O ΣΥΡΙΖΑ έχει το πρόβλημα που έχουν κι όλοι οι άλλοι, την κρίση αντιπροσώπευσης. Το είχε και πριν, απλώς τώρα παροξύνεται επειδή επέλεξε καταστατικά στο προηγούμενο συνέδριό του να ανοίξει τα κομματικά του όρια, να τα καταστήσει πορώδη, διαπερατά. Η συγκεκριμένη συνθήκη μοιάζει με αναπόδραστη μοίρα. Στις μετα-βιομηχανικές, ατομοκεντρικές κοινωνίες, του ναρκισσισμού και της επιτρεπτικότητας, τα όρια είναι εκτός πλαισίου, κι ένα κόμμα συγκροτεί, ενσώματα και συλλογικά, μια οριοθέτηση.

Η προσπάθεια για (ντεμέκ) ανάσχεση της κρίσης αντιπροσώπευσης προκύπτει συνήθως με εργαλεία που αντιστοιχίζονται στον ψυχισμό της εποχής.

• Διαδικασίες: γιορτινές, one of, γρήγορες, χωρίς υποχρεώσεις, μόνο με δικαιώματα, ανοιχτές για τους εντός και τους εκτός, κατ’ όνομα συμπεριληπτικές.

• Έμφαση στην επικοινωνία: εμπρηστική αστεία, λαϊκιστική, χαριτωμένη, σέξι, τραμπούκικη, θεαματική, συγκινητική.

• Επιμονή στην μετα- αλήθεια: αντινομικές προτάσεις στην ίδια προγραμματική θέση, fake news που ευνοούν είτε αφορούν εμάς είτε τους αντίπαλους, συκοφαντία των αντιπάλων μέσω τρίτων, παιδαριώδεις γενικεύσεις, απαντήσεις σε ερωτήσεις ή διαβολές που ποτέ δεν τέθηκαν ή μεθοδεύτηκαν έτσι ώστε να τεθούν.

• Επαγγελματική χρήση των social media: κοφτός, θραυσματικός λόγος, αισθητική σύμφωνη με το μέσο, αποφυγή υπερανάλυσης ή χρήσης «πολιτικών» λέξεων, εμπρόθετη πλαισίωση κλειδαρότρυπας στην προσωπική ζωή, υπερσυναισθηματικοποίηση, αυτοθαυμασμός.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο προκύπτει μια προσομοίωση αντιπροσώπευσης την οποία ενστερνίζονται συγκεκριμένοι πολίτες, μάζα κρίσιμη για να κάνει τη διαφορά σε εκλογές1. Είναι όμως ανήμπορη να παράγει δεσμεύσεις ή, μάλλον, συμβαίνει ακριβώς επειδή γνωρίζουν, όσοι την μεταχειρίζονται, πως οι δεσμεύσεις φαντάζουν αδύνατες πια.

 

Μεταπολιτική και υποψηφιότητα Κασσελάκη

 

Τέτοια είναι, λοιπόν, η μεταπολιτική ή ο προπολιτικός τρόπος, μετωνυμίες, δηλαδή, της πάντα παρούσας «αισθητικοποίησης της πολιτικής»2. Εκείνο που αλλάζει είναι η ποσότητα ή/και η ποιότητα της αισθητικοποίησης. Η υποψηφιότητα Κασσελάκη σε αυτό το συγκείμενο, με αυτούς τους όρους, κι όχι σε σχέση με τα κομματικά κρίματα που τον έφεραν εδώ που τον έφεραν, είναι άψογη, απολύτως επαγγελματική, μελετημένη μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας.

Το λεβέντικο παρουσιαστικό του τον ευνοεί τόσο όσο πρέπει, τα ρούχα του είναι casual chic, ατσαλάκωτα, το χαμόγελό του αστραφτερό, μοιάζει με ηθοποιό ή μοντέλο. Ένας εξωτικός, ένας εξωτερικός κομματικά, ο outsider, ένας «φούφουτος» όπως τον αποκαλούν οι αντίπαλοί του, που εμφανίστηκε στο 80’ ως αλλαγή και βάζει δυο γκολ μέσα στο πρώτο λεπτό. Η ζωντάνια των κινήσεων του, η επιλογή των λέξεων και ο τονισμός τους δένουν ή δεν δένουν (επειδή δε χρειάζεται) στα viral video του.

Τα ρητορικά αντιγυρίσματα στις αναρτήσεις του, η προσωπική διάσταση που προσδίδει σε πολιτικά ζητήματα, οι ανοίκειες διατυπώσεις είναι όλα σημεία σε μια φαινομενικά ανερμάτιστη αλλά εξαιρετικά μεθοδευμένη σημειολογία που αποπνέει θετικό πρόσημο. Η ανάδυση του νέου, του παροντικού, το εδώ και τώρα και παντού, του doer, του μορφονιού, του νικητή και λυτρωτή είναι όλα στο πίσω κείμενο όσων κι όπου τα αναρτά.

Για τον υποψήφιο αυτόν εργάζονται σοβαροί άνθρωποι, πολιτικοί επιστήμονες και ειδικοί των social media, πέρα από επικοινωνιολόγους. Έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση «εκτεταμένης αλγοριθμικής βαθμονόμησης των πολιτικών επιθυμιών»3 στο πιο κατάλληλο timing. Ο Κασσελάκης λέει με το πιο ωραίο χαμόγελο: «εφόσον είστε απογοητευμένοι, κουρασμένες, αφού σκούζετε για την επικοινωνιακή ένδεια, την κομματική γραφειοκρατία, τις εσωκομματικές ίντριγκες είμαι εδώ και θα τα αλλάξω όλα in no time. Δε θα κουραστείτε εσείς γι’ αυτό. Σε λίγο καιρό θα είμαστε κυβέρνηση, εγγυώμαι».

 

Σύμπτωμα με βαριές αιτίες

 

Ωστόσο, κάθε προσπάθεια για πολιτική με επιχειρήματα και δράση θα έχει στην καμπούρα της τις σοβαρές μέριμνες που, στον καιρό μας, οι περισσότεροι δεν θέλουν όχι απλώς να επωμίζονται, αλλά ούτε καν να ακούν. Με αυτήν την έννοια, η συγκεκριμένη υποψηφιότητα είναι σύμπτωμα με αιτίες βαριές, δομικές, καθολικές. Η δημοκρατική ενδυνάμωση, εσωκομματική ή άλλη, αλλά και γενικότερα οι ελπιδοφόρες πολιτικές εμπειρίες περιλαμβάνουν άλλους κόπους που απαιτούν διάρκεια, επιμονή, σύγκρουση, προσπάθεια για θεσμικές όσο και λειτουργικές μεταφράσεις συλλογικών εμπειριών και πλειοψηφικών επιθυμιών, αλλά και την απουσία τρόμου ή ντροπής. Δεν αρκούν αυτά, αλλά είναι εξαιρετική αρχή.

ΥΓ Στο καταιγιστικό ντοκιμαντέρ του Netflix «Get me Roger Stone» του 2017, για τον εν λόγω διαβόητο λομπίστα και πολιτικό αναλυτή των Ρεπουμπλικανών, κάποια στιγμή μιλάει ο Timothy Stanley, αρθρογράφος της Daily Telegraph: «Ο Τράμπ κατάφερε να πάρει τον έλεγχο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, γιατί αυτό […] είχε γίνει μια σκιά. Όταν έχει χαθεί η υποστήριξη των ψηφοφόρων κι εμφανίζεται κάποιος που επικοινωνεί μέσω των κοινωνικών δικτύων και της τηλεόρασης με φοβερό χάρισμα, επόμενο είναι πως θα κλέψει την παράσταση. Το μισό της ιστορίας του Τράμπ είναι πως το Εγώ ενός ανθρώπου κατάφερε να πάρει τον έλεγχο του κόμματος. Το άλλο μισό είναι πως οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν πιάσει πάτο και του άφησαν το περιθώριο». Αλλάξτε το όνομα του προέδρου και του κόμματος και θα καταλάβετε.

 

Σημειώσεις:

 

1. Μέσω τέτοιων τεχνικών κερδήθηκαν εκλογές και δημοψηφίσματα σε ΗΠΑ, Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο.

2. O όρος «αισθητικοποίηση της πολιτικής» εισήχθη από τον Walter Benjamin και περιγράφει μία κατάσταση κατά την οποία η έμφαση του κοινού, της μάζας, τοποθετείται στην πολιτική μορφή (ύφος, πρόσωπα, εικόνα) και όχι στο πολιτικό περιεχόμενο.

3. Ο όρος ανήκει στην Shoshana Zuboff και εννοεί την αλλαγή των πολιτικών διαθέσεων των πολιτών όταν εκείνοι μεταχειρίζονται τα social media.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet