πλύσιμο χεριών και σκευών), η χρήση ασφαλούς νερού (εμφιαλωμένου ή βρασμένου), η συντήρηση των τροφίμων σε ορθές θερμοκρασίες ψύξης, ο διαχωρισμός νωπών και μαγειρευμένων τροφίμων και τέλος η επαρκής θερμική επεξεργασία των γευμάτων είναι απαραίτητα μέτρα που πρέπει να λαμβάνει ο πληθυσμός στις πληγείσες περιοχές για να προστατευτεί από τροφιμογενείς ασθένειες.
Υιοθετώντας υπεύθυνες πρακτικές διαχείρισης, μπορούμε να διασφαλίσουμε την προστασία της Δημόσιας Υγείας, του περιβάλλοντος και του ζωικού κεφαλαίου, διατηρώντας παράλληλα την ακεραιότητα των οικοσυστημάτων μας, μέσα από μια προσέγγιση «ενιαίας υγείας».
Τμήμα Κτηνιατρικής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας