Δεν ήθελα καθόλου να έρθει αυτή η στιγμή. Ευτυχώς, αυτές τις μέρες έχει πολλή δουλειά και πολλή κουβαριασμένη σκέψη. Πού να σκεφτώ εμάς.
Μα κάπως ήρθε απότομα η πρώτη νύχτα του φθινοπώρου που θυμίζει όντως ότι αλλάξαμε εποχή κι εγώ, φυσικά, έχω αϋπνίες - μέρες τώρα, βδομάδες. Καπνίζω πολύ, πάλι.
Κι αναρωτιέμαι. Λίγο για τις έννοιες αναρωτιέμαι: τι είναι το παλιό; τι είναι το νέο; Πώς γίνεται άνθρωποι παλιότεροι από τη νεότητά μας, να μας θεωρούν απολιθώματα άλλων καιρών;
Εμείς οι ταραξίες
Την πρώτη μου νεότητα την πέρασα ολόκληρη στους δρόμους. Την περάσαμε, δηλαδή. Από μαθητές μέχρι... ουφ, μέχρι τις εξεγέρσεις όλες μας, τις κυβερνήσεις που ρίξαμε, μέχρι τα αίματά μας να ποτίζουν την άσφαλτο της πόλης, που τώρα δεν έχει ούτε δέντρα πια. Ξεριζώθηκαν τα δέντρα που πότισε το αίμα μας.
Γίναμε οικογένεια στους δρόμους εμείς. Αγαπιόμαστε. Εμείς. Προσέξτε τη δύναμη της λέξης: εμείς.
Συγκολλητική ουσία είναι τα όνειρα. Και τα δέντρα, αν μας αρέσουν οι συμβολισμοί.
Τώρα δεν είναι καθόλου της "μόδας" η Αριστερά, αυτό το ξέρω. Η υψωμένη γροθιά δεν είναι της μόδας. Ούτε οι δρόμοι είναι, κάτι γραφικοί μείναμε να συγκινούμαστε με ποιήματα και με τραγούδια. Της μόδας δεν είμαστε πια, δεν είμαστε καν της αποδοχής. Τώρα φοβόμαστε μη δε μας συμπαθήσουν οι "νοικοκυραίοι".
Και γίναμε, άνθρωποι που γράψαμε ιστορία κι είμαστε ακόμη νέοι, γίναμε εμείς, η γενιά της κρίσης, η γενιά των δρόμων, γίναμε, που λέτε, "παλιό".
Παρωχημένο. Ξεπερασμένο. Έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαν οι αγώνες.
Κι άλλοι κι άλλες που αγωνίστηκαν, μικρότεροι ή πιο μεγάλοι, μυαλά λαμπρά, έγιναν "το παλιό". Μυαλά σαν του Αριστείδη Μπαλτά είναι πλέον "ο εχθρός", ένα κατεστημένο.
Κοιτάμε καμιά φορά χαρές μέσα σε μικρόκοσμους και λέμε πω πω, 100.000 μαζεύτηκαν εκεί ή άλλου, σε μια συναυλία που σημαίνει "κάτι", σε κάποιο φεστιβάλ. Και λέμε, υπάρχει ελπίδα, κοίτα! Είχε κόσμο σήμερα "εκεί". Ήμασταν κι εμείς!
Κι άλλοι ξεγελιούνται πως στο μικρόκοσμο τον δικό τους όλα παραμένουν καλά. Φευ!
Το μη καινούργιο
Μα ήρθε η ώρα να μας προσπεράσει το "νέο". Βγαλμένο από εποχές πολύ, πολύ παλιές. Όχι με ρίζες, όμως, όχι, δεν έχει τίποτε ρομαντικό αυτό το φιάσκο.
Το "νέο" δεν είναι καινούριο. Είναι επανάληψη ως τραγωδία, ως φάρσα. Να μη μιλάς. Να μην ενοχλείς. Να μη φωνάζεις. Να μη σηκώνεις τη γροθιά σου.
Να πλατσουρίζεις με τακτ γύρω τριγύρω από τις έννοιες: όχι και πολύ δημοκρατία. Όχι και πολύ Αριστερά. Όχι και πολύ ελευθερία.
Όχι και πολύ περισσότερο από το μέτριο, το τόσο όσο. Το χλιαρό.
Αρκεί να λάμπει. Σαν τις νυχτοπεταλούδες πέφτουμε πάνω του, μαγεμένες νυχτοπεταλούδες από απελπισία, που τρώνε κουτσομπολιά και φτύνουν ανθρώπινη σάρκα. Με μια αγαλλίαση που βρήκαμε νέο εχθρό.
Εύκολο εχθρό, όμως. Θυμάστε κάτι βιντεοπαιχνίδια που παίζαμε όταν ήμασταν μικρούτσικα; Που περνούσες σε κάθε πίστα από έναν "κακό" και μετά από πίστες 20 εμφανιζόταν μπροστά σου ένα τέρας κι έλεγες, αφού πέρασα 20 τέρατα πιο μικρά, σιγά!
Δεν ήταν προθέρμανση, όμως. Στο τέλος, στο μεγάλο "κακό", ποτέ δεν κερδίζαμε με την πρώτη. Ούτε με την δεύτερη.
Κι έτσι που άρχισε τώρα να μπουμπουνίζει, έτσι που δε με νοιάζει πια καθόλου πώς αντέχετε και μασάτε σάρκες εύκολα ξεσκισμένες, με τραμπουκισμούς, με ψεύτη θυμό, με δήθεν θεία Αγανάκτηση, ξέρω ότι σκοτώνοντας το "παλιό" της ιστορίας, δυναμώνεις το ανίκητο τέρας.
Αυτοί κι αυτές που πάντα ήμασταν εκεί που σώζεται η Ιστορία, θα είμαστε ξανά. Πες τη όπως θες. Ούτως ή άλλως, πάντα στο τέλος το ίδιο πράγμα μας αποκαλούσαν: ταραξίες. Κι όπως πάντα, το ανίκητο κακό της τελευταίας πίστας, εμείς θα τον πολεμήσουμε. Οι ταραξίες.
Κι ας χάσαμε από υπεροψία, από κούραση, από λάθος εκτιμήσεις ή από σκάρτη υπομονή. Από πείσμα ότι αποκλείεται, αποκλείεται να κάνουμε λάθος. Αποκλείεται να γυρίζει καπάκι αυτό το πράγμα που χτίσαμε.
Στο ίδιο ζουμί
Μιλάω για όλα τα νιάτα που βούλιαξαν τους δρόμους. Μην αυταπατάστε, το καζάνι είναι ένα, βράζουμε στο ζουμί του ενός και του άλλου, όλοι μαζί. Άλλο αν δεν το βλέπουμε ακόμη. Άλλο αν νομίζουμε πως εμάς, προσέξτε, εμάς! Αυτό δε μας αφορά. Δε μας "αγγίζει" αυτό εμάς! Ένα το καζάνι, ένα και το ζουμί.
Όμως, ο ρους της μοίρας του καθενός δε γυρίζει πίσω άπαξ και βρεθεί εκεί που θέλει να κυλάει: θα πολεμάμε πάντα. Θα ζήσουμε για πάντα, μετενσαρκώσεις μας διπλές, τριπλές σε πρόσωπα άλλα, ονόματα άλλα, γενιές του μέλλοντος. Μετενσαρκώσεις είμαστε κι εμείς. Υπήρξαμε και τυχεροί άνθρωποι, όμως. Μας κράτησε το χέρι η ζωντανή ιστορία του τόπου. Των αγωνιστών. Πορευτήκαμε παρέα. Είμαστε και τυχερή γενιά.
Οπότε, καθώς άλλη πραγματική επιλογή δεν υπάρχει για εμάς, θα συνεχίσουμε. Πάντα. Και θα νικάμε πάντα και για όλους.